Οικονομία

Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προαπαιτούμενο επανεκκίνησης της οικονομίας


 Η ελληνική δημοσιονομική κρίση ανέδειξε με τον πλέον δραματικό τρόπο τις στρεβλώσεις του παραγωγικού προτύπου που ακολούθησε η χώρα, κυρίως τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια.

Η Ελλάδα αντιπροσωπεύει μόλις το 0,3% του παγκόσμιου ΑΕΠ και 0,15% του συνολικού πληθυσμού. Είναι παράδοξο πώς μια χώρα με τόσο μικρή οικονομία βρίσκεται μονίμως στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος, επηρεάζοντας τις εξελίξεις στην Ευρώπη, αλλά και διεθνώς.

Της ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗ*

Αναμφίβολα η εθνική οικονομία νοσεί βαριά, καθώς βρίσκεται σε διαρκή καθοδική τροχιά, με το ΑΕΠ να έχει συρρικνωθεί κατά 30% στην περίοδο 2008-2013. Κρίση παρόμοια με την ελληνική δεν έχει βιώσει καμία άλλη οικονομία κράτους του ΟΟΣΑ, μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο.

Αποτέλεσμα της παραμορφωτικής εξέλιξης της οικονομίας, η οικονομική κρίση ήταν  απόρροια λανθασμένων χειρισμών. Η χώρα έφθασε να συμπεριφέρεται καταναλωτικά σαν να είχε ΑΕΠ 310 δισ. ευρώ – πολύ πάνω από  τις δυνατότητες και το παραγωγικό δυναμικό της. Έτσι, δημιουργήθηκε ένας υπερτροφικός δημόσιος τομέας, ο οποίος οδήγησε -εντός προβλεπτού  χρόνου- τον ιδιωτικό σε έκρηξη ανεργίας, καταναλώνοντας σημαντικό μερίδιο του ΑΕΠ.

Παράλληλα, η ισχνή παραγωγική βάση, η ανάπτυξη της διευρυμένης κατανάλωσης, η αύξηση της τιμής των ακινήτων και ο υπέρμετρος δανεισμός που στηρίχθηκε στη «σιγουριά» του Δημοσίου, κατέστησαν μεταξύ άλλων την εγχώρια οικονομία απολύτως αναποτελεσματική.

Ιστορικά, έχει καταδειχθεί ότι μετά την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ, η απώλεια της ανταγωνιστικότητας δεν ήταν πλέον δυνατόν να αντιμετωπιστεί με υποτιμήσεις, αλλά μόνο με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες όμως δεν έγιναν. Ως αποτέλεσμα, ο εξωτερικός τομέας της οικονομίας είχε σταθερά αρνητική συμβολή στην εξέλιξη του ΑΕΠ, γεγονός που αντανακλάται στα μεγάλα εξωτερικά ελλείμματα και την ταχεία συσσώρευση εξωτερικού χρέους.

 Τα λάθη των μνημονίων...

Από το 2010, όμως, η ελληνική οικονομία κυριολεκτικά «εγκλωβίστηκε», μην μπορώντας να αντλήσει οποιαδήποτε χρηματοδότηση από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίου, χωρίς να πληρώνει «απαγορευτικά» υψηλά επιτόκια. Προκειμένου να μη χρεοκοπήσει προσέφυγε στη στήριξη της Τρόικας. Έκτοτε, υπεγράφησαν τρία μνημόνια, η φιλοσοφία των οποίων δεν ήταν σε κάθε περίπτωση ίδια:

• Το πρώτο, θεωρώντας ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει πρόβλημα ρευστότητας, πρόσφερε βραχυπρόθεσμα δάνεια με όχι ιδιαίτερα ευνοϊκό επιτόκιο, ενώ δεν προχώρησε σε αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.
• Τα δύο επόμενα στηρίχθηκαν στη λογική ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει πρόβλημα φερεγγυότητας. Γι αυτό το δεύτερο περιλάμβανε αναδιάρθρωση χρέους, ενώ το τρίτο περιείχε δέσμευση περαιτέρω ελάφρυνσής του.

 ...και τα θετικά αποτελέσματα

Το παράδοξο είναι ότι τα μέτρα που υιοθετήθηκαν, παρότι δεν πέτυχαν την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση, δεν μπορούν να θεωρηθούν ανεπιτυχή, δεδομένου ότι:
α) το πρωτογενές έλλειμμα από 10,2% του ΑΕΠ το 2009, μέσα σε 4 μόλις χρόνια μετατράπηκε σε πρωτογενές πλεόνασμα ίσο με 0,4% του ΑΕΠ,
β) η δημοσιονομική προσαρμογή ήταν ακόμη μεγαλύτερη (16,2%) και κατά πολύ υψηλότερη της προσαρμογής άλλων κρατών της ΕΕ
γ) το ισοζύγιο πληρωμών που εμφάνιζε το 2008 έλλειμμα ίσο με 14,5% του ΑΕΠ, το 2013 παρουσίασε πλεόνασμα της τάξεως του 0,6% του ΑΕΠ,
 δ) ο όγκος των εξαγωγών αυξήθηκε κατά 11%, ενώ ο αντίστοιχος των εισαγωγών μειώθηκε κατά 10%,
ε) έγιναν πολλές και σημαντικές μεταρρυθμίσεις (οι περισσότερες στην αγορά εργασίας), που έφεραν την  Ελλάδα στην πρώτη θέση της σχετικής κατάταξης του ΟΟΣΑ.

