Η Γερμανία σχεδιάζει να θεσπίσει νομοθεσία έως τα τέλη του 2019 για να συστήσει ένα κρατικό ταμείο το οποίο θα μπορεί να προστατεύει σημαντικές εταιρίες απέναντι σε εξαγορές από κινεζικές και άλλες εταιρίες, σύμφωνα με πηγές από την κυβέρνηση.
Ο υπουργός Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ πρότεινε τη σύσταση του ταμείου τον Φεβρουάριο στο πλαίσιο μιας περισσότερο αμυντικής βιομηχανικής στρατηγικής και τρεις αξιωματούχοι δήλωσαν στο Reuters ότι η κυβέρνηση εργάζεται τώρα σε προσχέδια νόμων προκειμένου να συσταθεί και να τεθεί σε λειτουργία το ταμείο τον επόμενο χρόνο.
Δύο υψηλόβαθμοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, που δεν κατονομάζονται, δήλωσαν ότι η ιδέα ήταν το κρατικό επενδυτικό ταμείο να συνεργάζεται με τον ιδιωτικό τομέα κατά την απόκτηση ποσοστών σε εταιρίες προκειμένου να αποτρέπονται μη καλοδεχούμενες εξαγορές.
Ένας αξιωματούχος δήλωσε ότι το κράτος θα μπορούσε να αγοράσει αρχικά ένα ποσοστό και στη συνέχεια να το πουλά το συντομότερο δυνατόν σε ιδιώτες επενδυτές ενώ άλλος αξιωματούχος δήλωσε ότι το ταμείο θα μπορούσε να συνεργάζεται εξ αρχής με ιδιώτες επενδυτές.
«Στο παρελθόν, η Γερμανία ήταν πολύ απρόθυμη στον καθορισμό των εθνικών της συμφερόντων. Αυτό τώρα αλλάζει», δήλωσε ο πρώτος αξιωματούχος από την κυβέρνηση. «Βλέπουμε ότι δεν μπορούμε πλέον να καθόμαστε και να αφήνουμε να πάντα να καθορίζονται από το ελεύθερο παιχνίδι των δυνάμεων της αγοράς», δήλωσε. «Και αυτό σημαίνει μεγαλύτερη προστασία από το κράτος».
Η κίνηση της Γερμανίας, που ανέκαθεν ήταν υπέρμαχος των ελεύθερων αγορών, αποτελεί απάντηση στην κρατικά καθοδηγούμενη μεταμόρφωση της Κίνας από πελάτη σε ανταγωνιστή καθώς και στις απειλές του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για μονομερείς κυρώσεις στο εμπόριο και υψηλότερους δασμούς, δήλωσαν οι πηγές.
Για δεκαετίες, οι Γερμανοί πολιτικοί ακολουθούσαν αρχές του συντεταγμένου φιλελευθερισμού (ordoliberalism) στην μεταπολεμική οικονομία του Λούντβιχ Έρχαρτ, ο οποίος υποστήριζε ότι οι ελεύθερες αγορές θα πρέπει να καθορίζουν τους νικητές και τους ηττημένους, με το κράτος να παρέχει μόνο ένα πλαίσιο θεμιτού ανταγωνισμό.
Η γερμανική κίνηση έρχεται σε μια περίοδο κατά την οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύνολο επανεξετάζει τη βιομηχανική στρατηγική και τις σχέσεις του μπλοκ με την Κίνα υπό το φως αυξημένων επενδύσεων σε κρίσιμους κλάδους από κινεζικές κρατικές επιχειρήσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει παροτρύνει την ΕΕ να στηρίξει τις ιδέες της να ελέγξει τις κινεζικές εταιρίες και οι ηγέτες της ΕΕ αναμένεται να συζητήσουν το θέμα στη σύνοδο κορυφής στις Βρυξέλλες αυτή την εβδομάδα.
ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ
Στη Γερμανία, η κινεζική εξαγορά της εταιρίας ρομπότ Kuka το 2016 ήταν αυτή που σήμανε συναγερμό για την κυβέρνηση, η οποία υπογράμμισε την ανάγκη το κράτος να είναι πιο ενεργό, δήλωσαν οι αξιωματούχοι.
Η απόπειρα της κινεζικής State Grid πέρυσι να αγοράσει ποσοστό στην εταιρία διαχείρισης δικτύων υψηλής τάσης 50Hertz επίσης κυριαρχεί στη σκέψη των Γερμανών. Αφού το Βερολίνο δεν κατάφερε να βρει εναλλακτικό ιδιώτη επενδυτή στην Ευρώπη, η γερμανική κρατική τράπεζα KfW συμφώνησε να αποκτήσει ποσοστό στην εταιρία για να κρατήσει εκτός τους Κινέζους.
