Σε ανάκαμψη σταθερά για έκτο διαδοχικό τρίμηνο βρίσκεται η ελληνική οικονομία, που οδηγεί σε αύξηση της απασχόλησης και μείωση της ανεργίας διαπιστώνει στην τριμηνιαία έκθεσή του το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο.
Ταυτόχρονα επισημαίνει την παραμονή σε υψηλά επίπεδα των ληξιπρόθεσμων χρεών, όπως και των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων, παρά την κάμψη που εμφάνισαν κατά τις τελευταίες μέρες.
Ειδικότερα, το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο στην έκθεσή του καταγράφει τα ακόλουθα:
Tο ΑΕΠ εκτιµάται ότι αυξήθηκε κατά 2,2% το γ' τρίµηνο του 2018 έναντι του αντίστοιχου τριµήνου του 2017. Συνεχίζεται δηλαδή η ανάκαµψη της οικονοµικής δραστηριότητας µε ενίσχυση του ΑΕΠ για έκτο συνεχόµενο τρίµηνο (σε σχέση µε το αντίστοιχο τρίµηνο του προηγούµενου έτους). Απαιτείται αύξηση του ΑΕΠ περίπου 2,1% το τελευταίο τρίµηνο, για να επιτευχθεί ο στόχος της ετήσιας µεγέθυνσης ύψους 2,1%. Η θετική µεταβολή οφείλεται κατά βάση στην ελαφρά αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και στη σηµαντική θετική µεταβολή των αποθεµάτων, η οποία ώθησε τον ακαθάριστο σχηµατισµό κεφαλαίου 42% υψηλότερα σε σχέση µε το γ’ τρίµηνο του 2017. Σηµείο ανησυχίας αποτελεί η µεγάλη ενίσχυση των εισαγωγών κατά 15%, ιδιαίτερα λόγω της υψηλής ροπής προς τις εισαγωγές που παρατηρείται διαχρονικά στην Ελλάδα, όταν αυξάνεται το εθνικό εισόδηµα.
Ειδικότερα το γ’ τρίµηνο του 2018, η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 0,7% σε σχέση µε το γ’ τρίµηνο του 2017, διατηρώντας θετικό πρόσηµο καθόλη τη διάρκεια του 2018. Στις θετικές εξελίξεις καταγράφεται επίσης η σηµαντική άνοδος της αξίας των εξαγωγών κατά 7,6%, η οποία οφείλεται σε ανάλογη ποσοστιαία αύξηση τόσο στις υπηρεσίες (τουρισµός, µεταφορές) όσο και στις εξαγωγές αγαθών.
Η αύξηση των εισαγωγών κατά 15% οφείλεται κυρίως στις εισαγωγές αγαθών (αύξηση κατά €2 δισ.) αλλά και σε σηµαντική άνοδο των εισαγωγών υπηρεσιών κατά 442 εκατ. Σε µεγάλη κάµψη για τρίτο συνεχόµενο τρίµηνο (-4,1%) βρίσκεται η δηµόσια κατανάλωση. Τέλος, είναι µεγάλη η πτώση του ακαθάριστου σχηµατισµού παγίου κεφαλαίου. Η εξέλιξη αυτή είναι αποκλειστικά «αποτέλεσµα βάσης» της επενδυτικής κατηγορίας «άλλες κατασκευές». Συγκεκριµένα, το γ’ τρίµηνο του 2017 η αξία της συγκεκριµένης επενδυτικής κατηγορίας ξεπέρασε τα €4,5 δισ. λόγω συµβάσεων παραχώρησης αυτοκινητοδρόµων. Η αξία της ίδιας κατηγορίας το γ’ τρίµηνο του 2018 προσέγγισε τα €2,3 δισ., ποσό το οποίο «κινείται» στον µέσο όρο της τελευταίας διετίας. Όλες οι υπόλοιπες επενδυτικές κατηγορίες (κατοικίες, µεταφορικός εξοπλισµός, µηχανολογικός εξοπλισµός κ.λπ.) καταγράφουν αύξηση σε σταθερές τιµές σε σχέση µε το γ’ τρίµηνο του 2017.
