Για το ενδεχόμενο να μην ήταν ο κύριος σεισμός στην Ιταλία, αλλά αντίθετα να ήταν ένας ισχυρός προσεισμός μίλησε ο διευθυντής ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Γεράσιμος Χουλιάρας.
«Είναι νωρίς ακόμη να πούμε ότι ήταν ο κύριος σεισμός. Η Ιταλία συνηθίζει να δίνει τέτοιους ισχυρούς προσεισμούς», είπε ο κ. Χουλιάρας και επεσήμανε ότι τον σεισμό των 6,2 Ρίχτερ ακολούθησαν μία ώρα αργότερα δυο ισχυροί μετασεισμοί 5,5 και 5,1 Ρίχτερ.
Το «χτύπημα» του Εγκέλαδου, συνέχισε, προήλθε από την «ρηγματογενή ζώνη των Απενίνων» η οποία είναι γνωστή και έχει δώσει πάρα πολλούς τέτοιους σεισμούς με τελευταίο καταστροφικό αυτόν της πόλης Λ΄Ακουιλα την Άνοιξη του 2009.
Από την πλευρά του, ο καθηγητής σεισμολογίας και πρόεδρος του ΟΑΣΠ Ευθύμιος Λέκκας ανέφερε ότι ακόμη δεν έχει ζητηθεί βοήθεια από τις ιταλικές αρχές, αλλά ο ΟΑΣΠ και το Πανεπιστήμιο Αθηνών προετοιμάζονται να στείλουν τεχνική βοήθεια στις πληγείσες περιοχές.
Παράλληλα απέδωσε τις μεγάλες καταστροφές στα πολλά παλιά μεσαιωνικά κτίρια εκκλησίες και μνημεία.
Τα 6,2 Ρίχτερ συγκλόνισαν ολόκληρη την Κεντρική Ιταλία τα ξημερώματα της Τετάρτης προκαλώντας τον θάνατο σε τουλάχιστον έξι ανθρώπους και προκαλώντας τεράστιες ζημιές σε χωριά και πόλεις.
Επίκεντρο του σεισμού ήταν το χωριό Ακούμολι, περίπου 90 χιλιόμετρα βόρεια της Ρώμης και όπως μετέδωσε η δημόσια ραδιοφωνία RAI, η δόνηση διήρκησε 20 δευτερόλεπτα και είχε εστιακό βάθος μόλις 4 χλμ!
Ο σεισμός έγινε αισθητός σε όλες τις κεντρικές περιοχές της χώρας, συμπεριλαμβανόμενης και της ιταλικής πρωτεύουσας, και ιδίως στις περιφέρειες Ούμπρια και Μάρκε.