Για όλους, ήταν ο «Μπεμπέλ». Με τον θάνατο του Ζαν-Πολ Μπελμοντό, στα 88 του χρόνια, η έβδομη τέχνη έχασε έναν από τους δημοφιλέστερους πρωταγωνιστές της, έναν ηθοποιό που μπορούσε να κάνει τα πάντα, χωρίς να παίρνει πολύ στα σοβαρά τον εαυτό του, από ταινίες δράσης μέχρι κωμωδίες και καλλιτεχνικά αριστουργήματα.
Ο «γοητευτικός άσχημος» του γαλλικού κινηματογράφου, που έπαιξε σε 80 ταινίες, άφησε την τελευταία του πνοή εχθές το μεσημέρι, 6 Σεπτεμβρίου 2021, στο σπίτι του. «Ο Ζαν-Πολ έσβησε σήμερα. Έφυγε για να ξανασυναντηθεί με τους παλιούς συμμαθητές του Κονσερβατουάρ. Το ειλικρινές χαμόγελό του θα μείνει για πάντα εδώ» γράφει η οικογένεια για τον θάνατο του «στυλοβάτη» της.
Ο ηθοποιός, ο οποίος είχε νοσηλευτεί στις αρχές του έτους λόγω υπερκόπωσης, έφυγε περιτριγυρισμένος από τους δικούς του ανθρώπους, στο σπίτι του στο Παρίσι. Άφησε πίσω του αξέχαστους ρόλους, από τον απατεωνίσκο Μισέλ στο «Με κομμένη την ανάσα» του Γκοντάρ μέχρι τον «Μάγκα με τα χίλια πρόσωπα», κρεμασμένος από ένα ελικόπτερο στη Βενετία.
«Θα μείνει για πάντα ο «Αχτύπητος εραστής»: ο Ζαν-Πολ Μπελμοντό ήταν εθνικός θησαυρός, γεμάτος αυτοπεποίθηση και γέλιο, με το ευκίνητο κορμί, ο απόλυτος ήρωας και οικεία φιγούρα, ακούραστος, παράτολμος άνθρωπος και μάγος των λέξεων», τον αποχαιρέτισε μέσω του Twitter ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν.
Μολονότι η καριέρα του Μπελμοντό ξεκίνησε από το θεατρικό σανίδι, επί μισό αιώνα κυριάρχησε στις κινηματογραφικές αίθουσες: τις ταινίες του είδαν περισσότεροι από 130 εκατομμύρια θεατές.
Ήταν επίσης ένας από τους τελευταίους «μεγάλους» της γενιάς του, μαζί με τον Αλέν Ντελόν και την Μπριζίτ Μπαρντό, όμως σχεδόν εξαφανίστηκε από τις οθόνες μετά το εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη το 2001. Παρέμενε ωστόσο το απόλυτο «πρότυπο» για τους ομοτίμους του, όπως για τον Ζαν Ντιζαρντέν, που τον θεωρούσε «έναν από τους τελευταίους ήρωες» του γαλλικού κινηματογράφου. Οι περιπέτειές του στον «Άνθρωπο από το Ρίο», ενέπνευσαν μέχρι και τον Στίβεν Σπίλμπεργκ στην ταινία «Ιντιάνα Τζόουνς».
Οι Γάλλοι δεν βαρέθηκαν ποτέ να βλέπουν και να ξαναβλέπουν τις ταινίες του, στη μεγάλη οθόνη, στην τηλεόραση ή, πιο πρόσφατα, στο Netflix, σε αφιερώματα για τον Γκοντάρ. Άλλωστε, η «συνάντησή» του με τον πατριάρχη της Νουβέλ Βαγκ, ενός άλλου ιερού τέρατος της 7ης Τέχνης, σφράγισε τη μοίρα του: δεν ήταν ούτε καν 30 χρονών όταν, το 1960, έγινε θρύλος, πρωταγωνιστώντας στην ταινία «Με κομμένη την ανάσα». Η συνεργασία τους θα συνεχιστεί το 1961 με την ταινία «Η κυρία θέλει έρωτα» και το 1965 με τον «Τρελό Πιερό».