Ο Εναρµονισµένος ∆είκτης Τιµών Καταναλωτή δείχνει σηµάδια ανάκαµψης τον µήνα Οκτώβριο, άνοδο τόσο σε σχέση µε τον προηγούµενο µήνα όσο και µε τον αντίστοιχο µήνα του προηγούµενου έτους. Σε µηνιαία βάση, η αύξηση για τον µήνα Οκτώβριο (0,5%) σηµειώνεται για δεύτερο συνεχή µήνα και είναι µικρότερη από την αύξηση που είχε σηµειωθεί τον Σεπτέµβριο (1,4%). Σε ετήσια βάση, παρατηρείται επιτάχυνση της αύξησης του ∆είκτη, για δεύτερο συνεχή µήνα, από 1,1% τον µήνα Σεπτέµβριο σε 1,8% τον Οκτώβριο. Στην ετήσια αύξηση επιδρούν θετικά αυξήσεις στις τιµές ειδών διατροφής, αλκοολούχων ποτών και καπνού, ξενοδοχείων - καφέ - εστιατορίων, στέγασης, µεταφορών και επικοινωνιών. Ανασχετικά επιδρούν µειώσεις στις τιµές ειδών ένδυσης και υπόδησης, διαρκών αγαθών αναψυχής - πολιτιστικών δραστηριοτήτων και εκπαίδευσης.
Απασχόληση
Η βελτίωση στην αγορά εργασίας συνεχίστηκε κατά το πρώτο εννεάµηνο του 2018. Συγκεκριµένα, το εποχικά προσαρµοσµένο ποσοστό ανεργίας περιορίστηκε σε 18,6% έναντι 18,9% του προηγούµενου µήνα και 20,8% του αντίστοιχου µήνα του 2017. Το ποσοστό αυτό είναι το χαµηλότερο από τον Ιούλιο του 2011. Ο αριθµός των απασχολούµενων ανήλθε σε 3.880 χιλ., αυξηµένος κατά 88 χιλ. (+2,3%) σε σχέση µε το 2017 και ο αριθµός των ανέργων περιορίστηκε σε 887 χιλ, µειωµένος κατά 111 χιλ. (-11,1%) σε σχέση µε τον αντίστοιχο µήνα του 2017. Επίσης, µειώθηκε ο αριθµός των οικονοµικά µη ενεργών ατόµων κατά 16 χιλ.(-0,5%).
Κατά το πρώτο δεκάµηνο του 2018, οι προσλήψεις εργαζοµένων µε σχέση εξαρτηµένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου ανήλθαν σε 2.287.876 και οι απολύσεις/αποχωρήσεις σε 2.119.594. Εποµένως, το ισοζύγιο των ροών µισθωτής απασχόλησης διαµορφώθηκε σε 168.282 νέες θέσεις εργασίας, οριακά βελτιωµένο σε σχέση µε την αντίστοιχη περίοδο του 2017 κατά 831 θέσεις. Η θετική αυτή επίδοση του ισοζυγίου δεκαµήνου αποτελεί την υψηλότερη που έχει επιτευχθεί από το 2001 µέχρι σήµερα. Σηµειώνεται, ωστόσο, πως κατά τον µήνα Οκτώβριο η απασχόληση µειώθηκε κατά 120.087 θέσεις, επίδοση η οποία αποτελεί τη χειρότερη που έχει καταγραφεί από το 2001 µέχρι σήµερα. Η µείωση αυτή οφείλεται κυρίως στα αρνητικά ισοζύγια στους κλάδους των καταλυµάτων (-85.064) και των υπηρεσιών εστίασης (-34.612), λόγω της λήξης της τουριστικής περιόδου. Από την άλλη πλευρά, θετικό ήταν κυρίως το ισοζύγιο στον κλάδο της εκπαίδευσης (+20.252), λόγω της έναρξης της σχολικής χρονιάς. Σε σχέση µε το 3ο τρίµηνο του 2018, οι περισσότεροι κλάδοι σηµείωσαν αύξηση της προστιθέµενης αξίας τους.
Στο αντίποδα οι Χρηµατοπιστωτικές και Ασφαλιστικές ∆ραστηριότητες συρρικνώθηκαν περαιτέρω σε σχέση µε το προηγούµενο έτος, ενώ ετήσια µείωση εµφανίζουν επίσης οι κλάδοι της ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης και της Ψυχαγωγίας. Τέλος, ο κλάδος της Ενηµέρωσης και Επικοινωνίας βρέθηκε σε θετικό έδαφος µε αύξηση 0,65% σε ετήσια βάση, έναντι µείωσης που είχε σηµειώσει το προηγούµενο τρίµηνο.