Γι’ αυτό τον λόγο η γερμανική κυβέρνηση θέλει τώρα να περάσει νέα νομοθεσία που να συστήνει το επενδυτικό ταμείο έως τα τέλη του έτους ούτως ώστε να μπορεί να τεθεί σε λειτουργία το 2020, δήλωσε ο πρώτος αξιωματούχος στο Reuters.
«Ιδανικά, θα υπάρχουν θα υπάρξουν εξαγορές ποσοστών μαζί με ιδιώτες επενδυτές», δήλωσε ο αξιωματούχος, προσθέτοντας ότι το Βερολίνο δεν σχεδιάζει να παρεμβαίνει στις αποφάσεις που αφορούν την καθημερινή λειτουργία της επιχείρησης. «Δεν έχει να κάνει με το να γίνει το κράτος επιχειρηματίας».
Το κρατικό ταμείο θα μπορούσε να το διαχειρίζεται η KfW, ή να είναι εξ ολοκλήρου μια νέα οντότητα που θα έχει τη δυνατότητα να διατηρεί ποσοστά σε επιχειρήσεις, δήλωσε ο δεύτερος αξιωματούχος.
Το σχέδιο συμβαδίζει με την απόφαση της κυβέρνησης τον Δεκέμβριο να μειώσει το όριο βάσει του οποίου μπορεί να διενεργηθεί λεπτομερής έλεγχος, ή ακόμα και να παρεμποδιστεί, η αγορά ποσοστών σε γερμανικές εταιρίες στρατηγικού χαρακτήρα από μη Ευρωπαίους επενδυτές.
Εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομίας δήλωσε ότι οι επενδύσεις από το κρατικό ταμείο θα περιορίζονται σε «πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις» και τα ποσοστά θα εξαγοράζονται για περιορισμένο διάστημα.
Τέτοιου είδους περιπτώσεις θα περιλαμβάνουν κυρίως την προστασία κρίσιμων υποδομών όπου η κυβέρνηση θεωρεί ένα μη Ευρωπαίο επενδυτή ως απειλή στα εθνικά συμφέροντα της Γερμανίας, δήλωσε ο εκπρόσωπος του υπουργείου.
«Η ιδέα και η πιθανή εφαρμογή της συζητούνται τώρα στη διαδικασία της στρατηγικής για τη βιομηχανία», δήλωσε ο εκπρόσωπος, που δεν θέλησε να κάνει κάποιο σχόλιο αναφορικά με το σχεδιαζόμενο μέγεθος του ταμείου.
‘ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ’
Ο Αλτμάιερ δήλωσε τον Φεβρουάριο, αφού παρουσίασε τη βιομηχανική στρατηγική της Γερμανίας για την επόμενη δεκαετία, ότι οι κρίσιμοι τομείς είναι μεταξύ άλλων ο χάλυβας και το αλουμίνιο, τα χημικά, τα μηχανήματα και ο μηχανολογικός εξοπλισμός εργοστασίων, τα αυτοκίνητα, ο ιατρικός εξοπλισμός, οι ‘πράσινες’ τεχνολογίες, η άμυνα, το αεροδιάστημα και η τρισδιάστατη εκτύπωση.
Μεταξύ των εταιριών, την επιβίωση των οποίων ο Αλτμάιερ χαρακτήρισε κρίσιμη για το σύνολο της οικονομίας, είναι γνωστές επιχειρήσεις όπως η Deutsche Bank, η thyssenkrupp, η Siemens και οι μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες της Γερμανίας.
Ο Αλτμάιερ δήλωσε σε συνέντευξή του στο Reuters ότι στόχος του είναι να προστατεύσει την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα και τον ηγετικό ρόλο της γερμανικής βιομηχανίας στην τεχνολογία για τις επόμενες δεκαετίες.
«Αυτό θα πρέπει επίσης να είναι βασική προτεραιότητα για την επόμενη Ευρωπαϊκή Επιτροπή», δήλωσε. «Με αυτό θα διασφαλίσουμε θέσεις εργασίας και ευημερία στη Γερμανία και την Ευρώπη. Και πάνω από όλα είναι αυτό που θα δώσει στην Ευρώπη την οικονομική της κυριαρχία και ανεξαρτησία».
