«Εξαιρετικά θετική και επιτυχής η παρουσία μας ως προς τους στόχους που είχαμε θέσει», χαρακτήρισε ανώτατη κυβερνητική πηγή την επίσκεψη και τις επαφές στη Νέα Υόρκη, μιλώντας με δημοσιογράφους.
Ανέφερε ότι η συνολική εικόνα της χώρας είναι «εξαιρετικά αναβαθμισμένη» σε σύγκριση και με τις προηγούμενες επισκέψεις του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ, ενώ επισήμανε ότι για πρώτη φορά τα τελευταία πολλά χρόνια ακούγεται η Ελλάδα ως σημείο αναφοράς στην εισαγωγική ομιλία του ΓΓ του ΟΗΕ μέσα στα πέντε μεγάλα θέματα, προς την κατεύθυνση της ειρήνης και της συνεργασίας (Συμφωνία των Πρεσπών). Συμπλήρωσε δε ότι και οι επαφές του Έλληνα ΥΠΕΞ και η ζήτηση που υπήρξε για συνομιλίες με την ελληνική πλευρά «ήταν εξαιρετικά μεγάλη και φανερώνει ότι η Ελλάδα είναι ένα σημείο αναφοράς.
«Πολύ θετικά» αποτιμώνται και οι επαφές του Αλέξη Τσίπρα με «εξαιρετικά σημαντικούς οικονομικούς παράγοντες των ΗΠΑ», δεδομένου ότι συναντήθηκε με τους επικεφαλής τριών εκ των σημαντικότερων τραπεζικών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (JP Morgan, Bank of America/Merrill Lynch, Morgan Stanley). Επισήμανε επίσης ότι στο γεύμα που παρέθεσε ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ, Γουίλμπουρ Ρος, είχε μαζί του ορισμένους από τους σημαντικότερους επιχειρηματικούς παράγοντες της χώρας με συνολικά assets και κεφάλαια που διαχειρίζονται ύψους συνολικά κάποιων εκατοντάδων δισεκατομμύριων.
«Και είναι σημαντικό να διαμορφώνουν μια θετική εικόνα για τη χώρα, τα δημοσιονομικά επιτεύγματα της και τις μεταρρυθμίσεις που έχει κάνει και την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να προχωρήσει σε αυτόν τον δρόμο, ώστε να δημιουργηθεί μια θετική προδιάθεση, ένα θετικό κλίμα για σημαντικές επενδύσεις στη χώρα», είπε.
Ανάμεσα στις συζητήσεις που έγιναν στο γεύμα που παρέθεσε ο κ. Ρος, συγκαταλέγεται και ένα σχόλιο εκ μέρους του Αμερικανούς υπουργού Εμπορίου.
Όπως μεταφέρει η ανώτατη κυβερνητική πηγή, και αφού είχαν περιγραφεί από τον πρωθυπουργό οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν τα τελευταία τρία χρόνια και τα αποτελέσματα που επέφεραν στο δημοσιονομικό πεδίο, ο Αμερικανός υπουργός Εμπορίου πήρε τον λόγο και είπε πως «αυτές τις επιτυχίες θα μπορούσε να τις έχει μόνο μια αριστερή κυβέρνηση».
Η ανώτατη πηγή της κυβέρνησης σημείωσε ότι πέρα από τις υπάρχουσες επενδύσεις στην πραγματική οικονομία στην Ελλάδα, το υπάρχον επενδυτικό ενδιαφέρον που παρουσιάζεται και την προσέλκυση κι άλλων, «αυτοί οι χρηματοπιστωτικοί κολοσσοί διαμορφώνουν συνολικά το κλίμα στις αγορές ομολόγων και τις πραγματικές επενδύσεις». «Άρα, ανεξαρτήτως του πόσες επενδύσεις στην πραγματική οικονομία έχουν γίνει αυτή τη στιγμή, το να δημιουργηθεί μια θετική εντύπωση για την πορεία και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, είναι καθοριστικό για την επόμενη μέρα της ελληνικής οικονομίας συνολικά.
