Τεράστιο χάσμα χωρίζει τις θέσεις της ΟΤΟΕ και των τραπεζών για τη νέα συλλογική σύμβαση, καθώς οι τράπεζες αποκρούουν το αίτημα των υπαλλήλων για αυξήσεις και προειδοποιούν ότι δεν θα δεσμευθούν στη νέα σύμβαση για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας, ανοίγοντας το δρόμο για απολύσεις.
Η μακρά εργασιακή ειρήνη στις τράπεζες, που διατηρήθηκε και στις ημέρες της κρίσης, παρότι υπήρξε μεγάλη μείωση της απασχόλησης στον κλάδο, φθάνει στο τέλος της, καθώς η ΟΤΟΕ προκήρυξε απεργία στις 20 Μαρτίου και διαμηνύει στους εργοδότες ότι δεν θα υποχωρήσει στα βασικά της αιτήματα.
Η ΟΤΟΕ επιμένει ότι θα πρέπει να αποκατασταθούν οι απώλειες που υπέστησαν οι τραπεζοϋπάλληλοι, στο πλαίσιο της προηγούμενης κλαδικής σύμβασης, δηλαδή να γίνουν αυξήσεις 6% σε ορίζοντα τριετίας, με το μισθό του εισαγωγικού κλιμακίου, που είχε μειωθεί από τα 1.000 στα 940 ευρώ, να επανέρχεται στα 1.000 ευρώ.
Οι τραπεζοϋπάλληλοι επιδιώκουν, επίσης, να επαναληφθεί η δέσμευση που είχε διατυπωθεί στην προηγούμενη σύμβαση για την αποφυγή απολύσεων: «η βούληση των τραπεζών και της ΟΤΟΕ είναι να προστατεύσουν την απασχόληση στον κλάδο με ευνόητο στόχο την αποτροπή απολύσεων».
Όμως, οι τράπεζες αντιπροτείνουν πολύ μικρές αυξήσεις για τους υπαλλήλους των υψηλών κλιμακίων της σύμβασης: μόλις 2 ευρώ το 2020 και άλλα 2 ευρώ το 2021 για τους υπαλλήλους από το 17ο κλιμάκιο και πάνω. Επιπλέον, προειδοποιούν ότι, αν επιμείνει η ΟΤΟΕ σε μια συζήτηση για μεγαλύτερες αυξήσεις, δεν θα επαναληφθεί η δέσμευση για την αποφυγή απολύσεων.