Τράπεζες

Τράπεζες: Επιστρέφει ο φόβος για τις αυξήσεις κεφαλαίου!


Πλήρη ανατροπή των επενδυτικών σεναρίων για τις τράπεζες βλέπουν στον ορίζοντα οι ξένοι διαχειριστές κεφαλαίων, καθώς επιστρέφουν οι φόβοι για άλλο ένα γύρο αυξήσεων κεφαλαίου σε «χτυπημένες» τιμές, που θα προκαλέσουν και πάλι «αιμορραγία» στους μετόχους.

Οι δύο πρώτες εβδομάδες του Σεπτεμβρίου, που ακολούθησαν τη δημοσίευση των απογοητευτικών αποτελεσμάτων του α’ εξαμήνου, ήταν τραυματικές για τον τραπεζικό δείκτη του ΧΑ, που υποχώρησε εύκολα κάτω από το χαμηλό 12μήνου των 614 μονάδων, το οποίο είχε καταγραφεί τον Νοέμβριο, όταν επικρατούσε προβληματισμός για τα τεστ αντοχής και ενδεχόμενη ανακεφαλαιοποίηση.

Μέσα στον Σεπτέμβριο, ο δείκτης έχει χάσει 22% και απέχει 45% από το υψηλό 12μήνου των 1031 μονάδων, που είχε σημειωθεί στις 30 Απριλίου, όταν η αγορά προεξοφλούσε την καλή έκβαση των stress tests.

Στελέχη της αγοράς σημειώνουν ότι πρόκειται για μια πτώση, που δεν πρέπει να αποδοθεί σε κινήσεις τακτικής ή υποτιμητικής κερδοσκοπίας από κάποια funds, αλλά σε μια σοβαρότερη διαφοροποίηση της επενδυτικής μεταχείρισης των τραπεζικών μετοχών από τους διαχειριστές κεφαλαίων, οι οποίοι μειώνουν επιθετικά τις θέσεις τους, εκτιμώντας ότι οι μετοχές του κλάδου μπαίνουν σε μια ακόμη δύσκολη περίοδο, αντί να κεφαλαιοποιούν την έξοδο από το πρόγραμμα και τη βελτίωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος.

Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι παρατηρείται ένα εντελώς παράδοξο φαινόμενο: να μειώνονται με αρκετή ταχύτητα οι αποδόσεις των ομολόγων (του 10ετούς από 4,6% έπεσε στο 4%, το τελευταίο διάστημα) και να καταρρέουν, παράλληλα, οι τραπεζικές μετοχές, ενώ ιστορικά, όπως έχει δείξει και η Goldman Sachs σε ανάλυσή της, συμβαίνει το αντίθετο (οι τιμές των τραπεζικών μετοχών συμβαδίζουν με τις τιμές των ομολόγων).

Η ψυχρολουσία

Αυτό πρέπει να αποδοθεί στην αποκάλυψη μιας εικόνας των βασικών τραπεζικών μεγεθών πολύ χειρότερης από το αναμενόμενο, με τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων εξαμήνου, η οποία ανέτρεψε τις προηγούμενες προβλέψεις των αναλυτών για αισθητή βελτίωση κερδοφορίας, αλλά και σημαντική επιτάχυνση της μείωσης των προβληματικών ανοιγμάτων.

Ενδεικτική της μεγάλης ανατροπής προβλέψεων ήταν η τελευταία έκθεση της Deutsche Bank, η οποία επανήλθε πρόσφατα στην κάλυψη των ελληνικών τραπεζικών μετοχών με αρκετά ευνοϊκή διάθεση, αλλά κατέληξε να «τσεκουρώνει» τις προβλέψεις της για τα κέρδη του 2018: κατά 43% για την Εθνική, κατά 84% (!) για την Alpha, κατά 53% για την Eurobank. Για την Πειραιώς, ο οίκος αύξησε κατά 336% (%) την πρόβλεψη για τις φετινές ζημιές ανά μετοχή.