«Η Ελλάδα ένας πολύ κρίσιμος και χρήσιμος σύμμαχος»
Η ανώτατη πηγή της κυβέρνησης ρωτήθηκε και για τις πολύ καλές σχέσεις που έχουν εγκαθιδρυθεί ανάμεσα σε Ελλάδα και ΗΠΑ.
Ανέφερε ότι από το 2015, από την περίοδο Ομπάμα, η κυβέρνηση έχει τη στρατηγική επιλογή να έχει έναν εποικοδομητικό ρόλο στην προοπτική στρατηγικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ για να δημιουργήσει και μέσα από τις τριμερείς συνεργασίες στη ΝΑ Μεσόγειο -με Κύπρο, Αίγυπτο και Ισραήλ κυρίως- ένα πλαίσιο σταθερότητας στην περιοχή. Είναι μια στρατηγική επιλογή που προάγει τα εθνικά συμφέροντα, αναβαθμίζει τον διεθνή πολιτικό ρόλο της χώρας και η οποία δεν έρχεται σε σύγκρουση με το βασικό μας δόγμα της ενεργητικής πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής. Δηλαδή οι στρατηγικοί σύμμαχοι της χώρας ειναι δεδομένοι, αλλά δεν εμποδίζει αυτό την Ελλάδα να έχει καλές σχέσεις φιλίας και συνεργασίες με άλλες χώρες στην περιοχή, με τον αραβικό κόσμο, Ρωσία, κτλ, επισημαίνει.
Ανέφερε ότι η περίοδος Ομπάμα ήταν αυτή που συντέλεσε να αλλάξει και το κλίμα στην Ελλάδα για τον ρόλο των ΗΠΑ και τη σημασία που μπορεί να έχει η στρατηγική συνεργασία μαζί της. Στη συνέχεια, με την αλλαγή διακυβέρνησης στις ΗΠΑ, η Αθήνα υπογράμμισε τη βούληση της να συνεχίσει να αητή τη στρατηγική, «παρά τις ιδεολογικές μας διαφορές, γιατί στην εξωτερική πολιτική αυτό που προέχει είναι η υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων». «'Αρα, οι όποιες ιδεολογικές διαφορές υπάρχουν, δεν αποτελουν εμπόδιο στο να συνεχιστεί και να ενισχύεται αυτή η στρατηγική συνεργασία που προάγει τα εθνικά μας συμφέροντα», σημείωσε.
Εκτίμησε δε ότι από την πλευρά των ΗΠΑ η εμβάθυνση μιας καλής στρατηγικής συνεργασίας σχετίζεται με τις στρατηγικές επιλογές τους στην περιοχή και τις ισορροπίες στην περιοχή. «Γιατί πράγματι η Ελλάδα είναι ένα πολύ κρίσιμος και χρήσιμος σύμμαχος στην περιοχή για τις ΗΠΑ», τόνισε, εξηγώντας ότι πρόκειται για χώρα της Ευρωζώνης και του ΝΑΤΟ που γειτνιάζει με μια ευρύτερα αποσταθεροποιημένη περιοχή και έχει παραδοσιακά καλές σχέσεις με τον αραβικό κόσμο και τη Ρωσία και που μαζί με το Ισραήλ και την Αίγυπτο μπορεί να αποτελέσει έναν πυλώνα ασφάλειας, κρίσιμο και χρήσιμο, αλλά και στον βαθμό που οι σχέσεις των ΗΠΑ με την Τουρκία βρίσκονται σε μια περίοδο εντάσεων.
