Μια ανάσα από το φράγμα των 80 δολαρίων το βαρέλι βρίσκεται πλέον η τιμή του πετρελαίου, καθώς η πρόσφατη συμφωνία του ΟΠΕΚ και της Ρωσίας να ρίξουν στην αγορά επιπλέον 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως δεν φαίνεται να μπορεί να συγκρατήσει του κραδασμούς που πυροδοτούν οι γεωπολιτικές εξελίξεις.
Ιράν και Λιβύη είναι οι αστάθμητοι παράγοντες που καθορίζουν πλέον το τοπίο στην αγορά του μαύρου χρυσού.
Μάλιστα, οι εξελίξεις στη βορειοαφρικανική χώρα είναι ραγδαίες και καταιγιστικές. Η Εθνική Επιχείρηση Πετρελαίου, στην Τρίπολη, ανακοίνωσε αργά το βράδυ της Παρασκευής ότι σχεδιάζει να αναστείλει από την Κυριακή τις δραστηριότητες σε ακόμη δύο λιμάνια στο ανατολικό τμήμα της χώρας με αποτέλεσμα να χάνονται 800.000 βαρέλια ημερησίως από την προσφορά της Λιβύης.
Παράλληλα επίσημη κυβέρνηση και αντάρτες επιλέγουν τη σύγκρουση προκειμένου να έχουν τον έλεγχο των πετρελαϊκών τερματικών σταθμών και τη διαχείριση των εσόδων από τους υδρογονάνθρακες ωστόσο από την κόντρα τους διακυβεύεται να διακοπεί πλήρως η παραγωγή.
Ήδη από τις 14η Ιουνίου, εξαιτίας των εχθροπραξιών που έχουν διχοτομήσει τη χώρα σε ανατολική και δυτική, έχει παγώσει κάθε δραστηριότητα στη λεγόμενη πετρελαϊκή ημισέληνο, στα λιμάνια Ες Σίντερ και Ρας Λανούφ, προξενώντας απώλειες 450.000 βαρελιών την ημέρα. Εξάλλου το κλείσιμο των λιμανιών στη Ζουεϊτίνα και Αλ Χαρίγκα συνεπάγεται επιπρόσθετες απώλειες 350.000 βαρελιών ημερησίως.
«Έχουμε ξαναδεί πόσο μεγάλος είναι ο αντίκτυπος της Λιβύης στην αγορά», σχολιάζει ο Ολε Σλοθ Χάνσεν, επικεφαλής της μονάδας εμπορευμάτων στη Saxo Bank της Κοπεγχάγης. Μιλώντας στο Bloomberg ο ίδιος αναλυτής, προέβλεψε ότι η Ευρώπη θα καταλήξει να αναζητά πετρέλαιο αλλού, εφόσον παραταθούν οι κυρώσεις κατά του Ιράν και υπάρχει συνεχώς κίνδυνος πτώσης της παραγωγής στη Λιβύη.
Φυσικά τις εξελίξεις επιβαρύνει η προσπάθεια της Ουάσιγκτον να απομονώσει πλήρως το Ιράν, με πιέσεις προς διάφορες χώρες, ώστε να μηδενίσουν τις εισαγωγές ιρανικού πετρελαίου.
Ήδη οδεύουν προς την πλήρη διακοπή των εισαγωγών τους από το Ιράν ορισμένες βιομηχανίες της Ιαπωνίας, όπως η Fuji Oil Co., και ορισμένες της Ταϊβάν, όπως η Petrochemical Corp .
Ορατός είναι πλέον ο κίνδυνος η προσφορά του Ιράν να μειωθεί περαιτέρω, αν άλλες χώρες ακολουθήσουν τις ΗΠΑ και περιορίσουν τις εισαγωγές τους από τη χώρα.
Το Ιράν αντλεί καθημερινά 4,7 εκατ. βαρέλια την ημέρα ή σχεδόν το 5% της συνολικής παραγωγής, μεγάλο μέρος του οποίου το εξάγει στην Κίνα και άλλες ενεργειακά εξαρτημένες χώρες, όπως η Ινδία.
Σύμφωνα με το Reuters, η αμερικανική κυβέρνηση ελπίζει ότι άλλοι μεγάλοι παραγωγοί του ΟΠΕΚ θα ενισχύσουν την παραγωγή τους για να αντισταθμίσουν τη μείωση του ιρανικού αργού.
Εν τω μεταξύ, τα στρατηγικά αποθέματα πετρελαίου της αμερικανικής κυβέρνησης μειώθηκαν την περασμένη εβδομάδα κατά 9,89 εκατ. βαρέλια, αιφνιδιάζοντας την αγορά που περίμενε μείωση μόνο κατά 3 εκατ. βαρέλια, όπως, άλλωστε, κατέδειξαν πρόσφατες έρευνες μεταξύ παραγόντων του κλάδου.
Παράλληλα, στον ταμιευτήρα της Οκλαχόμας τα αποθέματα μειώθηκαν την περασμένη εβδομάδα κατά περίπου 2,7 εκατ. βαρέλια, ενώ αυξήθηκαν οι εξαγωγές «μαύρου χρυσού» φτάνοντας τα 3 εκατ. βαρέλια την ημέρα.
Ως εκ τούτου οι τιμές του πετρελαίου -που καλπάζουν από τις αρχές του έτους- εκτοξεύτηκαν σε ακόμη πιο υψηλά επίπεδα. Το μπρεντ έκανε νέο άλμα 2%, στα 79,45 δολάρια το βαρέλι, ενώ το αμερικανικού αργού με άνοδο λίγο μεγαλύτερη του 1% σκαρφάλωσε στα 74,25 δολάρια.
«Είμαστε σε ένα πολύ ευνοϊκό περιβάλλον για τις τιμές πετρελαίου και η άποψή μας είναι ότι η τιμή του πετρελαίου θα φθάσει τα 90 δολάρια το βαρέλι έως το τέλος του δεύτερου τριμήνου του επόμενου έτους», δήλωσε αναλυτής της Bank of America Merrill Lynch.