Τα αίτια των καταστροφικών πυρκαγιών στην Ελλάδα καταγράφονται στο πόρισμα της Ανεξάρτητης Επιτροπής Διερεύνησης, που εκπονήθηκε από τον Γερμανό καθηγητή Γιόχαν Γκόλνταμερ, Διευθυντή του Παγκόσμιου Κέντρου Παρακολούθησης Πυρκαγιών (GFMC) και παραδόθηκε σήμερα στον πρόεδρο της Βουλής Νίκο Βούτση.
Ο παγκοσμίου κύρους εμπειρογνώμων προτείνει νομοθετικές ρυθμίσεις για την ριζική αναδιοργάνωση του μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας και ένα γενικότερο πλαίσιο διατάξεων για την πρόληψη και αποφυγή καταστροφικών πυρκαγιών.
«Μετά την πολύ μεγάλη τραγωδία που συνέβη στη χώρα μας το καλοκαίρι στο Μάτι με τις φονικές πυρκαγιές, καθίσταται ακόμα πιο επείγον να ληφθούν νομοθετικές πρωτοβουλίες για την ενίσχυση του κρισιμότατου τομέα της Πολιτικής Προστασίας», δήλωσε ο Νίκος Βούτσης.
Ο πρόεδρος της Βουλής προανήγγειλε ότι το πόρισμα θα μελετηθεί από τους προέδρους και τα μέλη των αρμόδιων κοινοβουλευτικών Επιτροπών. Στη συνέχεια τα μέλη της Ανεξάρτητης Επιτροπής θα προσκληθούν σε ακροάσεις με τη συμμετοχή και άλλων αρμόδιων φορέων, έτσι ώστε να διαμορφωθεί κοινή αντίληψη για τη διαμόρφωση του νομοθετικού πλαισίου για την Πολιτική Προστασία.
«Το πόρισμα αυτό είναι το αποτέλεσμα εντατικού διαλόγου που διήρκεσε τέσσερις μήνες και στον οποίο συμμετείχαν Έλληνες επιστήμονες, ειδικοί, επαγγελματίες και εμπειρογνώμονες όλων των κλάδων. Συμμετείχαν επίσης όλες οι αρμόδιες υπηρεσίες σε επίπεδο ελληνικής κυβέρνησης και πραγματοποιήθηκε ένα στρογγυλό τραπέζι, σε εθνικό επίπεδο, τον Δεκέμβριο του 2018, στο οποίο συμμετείχαν όλοι οι αρμόδιοι παράγοντες», σημείωσε ο κ. Γκολντάμερ. Ο Γερμανός καθηγητής υπογράμμισε ότι στο πόρισμα περιλαμβάνονται οι προτάσεις της Επιτροπής για τις επείγουσες δράσεις που πρέπει να αναλάβει η ελληνική πολιτεία, προκειμένου να ενισχύσει τον ευαίσθητο τομέα της Πολιτικής Προστασίας.
Διπιστώσεις και επισημάνσεις
Στα βασικά συμπεράσμα του πορίσματος επισημαίνεται ότι οι πυρκαγιές δασών και υπαίθρου αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα του φυσικού, πολιτισμικού και περιαστικού-βιομηχανικού τοπίου στην Ελλάδα. Το πρόβλημα επιδεινώνεται λόγω των κοινωνικοοικονομικών (χρήσεων γης, δημογραφικών) και κλιματολογικών αλλαγών, της έλλειψης θεσμικών μέτρων, του ανεπαρκούς και παλαιωμένου εξοπλισμού και της αναποτελεσματικής οργάνωσης για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών.
Υπάρχει αύξηση του αριθμού των δασικών πυρκαγιών και των καμένων δασικών εκτάσεων στην Ελλάδα από τη δεκαετία του ‘80 και μετά, φθάνοντας μάλιστα τα 2.700.000 καμένα στρέμματα κατά τη δραματική χρονιά του 2007-περίπου πενταπλάσια του μέσου όρου των τελευταίων σαράντα ετών.
Όσον αφορά τους λόγους για την επιδείνωση του προβλήματος, σημαντικότατο ρόλο παίζει
- η αύξηση της ποσότητας καύσιμης ύλης, εξαιτίας της εγκατάλειψης της υπαίθρου και της ελλιπούς διαχείρισης των δασών λόγω περιορισμού των διαθέσιμων κονδυλίων, αλλά και η άνευ σχεδιασμού, οικονομική και περιφερειακή ανάπτυξη πολλών περιοχών. Παράλληλα, σημειώνεται μια αύξηση του κινδύνου εκδήλωσης και εξάπλωσης πυρκαγιών στις παρυφές των αστικών περιοχών, των οικισμών της υπαίθρου, των αγροτικών εκμεταλλεύσεων και των τουριστικών περιοχών.
Τα περιστατικά της τελευταίας δεκαετίας και ιδιαιτέρως η καταστροφική πυρκαγιά στο Μάτι τον Ιούλιο του 2018, καταδεικνύουν ότι η ανθρώπινη ασφάλεια και υγεία, ιδιωτικά και δημόσια αγαθά, καθώς και κρίσιμες υποδομές, βρίσκονται υπό την απειλή τέτοιων καταστροφικών πυρκαγιών.
Χωρίς την ύπαρξη έγκαιρου σχεδιασμού, πολλές από αυτές τις πυρκαγιές οι οποίες εκδηλώνονται στη μείξη αστικών και του τουριστικών κέντρων, αποτελούν ένα σημαντικό θέμα προς διαχείριση.
Οι αδυναμίες στο κομμάτι της αποτελεσματικής πρόληψης, μπορούν να αποδοθούν:
- Στην έλλειψη ενιαίου και κοινού σχεδιασμού αντιπυρικής προστασίας.
- Στην απουσία εγκεκριμένων και τεκμηριωμένων τοπικών αντιπυρικών σχεδίων.
- Στη δυσκολία να υιοθετηθεί η χρήση σύγχρονων τεχνολογικών εργαλείων και επιστημονικών μεθόδων στον επιχειρησιακό σχεδιασμό.
- Στην άναρχη και απρογραμμάτιστη δόμηση δασικών εκτάσεων και τη δημιουργία ζωνών μείξης δασών οικισμών γύρω από μεγάλα αστικά και τουριστικά κέντρα.