Ταυτόχρονα, η D.B. επισήμανε την πολύ αργή πορεία μείωσης των προβληματικών ανοιγμάτων, μόλις κατά 3,5%. Αυτό φέρνει τις τράπεζες αντιμέτωπες με μια απειλή, που δεν είχε εκτιμηθεί επαρκώς ως τώρα: αναπόφευκτα, θα πρέπει να επιταχύνουν πολύ απότομα τη μείωση των NPE’s, για να επιτύχουν τους πολύ φιλόδοξους στόχους της επόμενης περιόδου (η Citi υπολογίζει ότι ως και το 2021 θα πρέπει να μειωθούν κατά 36 δισ. ευρώ τα προβληματικά ανοίγματα). Μια μείωση με τέτοιους ρυθμούς αυξάνει τον κίνδυνο για πρόσθετες ζημιές, οι οποίες θα απαιτήσουν και πρόσθετα κεφάλαια.

Οι επόμενες αυξήσεις

Με αυτά τα δυσμενή δεδομένα, οι τράπεζες καλούνται να αντιμετωπίσουν τον επόμενο γύρο υποχρεωτικής ενίσχυσης της κεφαλαιακής τους βάσης. Ως το τέλος του έτους, οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές θα υπολογίσουν το ύψος των νέων κεφαλαίων που θα πρέπει να αντλήσουν οι τράπεζες το 2019, με βάση τα αποτελέσματα των τεστ αντοχής και τις προβλέψεις τους για το μέγεθος των «μαξιλαριών» που θα πρέπει να δημιουργηθούν προληπτικά.

Το ΔΝΤ, μάλλον συντηρητικά, όπως φαίνεται τώρα, είχε υπολογίσει το καλοκαίρι ότι θα χρειασθούν έως και 1,9 δισ. ευρώ νέων κεφαλαίων. Όπως φαίνεται να διαμορφώνονται οι συνθήκες στις αγορές, τα νέα κεφάλαια θα πρέπει να αντληθούν αποκλειστικά με εκδόσεις νέων μετοχών, αφού το κόστος άντλησης κεφαλαίων με υβριδικές εκδόσεις πιθανότατα θα παραμείνει απαγορευτικά υψηλό.

Αυτές οι αυξήσεις, πριν δημοσιευθούν τα αποτελέσματα 6μήνου και ανατραπούν οι προβλέψεις για τα κέρδη των τραπεζών, φαινόταν ότι θα γίνουν χωρίς προβλήματα. Το βασικό σενάριο, μέχρι πρόσφατα, προέβλεπε ότι οι τραπεζικές μετοχές θα έμπαιναν σε ένα ράλι, χάρη στην έξοδο από το μνημόνιο και τη βελτίωση των αποτελεσμάτων τους, ώστε, όταν θα έφθανε η ώρα των αυξήσεων κεφαλαίου, να είχαν σημαντικά βελτιωμένες χρηματιστηριακές αποτιμήσεις και να μη χρειασθεί να εκδώσουν μετοχές σε «χτυπημένες» τιμές, προκαλώντας απώλειες στους παλαιούς μετόχους.

Πλέον, αυτό το σενάριο έχει «ξεθωριάσει». Οι τιμές των τραπεζικών μετοχών έχουν απομακρυνθεί ακόμη περισσότερο από τις -πολύ χαμηλές- τιμές της «τραυματικής» ανακεφαλαιοποίησης του 2015 και, αν δεν υπάρξει κάποια εντυπωσιακή αλλαγή σκηνικού μέσα στο δεύτερο εξάμηνο, δεν φαίνεται να υπάρχουν οι προϋποθέσεις για ένα ράλι των μετοχών, που θα διευκόλυνε τις αυξήσεις κεφαλαίων.

Όλα δείχνουν ότι και ο επόμενος γύρος αυξήσεων θα είναι αρκετά επώδυνος και αυτό εξηγεί τις στρατηγικές αποφάσεις των διαχειριστών κεφαλαίων για μείωση της έκθεσης των χαρτοφυλακίων τους σε τραπεζικές μετοχές: ακόμη και αν φαίνονται φθηνές οι τιμές των τραπεζικών μετοχών στο ταμπλό, απειλητικός εχθρός του φθηνού είναι το… φθηνότερο (οι νέες μετοχές που θα εκδοθούν το 2019).

Διαβαστε επισης