Πριν ακόμη ολοκληρωθεί και τυπικά το τρίτο μνημόνιο, η οικονομία μπαίνει σε νέα κατάσταση πολιορκίας, με το Βερολίνο και το ΔΝΤ να ασκούν αφόρητη πίεση για την εφαρμογή συμφωνημένων μέτρων, όπως η μείωση συντάξεων, και τους ιδιώτες επενδυτές να απομακρύνονται από τα ελληνικά ομόλογα, υποχρεώνοντας την κυβέρνηση να αναβάλει μέχρι νεοτέρας την έκδοση 10ετούς ομολόγου.
Οι πιστωτές του επίσημου τομέα δείχνουν το αυστηρό τους πρόσωπο στην κυβέρνηση, ενόψει της κρίσιμης διαπραγμάτευσης για τον προϋπολογισμό του 2019, του πρώτου από το 2010 που -τυπικά, τουλάχιστον…- η Αθήνα θα καταρτίσει χωρίς τα ασφυκτικά δεσμά της μνημονιακής επιτήρησης.
Η πίεση για να διατηρηθεί η οικονομική πολιτική στην ίδια γραμμή που είχε χαραχθεί τα προηγούμενα χρόνια φθάνει στην Αθήνα από δύο πλευρές:
- Το ΔΝΤ ξεκαθάρισε με απόλυτο τρόπο, μέσω της έκθεσης του άρθρου IV, ότι η μείωση των συντάξεων, το 2019, και του αφορολόγητου ορίου, το 2020, θεωρούνται στην Ουάσιγκτον ως μέτρα αδιαπραγμάτευτα, όχι για δημοσιονομικούς λόγους, αλλά για διαρθρωτικούς. Δηλαδή, να γίνει πιο φιλική η οικονομική πολιτική προς την οικονομική ανάπτυξη, όπως έχει τονίσει κατ’ επανάληψη το Ταμείο. Αυτές οι αυστηρές προτροπές του Ταμείου δεν έχουν μόνο θεωρητικό χαρακτήρα, ούτε μπορούν εύκολα να αγνοηθούν από την κυβέρνηση: το Ταμείο δεν μπορεί να «τιμωρήσει» ευθέως την Αθήνα, εάν παρεκκλίνει από τα συμφωνηθέντα, όμως η «τιμωρία» θα έλθει από τις αγορές, με τη μορφή της απόσυρσης κεφαλαίων από ομόλογα και μετοχές, αμέσως μόλις διαπιστωθεί ότι η κυβέρνηση δεν εφαρμόζει τις συστάσεις του ΔΝΤ.
- Το Βερολίνο ξεκαθαρίζει, από την πλευρά του, ότι οι μελλοντικές «παροχές» για το χρέος, δηλαδή πρωτίστως η επιστροφή των κερδών του Ευρωσυστήματος από τα ελληνικά ομόλογα, θα πρέπει να εγκρίνονται από το γερμανικό Κοινοβούλιο, το οποίο, όπως είναι ευνόητο, θα «ανάβει πράσινο» μόνο όσο εφαρμόζονται τα συμφωνημένα μέτρα οικονομικής πολιτικής και δεν «ξηλώνονται» μνημονιακές μεταρρυθμίσεις. Με απλά λόγια, οποιαδήποτε προσπάθεια αναίρεσης ή αναβολής των μέτρων για τις συντάξεις θα θέσει σε κίνδυνο τα δισεκατομμύρια που περιμένει η Ελλάδα από το Ευρωσύστημα. Ακόμη χειρότερα, με βάση και την απόφαση του Eurogroup, το γερμανικό Κοινοβούλιο μπορεί να μπλοκάρει και τα «μεγάλα» μέτρα για το χρέος, όπως η επιμήκυνση της περιόδου χάριτος του δανείου του EFSF, αν κρίνει ότι η Ελλάδα δεν εφάρμοσε κατά γράμμα το μεταμνημονιακό πρόγραμμα.
Πίεση και από την αγορά
Σε αυτές τις πιέσεις από τους πιστωτές του επίσημου τομέα έρχονται να προστεθούν, τις τελευταίες ημέρες, οι πιέσεις και από τους ιδιώτες επενδυτές της αγοράς ομολόγων, οι οποίοι ρευστοποιούν ελληνικούς τίτλους, με αποτέλεσμα η απόδοση των 10ετών ομολόγων να έχει ξεφύγει και πάλι πάνω από το 4%.
Σε μεγάλο βαθμό, αυτή η εξέλιξη συνδέεται με την «αναζωπύρωση» της ιταλικής κρίσης. Οι επενδυτές εγκαταλείπουν τα ιταλικά ομόλογα, καθώς φοβούνται ότι η διαδικασία διαπραγμάτευσης για το νέο ιταλικό προϋπολογισμό μεταξύ Ρώμης και Βρυξελλών θα οδηγήσει σε συγκρούσεις, ενώ δεν αποκλείεται να υπάρξει και νέα πολιτική αναταραχή στην Ιταλία, που θα μπορούσε να καταλήξει ακόμη και σε πρόωρες εκλογές.
Όμως, το πρόβλημα των ελληνικών ομολόγων δεν είναι μόνο «εισαγόμενο». Οι επενδυτές στις ΗΠΑ, κατά την πρόσφατη επίσκεψη Τσακαλώτου, ξεκαθάρισαν ότι δεν ενδιαφέρονται στο άμεσο μέλλον για μια νέα έκδοση ελληνικών ομολόγων, ενώ όσα funds κατέχουν ακόμη ομόλογα του PSI δεν έδειξαν ενδιαφέρον να τα ανταλλάξουν με νέα 10ετή ομόλογα, λαμβάνοντας υπόψη ότι η πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας παραμένει χαμηλότερη από την επενδυτική βαθμίδα.
Το μήνυμα και από τους επενδυτές της αγοράς ομολόγων είναι περίπου ταυτόσημο με αυτό που στέλνουν οι δανειστές του επίσημου τομέα: η Ελλάδα καλείται να επιβεβαιώσει, με το νέο προϋπολογισμό που θα καταρτισθεί το φθινόπωρο, ότι μένει συνεπής στα συμφωνηθέντα για τις συντάξεις και δεν «ξηλώνει» άλλες μεταρρυθμίσεις που θεωρούνται σημαντικές. Μέχρι να επιβεβαιωθεί ότι η κυβέρνηση παραμένει στην ίδια γραμμή οικονομικής πολιτικής με αυτή που ακολουθήθηκε στα «μνημονιακά» χρόνια, η αγορά ομολόγων θα παραμένει «κλειστή» για την Ελλάδα.
Οι νέες πιέσεις, που δημιουργούν ένα ασφυκτικό κλοιό για την οικονομία, έρχονται σε μια περίοδο που η κυβέρνηση έχει ανάγκη μια φιλολαϊκή στροφή στην οικονομική πολιτική, ώστε να επιβεβαιωθεί ότι η έξοδος από το μνημόνιο θα έχει αντίκρισμα για τους πολίτες. Έτσι, ο πρωθυπουργός και το οικονομικό επιτελείο έχουν να λύσουν ένα πολύ δύσκολο «σταυρόλεξο», ενόψει της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, αλλά και της κατάθεσης του προσχεδίου του προϋπολογισμού, στις 20 Οκτωβρίου.