Οι κατασκευαστές εμβολίων κατά της γρίπης σε όλο τον κόσμο παρήγαγαν αριθμό-ρεκόρ δόσεων για την περίοδο 2020-2021, με τις αρχές να ελπίζουν ότι θα ξαλαφρώσουν από αρρώστους τα νοσοκομεία την ώρα που αναμένεται μια αναζωπύρωση της πανδημίας COVID-19.
Για τους 330 εκατομμύρια Αμερικανούς, συνολικά 194 έως 198 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων θα παραχθούν αυτήν την περίοδο έναντι 175 εκατομμυρίων πέρυσι, μια αύξηση 11%, σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (CDC).
Το γιγαντιαίο δίκτυο φαρμακείων CVS, όπου ο εμβολιασμός γίνεται χωρίς συνταγή, παρήγγειλε τις διπλάσιες δόσεις σε σχέση με το 2019, ήτοι 18 εκατομμύρια.
Η βιομηχανία Seqirus υπολογίζει σε αύξηση της παραγωγής κατά 15% (60 εκατ. δόσεις έναντι 52), όπως και η Sanofi (80 εκατ. έναντι 70). Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο γαλλικός όμιλος καταγράφει μια αύξηση 20%.
«Έχουμε λάβει μια τεράστια παραγγελία από τους πελάτες μας», λέει στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Μάικλ Γκρίνμπεργκ, ιατρικός υπεύθυνος για τα εμβόλια στη Βόρεια Αμερική της Sanofi Pasteur, που είναι μία από τις τρεις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες μαζί με τη Seqirus και την GSK.
Η Sanofi έστειλε τις πρώτες παρτίδες της στις 22 Ιουλίου, τρεις εβδομάδες νωρίτερα σε σχέση με το 2019.
Η γρίπη σκότωσε από 24.000 έως 62.000 ανθρώπους στις Ηνωμένες Πολιτείες πέρυσι. Βοηθώντας να απελευθερωθούν νοσοκομειακές κλίνες, ο εμβολιασμός κατά της γρίπης θεωρείται ως ένα από τα μέτρα δημόσιας υγείας προκειμένου να εξασθενίσει την άλλη επιδημία, αυτήν της Covid-19.
«Ανησυχώ πολύ για το φθινόπωρο», λέει στο AFP ο Λόρενς Γκόστιν, του Πανεπιστημίου Τζορτζτάουν, που κάλεσε από τις στήλες της ιατρικής επιθεώρησης Jama σε μια πολύ επιθετική εκστρατεία εμβολιασμού στα σχολεία. «Ο κόσμος δεν σκέπτεται τη γρίπη, σκέπτεται μόνο την Covid».
Οι Αμερικανοί περιλαμβάνονται ήδη μεταξύ των πιο εμβολιασμένων πληθυσμών στον κόσμο κατά της γρίπης: ο εμβολιασμός συνιστάται από την ηλικία των έξι μηνών, ενώ σε άλλες χώρες, μεταξύ των οποίων και στη Γαλλία, συνιστάται σε ανθρώπους που κινδυνεύουν από επιπλοκές, μεταξύ των οποίων οι άνω των 65 ετών.
Το αποτέλεσμα είναι πως το 63% των παιδιών και το 45% των ενήλικων Αμερικανών είχαν εμβολιαστεί το 2018-2019 -- όπως και το 68% των άνω των 65 ετών, έναντι 50% στη Γαλλία.
Όμως εφέτος, οι Αμερικανοί θα πρέπει να αλλάξουν τις συνήθειές τους. «Πολλοί άνθρωποι εμβολιάζονται κανονικά στη δουλειά ή στις πανεπιστημιουπόλεις, όμως πολλές επιχειρήσεις ή σχολές είναι κλειστές», προειδοποιεί ο Λόρενς Γκόστιν.
Η βιομηχανία είναι έτοιμη
Η βιομηχανία είναι έτοιμη: τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και οι εθνικές υγειονομικές αρχές επιλέγουν τα τέσσερα στελέχη του ιού της γρίπης που θεωρείται πιο πιθανό να κυκλοφορήσουν τον χειμώνα που ακολουθεί στο βόρειο ημισφαίριο.
Εκατοντάδες εκατομμύρια αυγά --το παραδοσιακό περιβάλλον για την επώαση των ιών προτού επανενεργοποιηθούν και γίνουν τα εμβόλια-- παραδίδονται στα εργαστήρια, στη συνέχεια η παραγωγή συνεχίζεται όλη την άνοιξη, έως το γέμισμα των συρίγγων το καλοκαίρι.
Για τη Sanofi στις Ηνωμένες Πολιτείες, όλα γίνονται σε δύο εργοστάσια στην Πενσιλβάνια και στην πολιτεία της Νέας Υόρκης. Στα ίδια όπου θα μπορούσε να παραχθεί ένα μελλοντικό εμβόλιο κατά του νέου κορονοϊού.
Όμως, προς το παρόν δεν υπάρχει ανταγωνισμός, λέει ο Μάικλ Γκρίνμπεργκ, και η αμερικανική κυβέρνηση έχει δώσει δύο δισεκατομμύρια δολάρια στον όμιλο προκειμένου να μεγαλώσει τις γραμμές παραγωγής του.
«Έχουμε όλα όσα πρέπει και εργαζόμαστε εκ του σύνεγγυς με τους προμηθευτές μας φιαλιδίων και συρίγγων για τα επόμενα χρόνια», λέει από την πλευρά του ο Ντέιβ Ρος, διευθυντής εμπορικών επιχειρήσεων της Seqiris στη Βόρεια Αμερική, αναφερόμενος στο γυαλί και σε άλλα υλικά που θα είναι απαραίτητα για τα μελλοντικά εμβόλια κατά της Covid-19.
Ένα επίσης αισιόδοξο σενάριο είναι πιθανό για τον χειμώνα: η απαγόρευση των χειραψιών και η χρήση μάσκας αναμένεται να μειώσουν τη συχνότητα όλων των αναπνευστικών ιών, μεταξύ των οποίων και εκείνου της γρίπης.
«Ελπίζουμε ότι όλα αυτά θα έχουν αποτέλεσμα και θα υπάρξουν λιγότερα περιστατικά γρίπης», λέει ο Χένρι Μπερνστάιν, της ιατρικής σχολής Hostra/Northwell, που είναι επίσης μέλος του συμβουλευτικού συμβουλίου για τις πρακτικές εμβολιασμού.