«Επιπλέον, έχουμε αποδείξει και ως κυβέρνηση ότι έχουμε μια πολύ σοβαρή στάση στα κρίσιμα διεθνή ζητήματα, στάση αρχών και είμαστε και αποτελεσματικοί: βγάλαμε τη χώρα από μια πολύ μεγάλη κρίση που απέτυχαν οι δυο προηγούμενες με τα δύο πρώτα προγράμματα, το κάναμε κρατώντας την κοινωνία όρθια και με τη συναίνεση μεγάλου μέρους του λαού και στην διεθνή εξωτερική πολιτική έχουμε εποικοδομητική στάση, επιλύοντας μεγάλα διεθνή προβλήματα με αποφασιστικότητα». «Όλα αυτά συντελούν στο να είμαστε μια αξιόπιστη δύναμη για τις ΗΠΑ», ανέφερε συμπερασματικά.
Η συνάντηση Ερντογάν-Κυπριακό
Αναφορικά με τη συνάντηση με τον πρόεδρο της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και τι σηματοδοτεί αυτή, η ανώτατη κυβερνητική πηγή επισήμανε πως αν συγκρίνουμε με το προηγούμενο ραντεβού, στο ΝΑΤΟ πριν από δυόμιση μήνες, «διαπιστώνουμε ότι έχει επέλθει σημαντική βελτίωση της σχέσης».
Επισήμανε ότι τότε ήταν «αγκάθι» το ζήτημα των δύο Ελλήνων στρατιωτικών που κρατούνταν στην Τουρκία και πως τότε ο πρωθυπουργός είχε δηλώσει ότι βγαίνει από εκείνη τη συνάντηση με μεγαλύτερη αισιοδοξία, αν και επρόκειτο για μια δύσκολη συνάντηση. Φάνηκε ότι παρότι δύσκολη, είχε αποτέλεσμα, σχολίασε και πρόσθεσε ότι αυτή η εξέλιξη και η κίνηση της Αθήνας να επιστρέψει αμέσως τους δύο Τούρκους στρατιωτικούς που πέρασαν τα σύνορα, έχει δημιουργήσει ένα πολύ καλύτερο κλίμα «που μας βοηθά να ξαναπιάσουμε το νήμα της οικοδόμησης σχέσεων συνεργασίας». Σε αυτό το πλαίσιο ήταν και η πρωτοβουλία Ερντογάν να προσκαλέσει τον πρωθυπουργό στην Κωνσταντινούπολη, με τον χρόνο της επίσκεψης να μην προσδιορίζεται ακόμα και ενδεχομένως να είναι μέσα στον χρόνο.
«Είναι προφανές ότι υπάρχουν και αγκάθια και δυσκολίες και ανοικτά ζητήματα μπροστά μας», τονίζει η ανώτατη κυβερνητική πηγή, περνώντας στο ζήτημα του Κυπριακού, για τον οποίο σημειώνει ότι «θέλουμε να βοηθήσουμε ώστε να υπάρξει επανεκκίνηση των συνομιλιών στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΟΗΕ, να επανεκκινήσουμε από το σημείο που το αφήσαμε στο Κραν Μοντανά, στο πλαίσιο Γκουτέρες. Είπε πως παρότι απέτυχε το Κραν Μοντανά, δεν μπορεί να πει κανείς ότι όλη αυτή η προσπάθεια διαγράφεται, «ήταν μια προσπάθεια, είχε φέρει αποτελέσματα, δημιουργήθηκε κάποια κάλυψη ενός δρόμου, μιας απόστασης και από τις δύο μεριές», εξηγώντας ότι αν θέλουμε να έχουμε πιθανότητες να οδηγήσει κάπου πρέπει να προσδιορίσουμε τη βάση του διαλόγου.
Στο ερώτημα αν θα έχουμε επανέναρξη των συνομιλιών τους προσεχείς μήνες, σε μια αναφορά που μεταφράζεται ως επιφύλαξη, η ίδια πηγή είπε: «Δεν είμαι ούτε αισιόδοξος ούτε απαισιόδοξος. Δεν μπορώ να εκφράσω μια σαφή εκτίμηση αυτή τη στιγμή. Θα ήταν υπερβολικό αν έλεγα κάποια ημερομηνία».
