Έντονη δυσφορία στους ευρωπαϊκούς Θεσμούς, που πιέζουν έντονα για απτά αποτελέσματα στο πλαίσιο και της 13ης αξιολόγησης της οικονομίας, έχουν προκαλέσει, σύμφωνα με πληροφορίες, οι απογοητευτικές καθυστερήσεις στις ρυθμίσεις οφειλών με τον νέο εξωδικαστικό μηχανισμό, που παραμένει καθηλωμένος από δυσλειτουργίες σε πολύ αργούς ρυθμούς έγκρισης ρυθμίσεων, παρότι προορίζεται από την κυβέρνηση και τις Βρυξέλλες να αποτελέσει το «βαρύ πυροβολικό» του νέου πτωχευτικού νόμου.
Στην προηγούμενη, δωδέκατη κατά σειρά διαδικασία ελέγχου της ελληνικής οικονομίας, οι ευρωπαϊκοί Θεσμοί είχαν εκφράσει συγκρατημένη ικανοποίηση για το γεγονός ότι είχαν εκδοθεί οι περισσότερες από τις υπουργικές αποφάσεις που χρειάζονταν για την πλήρη ενεργοποίηση του πτωχευτικού νόμου, ενώ σημείωναν και την πρόοδο που είχε συντελεσθεί, όσον αφορά τις ηλεκτρονικές υποδομές. Όπως ανέφερε η έκθεση αξιολόγησης, «η λειτουργία του πλαισίου αφερεγγυότητας υποστηρίζεται πλέον από ηλεκτρονικές υποδομές, με μόνη εξαίρεση την ηλεκτρονική πλατφόρμα για την έγκαιρη προειδοποίηση (σ.σ.: αυτή τέθηκε σε λειτουργία τον Δεκέμβριο). Όλο το αναγκαίο παράγωγο δίκαιο έχει εκδοθεί, με εξαίρεση πέντε υπουργικές αποφάσεις που αφορούν τον μηχανισμό πώλησης και εκμίσθωσης (σ.σ.: αφορά τις κατοικίες των ευάλωτων)».
Όμως, ήδη από την προηγούμενη αξιολόγηση, οι Θεσμοί εξέφραζαν με αρκετά σαφή τρόπο τη δυσφορία τους για την έλλειψη αποτελεσμάτων από τον εξωδικαστικό μηχανισμό, σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «Ενώ η διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης έχει προσελκύσει έντονο ενδιαφέρον, με 35.753 αιτήσεις να έχουν υποβληθεί στις αρχές Οκτωβρίου 2021, μόνο 512 αιτήσεις ή το 1,5% των λόγω αιτήσεων είχαν οριστικοποιηθεί και υποβληθεί έως την ημερομηνία αυτή».
Εμμέσως, η εικόνα πλήρους στασιμότητας στον εξωδικαστικό διαγράφεται και μέσα από τις γραμμές της τελευταίας έκθεσης του υπουργείου Οικονομικών για το ιδιωτικό χρέος, όπου σημειώνονται μόνο τα πενιχρά αποτελέσματα (2.996 ρυθμίσεις οφειλών) του προηγούμενου πτωχευτικού νόμου (4469/2017), χωρίς οποιαδήποτε αναφορά στην πρόοδο με την εφαρμογή του νέου πτωχευτικού. Η πρώτη αναφορά στην πρόοδο του νέου πτωχευτικού έγινε αργότερα, λίγο πριν το τέλος του έτους, αλλά ήταν μάλλον αποκαρδιωτική, καθώς από τους δεκάδες χιλιάδες δανειολήπτες που εκδήλωσαν ενδιαφέρον μόνο σε 24 περιπτώσεις επιτεύχθηκε ρύθμιση.
Όπως αναφέρουν νομικοί που εξειδικεύονται στην εκπροσώπηση δανειοληπτών, πλήθος προβλημάτων και δυσλειτουργιών έχουν κρατήσει ως τώρα «σβησμένες» τις μηχανές της νέας εξωδικαστικής διαδικασίας και δεν αναμένεται ότι το υπουργείο Οικονομικών θα καταφέρει στις συζητήσεις με τους τεχνοκράτες των Θεσμών να παρουσιάσει, έστω εν μέρει, τα αποτελέσματα που αναμένονταν από το θεσμικό πλαίσιο, γεγονός που θα περιπλέξει τις συζητήσεις, καθώς πρόκειται, τυπικά, για την προτελευταία αξιολόγηση πριν την έξοδο της χώρας από τον μηχανισμό ενισχυμένης επιτήρησης και πλέον δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια για... μεταχρονολόγηση ανειλημμένων υποχρεώσεων.
Οι ίδιες πηγές τονίζουν ότι οι καθυστερήσεις είναι μόνιμο σημείο αναφοράς στην εφαρμογή του νέου εξωδικαστικού. Για παράδειγμα, η ηλεκτρονική πλατφόρμα λειτουργούσε μετ' εμποδίων, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την άντληση στοιχείων από την ΑΑΔΕ, με αποτέλεσμα να μένουν στάσιμες οι διαδικασίες ως τα τέλη Σεπτεμβρίου, ενώ αργότερα διαπιστώθηκαν σφάλματα στα στοιχεία που έδινε η ΑΑΔΕ, με αποτέλεσμα να υπάρξουν νέες καθυστερήσεις και οι ενδιαφερόμενοι οφειλέτες, όσο διαρκούσαν αυτές οι καθυστερήσεις, υποχρεώνονταν να επικαιροποιούν τα στοιχεία των αρχικών τους αιτήσεων, με αποτέλεσμα να γυρίζουν τη διαδικασία σε προηγούμενο στάδιο.
Το αποτέλεσμα αυτών και άλλων προβλημάτων ήταν οι ενδιαφερόμενοι δανειολήπτες, που πλέον πλησιάζουν σε αριθμό τους 45.000, να μην έχουν καταφέρει στη συντριπτική τους πλειονότητα να οριστικοποιήσουν τις αιτήσεις τους και, πολύ περισσότερο, να φθάσουν στη ρύθμιση των οφειλών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το υπουργείο Οικονομικών θα παρουσιάσει στους ελεγκτές των Θεσμών κινήσεις που μπορούν να γίνουν άμεσα για να βελτιωθούν οι ρυθμοί του εξωδικαστικού μηχανισμού, ενώ το μεγάλο crash test τοποθετείται στην επόμενη, τυπικά τελευταία, αξιολόγηση, από την οποία θα κριθεί και αν η χώρα θα εξέλθει από την ενισχυμένη εποπτεία. Η Κομισιόν, πάντως, έχει ξεκαθαρίσει ότι χωρίς την εκπλήρωση των βασικών προαπαιτούμενων η άδεια εξόδου δεν μπορεί να δοθεί.