Στις 6 Δεκεμβρίου, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Donald Trump, ανακοίνωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αναγνωρίσουν την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και τελικά θα μεταφέρουν την αμερικανική πρεσβεία εκεί, δημιουργώντας μια ρήξη με σχεδόν 70 χρόνια αμερικανικής πολιτικής. Οι διπλωμάτες και οι νομικοί θα επιχειρηματολογήσουν κατά πόσο η ανακοίνωση του Τραμπ προδικάζει το καθεστώς της Ιεράς Πόλης σε μια τελική ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων. (Η ομιλία του Trump άφησε ανοιχτή την θέση των Ηνωμένων Πολιτειών σχετικά με αυτό που κατονόμασε ως «συγκεκριμένα όρια της ισραηλινής κυριαρχίας στην Ιερουσαλήμ»). Αλλά, ανεξάρτητα από την απάντηση, η δουλειά του Abbas πρόκειται να γίνει πολύ δυσκολότερη.
Για δύο λόγους, ο Παλαιστίνιος πρόεδρος δεν είχε άλλη επιλογή παρά να καταδικάσει έντονα την αλλαγή πολιτικής των ΗΠΑ. Ο πρώτος αφορά την εγχώρια θέση του. Κανένας Παλαιστίνιος ηγέτης -ιδιαίτερα ένας αδύναμος όπως είναι σήμερα ο Αμπάς- δεν θα μπορούσε να πάει ενάντια στις έντονες διαμαρτυρίες που σύντομα θα αναδυθούν ως απάντηση της ανακοίνωσης του Trump . Ούτε μπορεί να αντέξει ο Αμπάς να θεωρηθεί ότι ακολουθεί μια πιο ήπια γραμμή έναντι της ανακοίνωσης από όσο η Χαμάς και οι άλλοι παίκτες της περιοχής –η Αίγυπτος, η Ιορδανία, η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία, για να αναφέρουμε μερικούς- που έχουν ήδη καταδικάσει την αλλαγή.
Ο δεύτερος περιορισμός για τον Abbas περιστρέφεται γύρω από την ειρηνευτική διαδικασία. Ο Αμπάς θα ανησυχεί για το γεγονός ότι η ανακοίνωση του Τραμπ προοιωνίζεται την πλήρη υιοθέτηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες της ισραηλινής θέσης σχετικά με την Ιερουσαλήμ -δηλαδή ότι η Ιερουσαλήμ είναι η αδιαίρετη πρωτεύουσα του Ισραήλ και δεν θα πρέπει να φιλοξενεί παλαιστινιακή πρωτεύουσα- κάτι που οι Παλαιστίνιοι απορρίπτουν.
ΠΗΓΗ: premium.paratiritis.gr