Η Γερμανία και η Γαλλία, οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες στην ευρωζώνη, συνεργάζονται στενά για το πώς η ΕΕ μπορεί να αλλάξει τους κανονισμούς της για τον ανταγωνισμό και τις κρατικές επιχορηγήσεις προκειμένου να στηρίξουν τις ευρωπαϊκές εταιρίες που θεωρούνται ‘πρωταθλητές’ προκειμένου να είναι ανταγωνιστικές σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ύστερα από την απόφαση των Βρυξελλών να μπλοκάρει τη συμφωνία μεταξύ της Siemens και της Alstom για τους σιδηροδρόμους --μια συγχώνευση που στόχο είχε να αποκρούσει τον κινεζικό ανταγωνισμό-- η Γερμανίδα καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ θέλει να θέσει τη μεταρρύθμιση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για τον ανταγωνισμό ψηλά στην ατζέντα κατά τη γερμανική προεδρία στην ΕΕ το 2020.
ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ
Ενώ το πανίσχυρο γερμανικό βιομηχανικό επιμελητήριο BDI έχει αντιδράσει θετικά στο σχέδιο της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει μια πιο αποφασιστική Κίνα, να στηρίξει τους εθνικούς πρωταθλητές και τη μεταρρύθμιση του νόμου για τον ανταγωνισμό, έχει επικρίνει την ιδέα ενός κρατικού επενδυτικού ταμείου.
«Δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται νέα εργαλεία για την κρατική ιδιοκτησία για να αποτρέπονται εξαγορές εταιριών, θα πρέπει μόνο να στηρίζουν έργα νέων τεχνολογιών», δήλωσε ο γενικός διευθυντής του BDI Γιόαχιμ Λανγκ.
Υπό το φως της εντεινόμενης δυσαρέσκειας μεταξύ των βουλευτών του κυβερνητικού συνασπισμού και των βιομηχανικών φορέων, ο Αλτμάιερ προσπαθεί να διαβεβαιώσει τους επικριτές ότι η Γερμανία θα παραμείνει ανοικτή σε ξένες άμεσες επενδύσεις και ότι η κυβέρνηση θέλει να παρέμβει όσο το δυνατόν λιγότερο.
«Ωστόσο, μπορούν να υπάρξουν εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες το κράτος πρέπει να αναλάβει δράση για να αποφύγει σοβαρά μειονεκτήματα για την οικονομία συνολικά και την εθνική ευημερία της χώρας» δήλωσε ο Αλτμάιερ στο Reuters. «Για παράδειγμα σε περιπτώσεις όπου οι κρίσιμες υποδομές μας διακυβεύονται ή όταν αφορά επαναστατικές τεχνολογίες».
Ο Κάρστερν Λίνεμαν, αντιπρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας της Μέρκελ στο κοινοβούλιο και επικεφαλής της Mittelstand, της πτέρυγας εντός του μπλοκ που τάσσεται υπέρ των επιχειρήσεων, δήλωσε ότι η προσοχή που δίνει η κυβέρνηση στους εθνικούς πρωταθλητές είναι προβληματική. «Δεν θα πρέπει να συγχέουμε το μέγεθος με την ανταγωνιστικότητα», δήλωσε ο Λίνεμαν στο Reuters.
Δήλωσε ότι οι «κρυμμένοι πρωταθλητές» της Γερμανίας --κυρίως οικογενειακές επιχειρήσεις που έχουν ηγετική θέση σε ορισμένους εξειδικευμένους κλάδους-- είναι ένα καλό παράδειγμα ότι η καινοτομία συχνά προέρχεται από μικρές επιχειρήσεις.
Ο Λίνεμαν απέρριψε την ιδέα κρατικής παρέμβασης.
«Το κράτος απλά δεν έχει περισσότερες γνώσεις από την αγορά. Αυτός ο βασικός κανόνας δεν έχει αλλάξει σε περιόδους μεγάλων τεχνολογικών αναταραχών, στην πραγματικότητα μάλλον έχει συμβεί το αντίθετο».
Ερωτηθείς για το εάν το κοινοβούλιο θα μπλοκάρει τη νομοθεσία για ένα κρατικό επενδυτικό ταμείο, ο Λίνεμαν δήλωσε ότι οι βουλευτές του κυβερνητικού συνασπισμού δεν έχουν διαμορφώσει οριστικά γνώμη. Δήλωσε ότι γενικά συμμερίζονται τον στόχο της κυβέρνησης να στηρίξει τον βιομηχανικό κλάδο.
«Αλλά δεν θα το πετύχουμε αυτό αντιγράφοντας τη βιομηχανική πολιτική της Κίνας, των ΗΠΑ και της Γαλλίας».
πηγή: ΑΠΕ