Σχετικά με τις εξορύξεις, στη συνάντηση με τον Ρ.Τ. Ερντογάν κατέστη σαφές από τον Έλληνα πρωθυπουργό για μια ακόμη φορά στον Πρόεδρο της Τουρκίας ότι η Κυπριακή Δημοκρατίας είναι κυρίαρχο κράτος μέλος του ΟΗΕ και της ΕΕ, έχει κυριαρχικά δικαιώματα και είναι αναφαίρετο δικαίωμα της κυβέρνησης της να τα αξιοποιήσει προς όφελος του κυπριακού λαού. Επανέλαβε και τη θέση και της ελληνικής και της κυπριακής κυβέρνησης ότι τα όποια οφέλη από την αξιοποίηση των ενεργειακών πηγών θα είναι οφέλη που θα μοιραστούν σε όλον τον Κυπριακό λαό, δηλαδή και στις δύο πλευρές, και στους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους.
Στη συνάντηση έγινε αναφορά εκ μέρους του Τούρκου Προέδρου για τους «8». Κάθε φορά υπάρχει αναφορά, αυτή τη φορά όχι τόσο έντονη όσο τις προηγούμενες φορές, σχολίασε η ίδια πηγή. Η ανώτατη κυβερνητική πηγή ήταν κατηγορηματική στο ερώτημα αν συζητήθηκε με τον Ερντογάν θέμα εξοπλισμών. «Όχι. Δεν υπήρξε καμία τέτοια συζήτηση».
Χωρίς την περικοπή συντάξεων και αντίμετρα, αλλά με τις εξαγγελίες της ΔΕΘ, το σχέδιο προϋπολογισμού που θα καταθέσει η κυβέρνηση στις 15 Οκτωβρίου στην Κομισιόν
Η πρόθεση της κυβέρνησης είναι στις 15 Οκτωβρίου να καταθέσει ένα σχέδιο προϋπολογισμού που δεν θα περιλαμβάνει την περικοπή των συντάξεων αλλά και τα αντίμετρα, αλλά θα περιλαμβάνονται τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν από τη Θεσσαλονίκη, τόνισε ανώτατη κυβερνητική πηγή, μιλώντας σε δημοσιογράφους στη Νέα Υόρκη.
Είπε ότι όσον αφορά στο προσχέδιο του προϋπολογισμού, θα καταγράφει αυτή την πρόθεση της ελληνικής πλευράς και την εκτίμηση της για τη δημιουργία του δημοσιονομικού χώρου σε ό,τι αφορά την υλοποίηση των μέτρων που εξαγγέλθηκαν απο τη Θεσσαλονίκη, πάντα μέσα στο πλαίσιο της υποχρέωσης για επίτευξης του στόχου του 3,5%. «Για μένα το κρίσιμο δεν είναι το σχέδιο του προϋπολογισμού, αλλά η διεργασία που θα γίνει στην Κομισιόν, οι απαντήσεις που θα λάβουμε, η οριστική μας απόφαση που θα αφορά την κατάθεση του κανονικού σχεδίου του προϋπολογισμού περί το δεύτερο δεκαήμερο του Νοεμβρίου», τόνισε η ίδια πηγή.
Ειδικότερα, η ανώτατη κυβερνητική πηγή εξήγησε ότι η Ελλάδα θα καταθέσει στις 15 Οκτωβρίου τον προϋπολογισμό στην Κομισιόν, όπως ισχύει για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης στο πλαίσιο του «ευρωπαϊκού εξαμήνου» και ακολούθως η Κομισιόν για όλες τις χώρες θα κάνει παρατηρήσεις, σκέψεις, διορθώσεις, τις οποίες θα στείλει πίσω σε ένα εύλογο διάστημα και ανάλογα με τις παρατηρήσεις «η ελληνική κυβέρνηση είναι αυτή που αποφασίζει την κατάθεση του σχεδίου του προϋπολογισμού μέχρι τις 20 Νοέμβρη».
