Μεγάλες προσδοκίες τρέφουν οι αγορές, ενόψει της συνεδρίασης, την Πέμπτη, του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, όπου αναμένεται να ληφθούν αποφάσεις για ένα νέο πακέτο αγοράς ομολόγων, ύψους τουλάχιστον 500 δισ. ευρώ. «Οτιδήποτε λιγότερο από αυτό πιθανότατα θα απογοητεύσει τις αγορές», σημειώνει το Bloomberg.
Η απόφαση είναι σημαντική και για την Ελλάδα, καθώς τα ελληνικά ομόλογα συμμετέχουν στο πρόγραμμα της ΕΚΤ για την πανδημία, με όριο αγορών 12 δισ. ευρώ από το πρώτο πακέτο των 750 δισ. ευρώ, ενώ ήδη οι αγορές που έχουν γίνει από την ΕΚΤ έχουν φθάσει τα 3,5 δισ. ευρώ και έχουν συμβάλει καθοριστικά στην υποχώρηση της απόδοσης του δεκαετούς ομολόγου από το 4%, τον Μάρτιο, στο 1,5%, στο τέλος Μαΐου. Σε ένα νέο πακέτο 500 δισ. ευρώ, υπολογίζεται ότι το «μερίδιο» της Ελλάδας θα ήταν 8 δισ. ευρώ.
Οι λόγοι που καθιστούν επιβεβλημένη την ενίσχυση του προγράμματος αγοράς ομολόγων για την πανδημία είναι τρεις, σύμφωνα με αναλυτές:
- Οι προβλέψεις της ΕΚΤ για την επίδραση της κρίσης του κορονοϊού στην ευρωζώνη χειροτερεύουν. Αυτή την εβδομάδα, η Κριστίν Λαγκάρντ προέβλεψε ότι το ποσοστό της συρρίκνωσης του ΑΕΠ θα είναι μεταξύ 8% και 12%, δηλαδή εκτιμάται ότι θα επιβεβαιωθεί το δυσμενέστερο σενάριο.
- Η ΕΚΤ παραμένει ο βασικός μηχανισμός προστασίας της οικονομίας της ευρωζώνης, ακόμη και μετά τη δημοσίευση των προτάσεων της Κομισιόν για το νέο Ταμείο Ανάκαμψης των 750 δισ. ευρώ. Οι πολιτικοί θα συνεχίσουν να συζητούν για τις κρίσιμες «λεπτομέρειες» αυτής της πρότασης και το φθινόπωρο, ενώ τα πρώτα κονδύλια αναμένεται να φθάσουν στα κράτη το 2021 και, μέχρι τότε, μόνο οι παρεμβάσεις της ΕΚΤ στα ομόλογα θα αποτρέπουν αυτό που περιέγραψε η κεντρική τράπεζα στην τελευταία της έκθεση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, δηλαδή μια επαναξιολόγηση ρίσκου των ομολόγων από τους επενδυτές, που θα έφερνε πιέσεις στις ασθενέστερες χώρες, δηλαδή κυρίως στην Ιταλία και την Ισπανία.
- Η αγορά ομολόγων διανύει περίοδο σχετικής ευφορίας και είναι χαρακτηριστικό ότι, όπως σημειώνει το Bloomberg, αυτός ο Μάιος ήταν ο καλύτερος Μάιος από το 2003 για τα ιταλικά ομόλογα. Οι κεντρικοί τραπεζίτες θα προτιμούσαν να αποφύγουν να απογοητεύσουν τους επενδυτές, ρισκάροντας μια νέα έξοδο κεφαλαίων από τα ασθενέστερα κρατικά ομόλογα.
Εξάλλου, είναι πιθανό να προχωρήσει την Πέμτπη, όπως εκτιμά ο αναλυτής της Banque Pictet, Φρεντρίκ Ντουκροζέ, σε μια σημαντική αλλαγή στους κανόνες υπολογισμούς των αρνητικών επιτοκίων καταθέσεων για τις εμπορικές τράπεζες, με τρόπο που θα είναι ευνοϊκός κυρίως για τα πιστωτικά ιδρύματα της Γερμανίας.
Η ΕΚΤ αναμένεται να «πειράξει» τους κανόνες του συστήματος δύο στρωμάτων για τον υπολογισμό των αρνητικών επιτοκίων, το οποίο εξαιρεί από τη χρέωση αποθεματικά μέχρι και έξι φορές μεγαλύτερα από το ελάχιστο εποπτικό όριο. Μια αλλαγή αυτού του κανόνα, ώστε να εξαιρεθούν ακόμη περισσότερα αποθεματικά των τραπεζών από το «πέναλτι» θα βοηθούσε κυρίως τις γερμανικές τράπεζες, που έχουν τη μεγαλύτερη ρευστότητα «παρκαρισμένη» στην ΕΚΤ.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Moody's, το πιθανότερο είναι να αυξήσει η ΕΚΤ κατά 500 δισ. ευρώ, σε 1,25 τρισ. ευρώ, τις αγορές ομολόγων μέσω του προγράμματος για την πανδημία (PEPP), καθώς με τους ρυθμούς που προχωρούν οι αγορές ομολόγων ως τώρα τα 750 δισ. ευρώ θα έχουν εξαντληθεί τον Οκτώβριο, κάτι που σημαίνει ότι θα αρχίσουν να αυξάνονται και πάλι οι αποδόσεις των ομολόγων όσο θα πλησιάζουμε προς τον Οκτώβριο. Οι κεντρικοί τραπεζίτες, όπως σημειώνει ο οίκος Moody's, θα είναι πολύ πρόθυμοι να αποτρέψουν ένα τέτοιο σενάριο αύξησης στα κόστη δανεισμού, ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπου η άντληση δανείων αυξάνεται στην ευρωζώνη με τους ταχύτερους ρυθμούς στην ιστορία.
Η ΕΚΤ, όπως εκτιμά η Moody's, όχι μόνο θα αυξήσει το ποσό των αγορών ομολόγων, αλλά και θα χαλαρώσει τους κανόνες που διέπουν το πρόγραμμα. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να αγοράσει περισσότερα υπερεθνικά ομόλογα, όπως αυτά που θα εκδώσει η Ευρωπαϊκή Ένωση για τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και να αρχίσει τις αγορές εταιρικών ομολόγων υψηλότερου κινδύνου. Επίσης, θα μπορούσε να αυξήσει τη διάρκεια του προγράμματος, που πρόκειται να λήξει στο τέλος του χρόνου, ώστε να διαρκέσει τουλάχιστον ως τα μέσα του 2021, ή και να ανακοινώσει ότι τα έσοδα από τα ομόλογα του προγράμματος θα επανεπενδύονται σε ομόλογα.