Βιομηχανία
Ήπια σηµάδια βελτίωσης παρουσιάζουν τους τελευταίους µήνες οι δείκτες βιοµηχανικής παραγωγής και κύκλου εργασιών. Τον Σεπτέµβριο, το επίπεδο της παραγωγής µειώθηκε σε σχέση µε τον Αύγουστο αλλά παρέµεινε υψηλότερα από τα επίπεδα του προηγούµενου τριµήνου και σαφώς υψηλότερα από τα αντίστοιχα επίπεδα του προηγούµενου έτους. Στις εξελίξεις των τελευταίων µηνών αρνητικά έχει επιδράσει η µικρή, αλλά συνεχής τους τελευταίους δύο µήνες, µείωση της παραγωγής στις µεταποιητικές βιοµηχανίες και θετικά η συνεχής βελτίωση στους τοµείς του ηλεκτρισµού και της παροχής νερού. Στις αγορές βιοµηχανικών προϊόντων, η πορεία του γενικού δείκτη κύκλου εργασιών ακολουθεί κατά βάση τη συνεχή µηνιαία βελτίωση στον τοµέα των µεταποιητικών βιοµηχανιών, αφού η µεταβλητότητα του τζίρου στον τοµέα των Ορυχείων - Λατοµείων δεν παρουσιάζει εµφανή σηµάδια αρνητικής ή θετικής τάσης.
Τους δύο τελευταίους µήνες (Οκτώβριο και Νοέµβριο) το οικονοµικό κλίµα σταθεροποιήθηκε µετά από τη σηµαντική πτώση που σηµειώθηκε τον Σεπτέµβριο του 2018. Η τιµή του δείκτη για τον µήνα Νοέµβριο επανήλθε στα επίπεδα των αρχών του έτους και υψηλότερα σε σύγκριση µε το Νοέµβριο του 2017. Στις θετικές τάσεις του τελευταίου µήνα συµβάλλουν βελτιώσεις σε όλα τα ισοζύγια εκτός του Λιανικού Εµπορίου, δηλαδή των ισοζυγίων προσδοκιών στις Υπηρεσίες, Βιοµηχανία, Κατασκευές καθώς και της Καταναλωτικής Εµπιστοσύνης. Παρά τις βελτιώσεις, τα ισοζύγια Καταναλωτικής Εµπιστοσύνης και Επιχειρηµατικών Προσδοκιών στις Κατασκευές παραµένουν αρνητικά σε σηµαντικό βαθµό.
Ο Κρατικός Προϋπολογισμός ( ΚΠ) παρουσίασε θετική εικόνα το πρώτο δεκάµηνο του 2018, µε τα έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού (προ επιστροφών και άνευ αποκρατικοποιήσεων) να συγκλίνουν µε το στόχο. Ειδικότερα, τόσο οι άµεσοι όσο και οι έµµεσοι φόροι παρουσίασαν οριακή υπέρβαση έναντι του στόχου. Από την πλευρά τους, οι πρωτογενείς δαπάνες του ΤΠ, ήταν ελαφρώς µειωµένες κατά 0,9% έναντι του αντίστοιχου στόχου, µε το ποσοστό εκτέλεσης τους να ανέρχεται στο 75,6% των προβλεπόµενων ετήσιων δαπανών. ∆εδοµένου ότι και το τρέχον έτος αναµένεται να καταγραφεί πλεόνασµα σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης ( ΓΚ) υψηλότερου του στόχου, αποφασίστηκε η διανοµή κοινωνικού µερίσµατος ύψους €710 εκατ. το οποίο θα καταβληθεί στους δικαιούχους, στο τέλος του έτους, βάσει εισοδηµατικών/περιουσιακών και οικογενειακών κριτηρίων.Την περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2018, η ΓΚ εµφάνισε υψηλότερο ταµειακό πρωτογενές πλεόνασµα σε σχέση µε την αντίστοιχη περίοδο του 2017, ύψους €6.680 εκατ. έναντι €6.369 εκατ. το 2017. Η εν λόγω διεύρυνση του πρωτογενούς πλεονάσµατος της ΓΚ υποστηρίχθηκε από την αύξηση σε ετήσια βάση των εσόδων της ΓΚ, κατά 2,1%. Αντίθετα, οι πρωτογενείς δαπάνες της ΓΚ, όντας αυξηµένες κατά 1,8%, δεν συνεισέφεραν στη βελτίωση του αποτελέσµατος της ΓΚ. Στο σκέλος των εσόδων, την υψηλότερη αύξηση -κατά €1.751 εκατ.- παρουσίασαν τα έσοδα από φόρους (µετά επιστροφών).