Παράλληλα, συναντιέται και συνεργάζεται με όλους τους «μεγάλους» της εποχής: από τον Πίτερ Μπρουκ («Moderato cantabile, 1960»), τον Ζαν-Πιερ Μελβίλ («Ο εφημέριος», 1961) και τον Ανρί Βερνέιγ («Οι δύο αλήτες», 1962), μέχρι τον Φρανσουά Τριφό («Η σειρήνα του Μισισιπή», 1969) και τον Λουί Μαλ («Ο κλέφτης», 1967). Είναι ο μοναδικός που μπορεί να συναγωνιστεί τον Αλέν Ντελόν, τον συμπρωταγωνιστή του στην ταινία «Μπορσαλίνο» (1970). «Εκείνος κι εγώ, είμαστε η μέρα με τη νύχτα», σχολίασε κάποτε ο Μπελμοντό, αποκαλύπτοντας ότι οι δυο τους ήταν στενοί, πιστοί φίλοι και όχι ανταγωνιστές, όπως τους ήθελε συχνά ο Τύπος.
Λατρεύοντας να γυρίζει σκηνές χωρίς κασκαντέρ, ο Μπελμοντό έπαιξε σε πολλές ταινίες δράσης που αγαπήθηκαν από το κοινό. Αρχής γενομένης από το «Καρτούς» του Φιλίπ ντε Μπροκά, που έκοψε 3 εκατομμύρια εισιτήρια, και στη συνέχεια με τον «Άνθρωπο από το Ρίο» (1963) και τον «Τυχοδιώκτη των δυο ηπείρων», με συμπρωταγωνίστρια την Ούρσουλα Άντρες.
Και οι επικίνδυνες σκηνές συνεχίστηκαν στις ταινίες του Βερνέιγ «Τρόμος πάνω από την πόλη» (1975) και «Το Αφεντικό του Club Number 1» (1976).
Μολονότι το κοινό παρέμεινε πάντα πιστό στον Μπεμπέλ, οι κριτικοί αρχίζουν να τον βλέπουν με άλλο μάτι. «Για τη παριζιάνικη διανόηση, είχα μετατραπεί σε κασκαντέρ», είπε ο ίδιος μερικά χρόνια αργότερα.
Παρ’ όλ’ αυτά, συνεχίζει με ταινίες δράσης, όπως οι «Μπάτσος ή αλήτης» (1979) και «Ο περιθωριακός» (1983).
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και μετά ο Μπελμοντό εμφανίζεται ολοένα και λιγότερο στη μεγάλη οθόνη, παρά τις δημοφιλείς ταινίες που γυρίζει με τον Κλοντ Λελούς («Ο κυνηγός της περιπέτειας», 1988, «Οι άθλιοι», 1995).
Σχεδόν τριάντα χρόνια αφού παράτησε το θέατρο, επέστρεψε το 1987 στη σκηνή με το έργο «Κην ή Αταξία και Μεγαλοφυία». Δύο χρόνια αργότερα έπαιξε τον «Σιρανό ντε Μπερζεράκ» και ο τελευταίος ρόλος του στο θεατρικό σανίδι ήταν στο έργο «Φρεντερίκ ή το Βουλεβάρτο του εγκλήματος», το 1998.
Ο «Μπεμπέλ», ο οποίος τιμήθηκε με βραβείο Σεζάρ για την ταινία «Ο κυνηγός της περιπέτειας» (1988), συμπρωταγωνίστησε στη μεγάλη οθόνη με κάποιες από τις σημαντικότερες ηθοποιούς της γενιάς του: από την Κατρίν Ντενέβ μέχρι την Κλαούντια Καρντινάλε – και ερωτεύτηκε ορισμένες, όπως την Ούρσουλα Άντρες και τη Λάουρα Αντονέλι. Παντρεύτηκε δύο φορές και απέκτησε τέσσερα παιδιά.