Η ίδια πηγή ξεκαθάρισε ότι «η πρόθεση της κυβέρνησης είναι στις 15 Οκτωβρίου να καταθέσει ένα σχέδιο προϋπολογισμού που δεν θα περιλαμβάνει την περικοπή των συντάξεων αλλά και τα αντίμετρα, αλλά θα περιλαμβάνονται τα μέτρα» που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός στη Θεσσαλονίκη, «στον δημοσιονομικό χώρο που έχει διαμορφωθεί, γιατί υπάρχει μια σημαντική σύγκλιση το τελευταίο διάστημα ανάμεσα στις ελληνικές αρχές και την Κομισιόν». Πρόσθεσε ότι «όσον αφορά στο προσχέδιο του προϋπολογισμού θα καταγράφει αυτή την πρόθεση της ελληνικής πλευράς και την εκτίμηση μας για τη δημιουργία του δημοσιονομικού χώρου σε ό,τι αφορά την υλοποίηση των μέτρων» που εξαγγέλθηκαν στη ΔΕΘ, «πάντα μέσα στο πλαίσιο της υποχρέωσης να πιάσουμε τον στόχο του 3,5%.». «Για μένα το κρίσιμο δεν είναι το σχέδιο του προϋπολογισμού αλλά η διεργασία που θα γίνει στην Κομισιόν, οι απαντήσεις που θα λάβουμε, η οριστική μας απόφαση που θα αφορά την κατάθεση του κανονικού σχεδίου του προϋπολογισμού περί το δεύτερο δεκαήμερο του Νοεμβρίου»
Πολλή δουλειά για Tσίπρα - Καμμένο το επόμενο διάστημα
Σε ερώτημα για το πώς θα μπορούσε να ερμηνευθεί η αναφορά στον κυβερνητικό εταίρο Π. Καμμένο στην συνέντευξη που έδωσε ο πρωθυπουργός στη WSJ την Πέμπτη, ανώτατος κυβερνητικός αξιωματούχος είπε πως η αναφορά ήταν σαφής και δεν υπάρχει παραπάνω εξήγηση, «αν μελετήσει κανείς το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής είναι σαφές». Όπως προκύπτει από τη συζήτηση με την ανώτατη κυβερνητική πηγή, ο πρωθυπουργός έχει συμφωνήσει με τον κυβερνητικό εταίρο του ότι το θέμα αυτό θα το ξανασυζητήσουν τον επόμενο Μάρτιο και θα πάρουν μαζί τις αποφάσεις. Έως τότε, σημειώνει η ανώτατη κυβερνητική πηγή, υπάρχει πολλή δουλειά να κάνουν μαζί Τσίπρας-Καμμένος: να εφαρμόσουν όλα όσα εξήγγειλε ο πρωθυπουργός στη Θεσσαλονίκη, τις ελαφρύνσεις, μια πολιτική που θα είναι πολύ σημαντική για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, και θα νομοθετηθεί το επόμενο διάστημα, ώστε να δοθουν τα χρωστούμενα στους ενστόλους, τους πανεπιστημιακούς 1,1 δισ ευρώ, να θεσμοθετήσουν τη μείωση του ΕΝΦΙΑ, την μείωση των εισφορών. «Έχουν δηλαδή δουλειά να κάνουν το επόμενο διάστημα μαζί οι κυβερνητικοί εταίροι», προέκυπτε από τη συζήτηση.
Η ανώτατη κυβερνητική πηγή σημείωσε ότι η διαφωνία μεταξύ των δύο εταίρων σε ένα θέμα εξωτερικής πολιτικής, «δεν είναι καινούριο πράγμα, έχει διατυπωθεί πολλές φορές και με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους, είναι γνωστή, δεν τη κρύβουμε, θα την αντιμετωπίσουμε, θα συζητήσουμε και θα δούμε τι θα γίνει τελικά και τι θα αποφασίσει και ο ίδιος (σ.σ. ο Π.Καμμένος) όταν έρθει η ώρα».