Στα βελτιωµένα φορολογικά έσοδα συντέλεσε κυρίως η αύξηση των εισπράξεων από έµµεσους φόρους -ειδικότερα ΦΠΑ- και δευτερευόντως η αύξηση των εισπράξεων από άµεσους φόρους, καθώς και η µείωση των δαπανών για επιστροφές φόρων. Η αύξηση των εισπράξεων ΦΠΑ οφείλεται κυρίως: α) στην αυξηµένη τουριστική κίνηση κατά τη θερινή περίοδο και τη γενικότερη αύξηση της οικονοµικής δραστηριότητας, β) στην αύξηση από 1/1/2018 των συντελεστών ΦΠΑ σε ορισµένα νησιά στα οποία ίσχυε ακόµη µέχρι πρότινος το ευνοϊκό καθεστώς ΦΠΑ1 και γ) στην αύξηση της αποτελεσµατικότητας του φοροεισπρακτικού µηχανισµού. Στο σκέλος των δαπανών, την υψηλότερη αύξηση καταγράφουν οι δαπάνες για αµοιβές προσωπικού, κατά 570 εκατ. ευρώ. Οι αυξηµένες δαπάνες για αµοιβές προσωπικού αντανακλούν τόσο την αυξηµένη δαπάνη για εργοδοτική εισφορά υπέρ του ΕΦΚΑ, όσο και την αύξηση της µισθολογικής δαπάνης, κυρίως λόγω της αναµόρφωσης των ειδικών µισθολογίων και τις µισθολογικές ωριµάνσεις των εν ενεργεία δηµόσιων υπαλλήλων. Σηµειώνεται ότι σε επίπεδο δωδεκαµήνου προβλέπεται ακόµη υψηλότερη αύξηση των δαπανών για αµοιβές προσωπικού σε ετήσια βάση, κυρίως λόγω της καταβολής αναδροµικών στους δικαιούχους των ειδικών µισθολογίων -εν ενεργεία και συνταξιούχους δηµόσιους λειτουργούς (για µία συνοπτική απεικόνιση σε ετήσια βάση των εκτιµήσεων και προβλέψεων του προϋπολογισµού 2018-2019
Τον Οκτώβριο του 2018, οι ληξιπρόθεσµες υποχρεώσεις της ΓΚ (συµπεριλαµβανοµένων των εκκρεµών επιστροφών φόρων) ανήλθαν σε €2.620 εκατ. παραµένοντας στα ίδια σχεδόν επίπεδα σε σχέση µε τον προηγούµενο µήνα. Σε ετήσια βάση σηµειώθηκε µεγάλη αποκλιµάκωση των ληξιπρόθεσµων οφειλών (µη συµπεριλαµβανοµένων εκκρεµών επιστροφών φόρων) από €3.458 εκατ. τον Οκτώβριο του 2017 σε €1.993 ευρώ τον Οκτώβριο του 2018 (-42% περίπου). Σηµαντική µείωση, µικρότερης ωστόσο κλίµακας, καταγράφτηκε και στις εκκρεµείς επιστροφές φόρων οι οποίες, από €832 εκατ. τον Οκτώβριο του 2017, έχουν µειωθεί στα €627 εκατ. τον Οκτώβριο του 2018 (-25% περίπου).
Πάντως το τελευταία πεντάµηνο, το υπόλοιπο των ληξιπρόθεσµων υποχρεώσεων παραµένει σχετικά στάσιµο (κυµαίνεται περί τα €2 δισ.), ενώ δεν φαίνεται να είναι εφικτή η πλήρης εκκαθάρισή τους, έως στο τέλος του έτους, όπως είχε προβλεφθεί. Επισηµαίνεται ότι, στο πλαίσιο της ενισχυµένης εποπτείας οι αρχές έχουν δεσµευτεί να εκκαθαρίσουν το σύνολο των ληξιπρόθεσµων υποχρεώσεων του δηµοσίου προς τρίτους και να αποφύγουν τη συσσώρευση νέων. Επόµενη ηµεροµηνία ορόσηµο στον τοµέα αυτό είναι τα τέλη Φεβρουαρίου 2019, οπότε έχει προγραµµατιστεί να λάβει χώρα η 2η έκθεση αξιολόγησης της ελληνικής οικονοµίας.
Η εξέλιξη των ληξιπρόθεσµων απαιτήσεων του ελληνικού δηµοσίου παραµένει αυξητική. Το γεγονός αυτό αποδίδεται τόσο στην σύνθεση του παλαιού ληξιπρόθεσµου κεφαλαίου όσο και στην συνεχιζόµενη υστέρηση των εισπράξεων έναντι των νέων ληξιπρόθεσµων απαιτήσεων. Ωστόσο, η υστέρηση αυτή χαρακτηρίζεται από φθίνοντα ρυθµό το εννεάµηνο του τρέχοντος έτους, σε σχέση µε την αντίστοιχη περίοδο των ετών 2014-2017. Συγκεκριµένα, σε χαµηλό πενταετίας ανήλθαν οι νέες ληξιπρόθεσµες απαιτήσεις την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεµβρίου 2018 που έφτασαν τα €7.838 εκατ., ενώ είναι µειωµένες κατά €1.419 εκατ. σε σχέση µε την αντίστοιχη περσινή περίοδο – και πολύ περισσότερο σε σχέση µε τα προηγούµενα έτη. Βελτιωµένες είναι οι επιδόσεις σε επίπεδο εισπράξεων την εν λόγω περίοδο, οι οποίες αυξήθηκαν κατά €430 εκατ. περίπου σε σχέση µε τα έτη 2016 & 2017 και ανήλθαν σε €3.993 εκατ. ενώ σε σχέση µε τα έτη 2014 & 2015 η αύξηση είναι πολλαπλάσια. Η υψηλή «εισπρακτική επίδοση» επί των ληξιπρόθεσµων απαιτήσεων συνέβαλε σηµαντικά στην επίτευξη του στόχου των εσόδων του προϋπολογισµού, για το 2018.
Ελαφρώς ανοδικά κινήθηκε η απόδοση των ελληνικών οµολόγων κατά το τελευταίο τρίµηνο, αφού διαµορφώθηκε κατά µέσο όρο στο 4,39% ενισχυµένη κατά 30 µονάδες βάσης σε σχέση µε το προηγούµενο τρίµηνο. Η εν λόγω αύξηση υποδηλώνει την ευαισθησία των ελληνικών οµολόγων στις ευρωπαϊκές και διεθνείς εξελίξεις. Η διαµάχη µεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της ιταλικής κυβέρνησης αναφορικά µε τον προϋπολογισµό της Ιταλίας για το έτος 2019 άσκησε αυξητικές πιέσεις στις αποδόσεις των ιταλικών οµολόγων, µε αποτέλεσµα η απόδοση του δεκαετούς να φθάσει στο 3,5%. Μετριάστηκε ελαφρώς τις τελευταίες ηµέρες -διαµορφώνεται πλέον περί το 3,2%- καθώς υπάρχουν σοβαρές προσδοκίες για επίτευξη συµφωνίας µεταξύ των δύο πλευρών.
Η πτώση της απόδοσης των ιταλικών οµολόγων οδήγησε στην αποκλιµάκωση της απόδοσης του ελληνικού οµολόγου. Επιπλέον σε υψηλά επίπεδα κινείται η διαφορά της απόδοσης µεταξύ του 10ετούς αµερικάνικου και του 10ετούς γερµανικού οµολόγου η οποία ανέρχεται στο 2,7%. Πάντως, η συµφωνία µεταξύ ΗΠΑ και Κίνας για αναστολή στην προγραµµατισµένη από 1/1/2019 επιβολή αυξηµένων εµπορικών δασµών στα κινεζικά προϊόντα ενδέχεται να αποκλιµακώσει την απόδοση των αµερικανικών οµολόγων. Η ενίσχυση των ταµειακών διαθεσίµων ασφαλείας του ∆ηµοσίου κατά το τρέχον έτος συµβάλλει στη διατήρηση του κόστους χρηµατοδότησης του ελληνικού χρέους σε ελεγχόµενο επίπεδο, ακόµη και σε περίπτωση παράτασης ή επιδείνωσης της δυσµενούς οικονοµικής συγκυρίας.