Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μπορεί να σταματήσει τις αγορές ομολόγων φέτος, αν συνεχισθεί η οικονομική ανάπτυξη, κάνοντας ένα ακόμη βήμα στον μακρύ δρόμο για τον τερματισμό της μη συμβατικής νομισματικής στήριξης, δήλωσε σήμερα ο πρόεδρος της γερμανικής κεντρικής τράπεζας (Μπούντεσμπανκ) Γενς Βάιντμαν.
Υποστήριξε ότι η ταχεία ανάπτυξη θα διασφαλίσει την επάνοδο του πληθωρισμού στον στόχο και ότι η πολιτική θα παραμείνει χαλαρή για μεγάλο χρονικό διάστημα, ακόμη και μετά την ολοκλήρωση της ποσοτικής χαλάρωσης.
Η οικονομία της Ευρωζώνης βρίσκεται στην καλύτερη φάση της εδώ και μία δεκαετία, χάρη σε μεγάλο βαθμό στις προσπάθειες της ΕΚΤ να διατηρεί σε χαμηλά επίπεδα - ρεκόρ τους όρους δανεισμού για να τονώσει τις χορηγήσεις δανείων, τις δαπάνες και τις επενδύσεις, ελπίζοντας στην αύξηση του πληθωρισμού (προς τον στόχο της κεντρικής τράπεζας που είναι λίγο κάτω από το 2%). Πράγματι, τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν σήμερα έδειξαν ότι τα τραπεζικά δάνεια τόσο προς τις επιχειρήσεις όσο και προς τα νοικοκυριά αυξήθηκαν με τον υψηλότερο ρυθμό μετά την κρίση, υποδηλώνοντας ότι οι προσπάθειες της ΕΚΤ αποδίδουν καρπούς, έστω και αργότερα του αναμενόμενου.
«Αν η ανάκαμψη συνεχισθεί και οι τιμές αυξηθούν αντίστοιχα, κατά την άποψή μου, δεν υπάρχει λόγος που το Διοικητικό Συμβούλιο (της ΕΚΤ) δεν θα πρέπει να σταματήσει τις αγορές ομολόγων φέτος», σημείωσε ο Βάιντμαν, ο οποίος αναμένεται να είναι ο υποψήφιος της Γερμανίας για τη διαδοχή του επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, η θητεία του οποίου τελειώνει το επόμενο έτος. «Πιστεύω ότι είναι σημαντικό να μειώσουμε σταδιακά και αξιόπιστα τον βαθμό διευκόλυνσης της νομισματικής πολιτικής, όταν μας το επιτρέπουν οι προοπτικές αναφορικά με τις εξελίξεις των τιμών στην Ευρωζώνη».
Οι επενδυτές αναμένουν τώρα ότι η ΕΚΤ θα σταματήσει το πρόγραμμα αγορών ομολόγων, ύψους 2,55 τρισ. ευρώ, έως το τέλος του έτους, πιστεύοντας ότι ο πληθωρισμός θα συνεχίσει, αν και με βραδύ ρυθμό, να αυξάνεται. Αν και τα δάνεια στις επιχειρήσεις αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 3,4% που είναι ο υψηλότερος μετά τα μέσα του 2009, αυτός είναι λιγότερος από τον μισό της περιόδου πριν από την κρίση, υποδηλώνοντας ότι η ανάκαμψη της Ευρωζώνης έχει περισσότερα περιθώρια, ιδιαίτερα καθώς η χαλαρότητα της αγοράς εργασίας παραμένει σημαντική.
«Ένα πράγμα μου φαίνεται βέβαιο: η νομισματική ομαλοποίηση στην Ευρωζώνη θα πάρει πολύ χρόνο. Η νομισματική πολιτική θα παραμείνει πολύ επεκτατική, ακόμη και μετά το τέλος των καθαρών αγορών ομολόγων», σημείωσε ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης.
Αν και η δραστηριότητα της κεντρικής τράπεζας δεν εστιάζει στη δημιουργία κερδών, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ, η ποσοτική χαλάρωση και το αρνητικό επιτόκιο καταθέσεων, που αναγκάζει τις τράπεζες να πληρώνουν για να καταθέσουν τα χρήματά τους στις κεντρικές τράπεζες, ήταν ιδιαίτερα επικερδή. Η Μπούντεσμπανκ θα διαθέσει κέρδη ύψους 1,9 δισ. ευρώ στον γερμανικό ομοσπονδιακό προϋπολογισμό έναντι 399 εκατ. ευρώ πέρυσι, σύμφωνα με ανακοίνωσή της.