Παραγωγικότητα

Η επίτευξη αυτών των επιδόσεων και η βελτίωση των δεικτών είχαν σημαντικό κοινωνικό- οικονομικό κόστος: Το 2016 το ποσοστό ανεργίας υπερέβη το 30%, ενώ την ίδια χρονιά το ποσοστό φτώχειας άγγιξε το 45%. Έτσι, επιβεβλημένη θεωρήθηκε για τη μείωση των πρωτογενών δημοσιονομικών ελλειμμάτων, η αύξηση των φόρων και η μείωση των δημοσίων δαπανών. Μέτρα που εξάντλησαν και εξαντλούν τον Έλληνα πολίτη.
Είναι σαφές ότι η ελληνική κρίση χρέους έχει δρομολογήσει με επώδυνο, αλλά αναπόδραστο τρόπο τους αναγκαίους διαρθρωτικούς μετασχηματισμούς, ώστε να αναστραφούν οι τάσεις των προηγούμενων ετών. Προκειμένου η ελληνική οικονομία να ισχυροποιηθεί, χωρίς δομικές ανισορροπίες, θα πρέπει να κάνει αργά, αλλά σταθερά βήματα. Προς την κατεύθυνση αυτή κρίσιμη είναι η αύξηση της συνολικής παραγωγικότητας της οικονομίας, μέσω της βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, των θεσμών και της ποιότητας της δημόσιας διοίκησης.
• Η βελτίωση της συνολικής παραγωγικότητας μέσω θεσμικών τομών, δεν απαιτεί την αύξηση του αποθέματος των παραγωγικών συντελεστών, κεφαλαίου και εργασίας, αλλά είναι αποδεδειγμένο ότι συνεισφέρει το μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής ανάπτυξης.
• Αυτονόητη θεωρείται η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας ως προς την ποιότητα των προϊόντων και υπηρεσιών, παράλληλα με την ανάκτηση των απωλειών ανταγωνιστικότητας ως προς τις τιμές. Το τεχνολογικό περιεχόμενο και επομένως η προστιθέμενη αξία των ελληνικών προϊόντων παραμένουν χαμηλά, με αποτέλεσμα την απώλεια μεριδίων αγοράς, λόγω και του αυξανόμενου ανταγωνισμού από αναδυόμενες οικονομίες χαμηλού κόστους.
• Σε κλαδικό επίπεδο κρίσιμη είναι η ενεργός ενθάρρυνση για μετατόπιση της παραγωγής σε διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες.

Εξωστρέφεια και επενδύσεις

Οι εξελίξεις της προηγούμενης περιόδου οδήγησαν σε αύξηση της παραγωγής κυρίως υπηρεσιών οι οποίες προορίζονταν για την εξυπηρέτηση της εγχώριας αγοράς. Η χαμηλότερη παραγωγικότητα αυτών των τομέων, σε συνδυασμό με την ταχύτερη άνοδο μισθών, τιμών και περιθωρίων κέρδους, επιδείνωσε την απώλεια ανταγωνιστικότητας ως προς τις τιμές.

Τέλος, εξίσου σημαντική είναι και η προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων και ξένων κεφαλαίων σε τομείς τεχνολογικής αιχμής, υποδομών και σε τομείς με εξαγωγικό προσανατολισμό. Η σημασία του παράγοντα αυτού μεγεθύνεται μάλιστα από τη δυσκολία κινητοποίησης εγχώριων κεφαλαίων, τη στενότητα ρευστότητας και το υψηλό εγχώριο κόστος χρήματος που επέφερε η ελληνική κρίση.

Διαπιστώνεται ότι η παρούσα οικονομική κρίση δεν αποτελεί απόρροια μιας καθοδικής φάσης του οικονομικού κύκλου, αλλά είναι χρόνια κατάσταση οφειλόμενη σε διαρθρωτικές παθογένειες, που καθιστούν αναγκαία την εφαρμογή διαρθρωτικών αλλαγών για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
 Η πρώτη και σημαντικότερη την αλλαγή που απαιτείται, είναι η στροφή σε ένα εξωστρεφές οικονομικό πρότυπο που θα στηρίζεται στην αναβάθμιση των υποδομών, στην άρση των αντικινήτρων προς την επιχειρηματικότητα, στην αναβάθμιση της έρευνας και τεχνολογίας και στην ενίσχυση του ανταγωνισμού, μακριά από κάθε κρατισμό.
Η μείωση του μεγέθους του κράτους αποτελεί καθαυτή τη σημαντικότερη διαρθρωτική μεταρρύθμιση, ως μόνο τρόπο να περιοριστεί η πελατειοκρατική νοοτροπία που εμπότισε την κοινωνία την τελευταία τριακονταετία. Διαφορετικά, η οικονομία θα «καταδικαστεί» σε μακροχρόνια στασιμότητα και η δημοσιονομική εξυγίανση δε θα καταστεί βιώσιμη.

* Βασιλική Μελέτη
Οικονομολόγος - Τραπεζικός, Μέλος ΟΕΕ, 
Υπ. Διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου, Ms University of Strasbourg

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις