Αθόρυβα, χωρίς τυμπανοκρουσίες και χωρίς τις συνήθεις στο παρελθόν αντιδράσεις από αριστερά, η Ελλάδα παίρνει θέση στη σκακιέρα των γεωπολιτικών και οικονομικών ανταγωνισμών που βρίσκονται σε εξέλιξη στην ευρύτερη περιοχή της νοτιονατολικής Ευρώπης και της ανατολικής Μεσογείου. Συντάσσεται ανοιχτά με τις δυνάμεις της Δύσης, που αντιμετωπίζουν ως στρατηγική απειλή τη ρωσική επιρροή και την κινεζική οικονομική διείσδυση.
Δεν πρόκειται για μια ξαφνική στροφή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, που υπαγορεύεται από την επιθετικότητα της Τουρκίας και την ανάγκη αναζήτησης συμμάχων και διεθνών στηριγμάτων. Είναι μια διαδικασία που ξεκίνησε από τα μέσα της δεκαετίας, στην κορύφωση της δημοσιονομικής κρίσης, όταν η Ελλάδα χρειαζόταν υποστήριξη για μην εκδιωχθεί από την Ευρωζώνη – και τη βρήκε στην Ουάσιγκτον, με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ.
Ολοκληρώθηκε και επισφραγίσθηκε με την υπογραφή της νέας συμφωνίας ελληνοαμερικανικής αμυντικής συνεργασίας, που καθιστά τη χώρα μας μέρος των αμερικανικών σχεδιασμών για τη «στρατηγική περικύκλωση» της Ρωσίας και την ανάσχεση της ρωσικής οικονομικής επέκτασης και πολιτικής επιρροής στα Βαλκάνια.
Η πρόσδεση της χώρας μας στο αμερικανικό άρμα είναι πλήρης και οριστική: Η νέα συμφωνία δεν έχει καθορισμένη χρονική διάρκεια. Είναι αορίστου διαρκείας και μπορεί να διακοπεί μόνο με μονομερή καταγγελία – κάτι το οποίο μάλλον δεν θα αποτολμούσε καμία ελληνική κυβέρνηση, παρά μόνον σε ιδιάζουσες συνθήκες πολέμου ή εθνικής τραγωδίας.
Κλειδί η Αλεξανδρούπολη
Το νέο στοιχείο είναι ότι ενισχύεται η αμερικανική στρατιωτική παρουσία στη χώρα μας, με τη δημιουργία και τη χρήση υποδομών σε περιοχή στρατηγικής σημασίας για τη Ρωσία, που επιθυμούσε διακαώς να αποκτήσει πρόσβαση στο Αιγαίο, έστω και δια της οικονομικής-εμπορικής οδού.
Το κομβικό σημείο είναι το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, ελάχιστα χιλιόμετρα από τα βουλγαρικά και τα τουρκικά σύνορα και από την έξοδο των Δαρδανελίων. Η Μόσχα είχε μεγάλα σχέδια γι αυτό. Το ήθελε ως απόληξη ενός μεγάλου σιδηροδρομικού και οδικού άξονα που θα το συνέδεε μέσω Μπουργκάς-Βουκουρεστίου με το δικό της κεντροευρωπαϊκό δίκτυο και θα καθιστούσε την Αλεξανδρούπολη ρωσικό «επίνειο» στη Μεσόγειο. Ηδη είχαν γίνει κάποιες συμφωνίες για τη δημιουργία αυτού του σιδηροδρομικού άξονα, που θα ξεκινούσε με εκσυγχρονισμό της γραμμής Αλεξανδρούπολη-Ορεστιάδα και επέκταση προς Σβίλεγκραντ-Μπουργκάς-Βάρνα.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η Αλεξανδρούπολη ήταν το επίκεντρο δραστηριότητας των Ρώσων διπλωματών που απελάθηκαν από τον Ελλάδα τον Ιούλιο του 2018 – όχι μόνον για ανάμειξη στο Σκοπιανό, όπως δημιουργήθηκε τότε η εντύπωση.
Με τη νέα ελληνοαμερικανική αμυντική συμφωνία, οι Ρώσοι χάνουν οριστικά κάθε ελπίδα να κάνουν την Αλεξανδρούπολη «επίνειο» τους στη Μεσόγειο. Ένα τμήμα του λιμανιού της στρατιωτικοποιείται, η χρήση του παραδίδεται στο αμερικανικό Ναυτικό και στην περιοχή θα δημιουργηθούν μεγάλες στρατιωτικές υποδομές.
Η Αλεξανδρούπολη γίνεται επίσης κομβικό σημείο στους σχεδιασμούς των ΗΠΑ για να περιορίσουν την ενεργειακή εξάρτηση των βαλκανικών και κεντροευρωπαϊκών χωρών από το ρωσικό φυσικό αέριο. Εκεί θα φθάνει το αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο για να διοχετευθεί εν συνεχεία στις χώρες τις οποίες η Ουάσιγκτον θέλει να αποσπάσει από την ενεργειακή «αγκαλιά» της Μόσχας.
Δεν είναι μόνον γεωστρατηγικοί σχεδιασμοί, αλλά και μεγάλα οικονομικά συμφέροντα με πολιτικές προεκτάσεις.
Το μέτωπο με την Κίνα
Η στενή συνεργασία με τις ΗΠΑ δεν περιορίζεται όμως στον αμυντικό τομέα και στη συμμετοχή της χώρας μας στους αμερικανικούς σχεδιασμούς με στόχο την «περικύκλωση» της Ρωσίας. Επεκτείνεται αναγκαστικά στο μέτωπο που έχουν ανοίξει Αμερικανοί και Ευρωπαίοι απέναντι στην Κίνα.
Την ώρα που η Ελλάδα «καίγεται» για επενδύσεις και οι Κινέζοι είναι πρόθυμοι να διοχετεύσουν ποταμούς κεφαλαίων στον ενεργειακό τομέα, στις υποδομές, στον τουρισμό, σε εξαγορές επιχειρήσεων και σε στρατηγικές συμμετοχές, οι «σύμμαχοι» και εταίροι μας προσπαθούν να βάλουν φρένο σ’αυτή την οικονομική διείσδυση.
Με πιέσεις, υποδείξεις, συστάσεις και με επίκληση ευρωπαϊκών Κανονισμών, έχουν κατορθώσει μέχρι τώρα να αποτρέψουν την εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής από κινεζικούς ομίλους, να ματαιώσουν σχέδια κοινών επενδύσεων με τη ΔΕΗ και να μπλοκάρουν άλλες σχεδιαζόμενες επενδύσεις σε υποδομές μεταφορών, στις τηλεπικοινωνίες κλπ.
Η αντίφαση
Τώρα οι παρεμβάσεις είναι απροκάλυπτες και η γραμμή ξεκάθαρη. Το είπε και ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο, μιλώντας προχθές στο Μαυροβούνιο: Πρέπει να αναχαιτισθεί η κινεζική οικονομική διείσδυση. Η Ελλάδα πρέπει να προσαρμοσθεί σ’ αυτή τη στρατηγική, όσο κι αν χρειάζεται ξένες επενδύσεις για να «ξελασπώσει» η οικονομία της και να επιταχυνθεί η ανάπτυξη.
Η Κίνα περιλαμβάνει τις βαλκανικές χώρες στο σχέδιο «One Belt, One Road» και επιδιώκει να ανοίξει δρόμο για τις επιχειρήσεις της στην περιοχή. Έχει χορηγήσει δάνεια δισεκατομμυρίων δολαρίων για την κατασκευή σιδηροδρόμων, οδικών αξόνων, διαμετακομιστικών κέντρων και σταθμών ηλεκτροπαραγωγής. Η Ελλάδα είναι η προτιμώμενη χώρα, ως προγεφύρωμα οικονομικής διείσδυσης στην ΕΕ.
Η ελληνική κυβέρνηση θα βρεθεί τους επόμενους μήνες-χρόνια σε δύσκολη θέση, καλούμενη να διαχειρισθεί αυτή την αντίφαση: Από τη μια να δίνει γην και ύδωρ για να προσελκύσει επενδύσεις και από την άλλη να προσπαθεί να κρατήσει μακριά τους Κινέζους επενδυτές – αλλά και τους Ρώσους που ενδιαφέρονται για ό,τι πρόκειται να πουληθεί στον ενεργειακό τομέα (ΕΛΠΕ, ΔΕΠΑ, κομμάτια της ΔΕΗ, ΔΕΣΦΑ κλπ).
Χ. ΝΙΑΚΑΣ