Κάτω από τον μεγεθυντικό φακό των επιτελών του ΔΝΤ θα μπουν σήμερα τα μεταμνημονιακά πεπραγμένα της χώρας μας, οι επιδόσεις και οι αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας.
Οι διαπιστώσεις του Ταμείου δεν δημιουργούν καμία δέσμευση για την κυβέρνηση και οι ενδεχόμενες «συστάσεις»-υποδείξεις είναι μόνον για… δημόσια κατανάλωση. Θα έχουν όμως σημαντικό αντίκτυπο στις αγορές, διαμορφώνοντας κλίμα και «εντυπώσεις» με τελικό αποτέλεσμα την ενίσχυση ή την αποδυνάμωση της εμπιστοσύνης προς την Ελλάδα.
Στον απόηχο της επιτυχημένης έκδοσης του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου και της διπλής αναβάθμισης από την Moody’s, το Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ θα συζητήσει απόψε την ενδιάμεση έκθεση για την ελληνική οικονομία, που συντάχθηκε μετά την επίσκεψη κλιμακίου στελεχών του Ταμείου στην Αθήνα, στα τέλη Ιανουαρίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το Συμβούλιο θα επικυρώσει αισιόδοξες προβλέψεις-εκτιμήσεις για αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ κατά 2,4% τη φετινή χρονιά και για μέσο ρυθμό ανάπτυξης της τάξεως του 2% την επόμενη τριετία.
Παράλληλα όμως θα επισημάνει καθυστερήσεις στην υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, θα αναφερθεί σε κινδύνους δημιουργίας δημοσιονομικών προβλημάτων και θα εστιάσει στο ζήτημα των κόκκινων δανείων, που αποδυναμώνουν το τραπεζικό σύστημα, περιορίζοντας εν τέλει τις δυνατότητες χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και τη ρευστότητα της αγοράς.
Στη «Δήλωση Συμπερασμάτων» που δημοσιοποιήθηκε μετά την ολοκλήρωση του «τσεκ-απ» του Ιανουαρίου, το ΔΝΤ είχε επιστήσει την προσοχή στους κινδύνους που απορρέουν από το υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), εκφράζοντας ανησυχία του για τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος και για το ενδεχόμενο να χρειασθούν ανακεφαλαιοποιήσεις.
Οσον αφορά τα δημοσιονομικά επισήμαινε ότι τους κινδύνους που δημιουργούν οι δικαστικές αποφάσεις για ακύρωση περικοπών σε μισθούς-συντάξεις, που έγιναν τα προηγούμενα χρόνια στο πλαίσιο των προγραμμάτων στήριξης.
Επαναλάμβανε ακόμη την πάγια θέση του για μείωση του αφορολογήτου, προτείνοντας μάλιστα το δημοσιονομικό όφελος που θα προκύψει, να χρησιμοποιηθεί για μειώσεις φόρων σε υψηλότερα εισοδήματα(!) και στα επιχειρηματικά κέρδη.