Χρηστικά

Υπερεξουσίες σε Ευρωπαίους εισαγγελείς και στη Europol για το μαύρο χρήμα


Ευκολότερη καθίσταται, σύντομα, η λήψη και η παροχή χρηματοοικονομικών και άλλων πληροφοριών για την πρόληψη, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή τη δίωξη ποινικών αδικημάτων, καθώς ενσωματώνεται στο εθνικό μας δίκαιο, υποχρεωτικά, η αυστηρή Οδηγία της ΕΕ, 2019/1153.

Παράλληλα, οι Ευρωπαίοι εισαγγελείς και η Europol αποκτούν υπερεξουσίες, καθώς θα έχουν άμεση πρόσβαση και με συνοπτικές διαδικασίες στις εθνικές αρχές που είναι οι «πηγές» των πληροφοριών, όπως π.χ. είναι οι τράπεζες, οι φορολογικές αρχές κ.λπ.

Στόχος είναι η καταπολέμηση της διακίνησης του «μαύρου χρήματος» από κατοίκους της ΕΕ, φαινόμενο το οποίο στην Ελλάδα έχει προσλάβει τεράστιες διαστάσεις, όπως προκύπτει από τα μηνιαία στοιχεία της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες.

Ταυτόχρονα, στόχος της Οδηγίας είναι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, η οποία ανθεί στην Ελλάδα και στην ΕΕ, κυρίως μέσω των τριγωνικών συναλλαγών και της μεθόδου του «εξαφανισμένου εμπόρου», που στερεί έσοδα από τα κοινοτικά ταμεία ύψους 140 δισ. ευρώ, τον χρόνο.

Τα φαινόμενα αυτά επιχειρεί να περιορίσει η νέα Οδηγία, η οποία διευκολύνει την ανταλλαγή και τη λήψη πληροφοριών, για παράνομες μεταφορές χρημάτων.

Ειδικότερα, με απόφαση του υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα συγκροτήθηκε Επιτροπή, έργο της οποίας είναι η σύνταξη σχεδίου νόμου, αιτιολογικής έκθεσης και έκθεσης αξιολόγησης συνεπειών ρυθμίσεων για την ενσωμάτωση στην Ελληνική έννομη τάξη της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1153 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «για τη θέσπιση κανόνων με σκοπό τη διευκόλυνση της χρήσης χρηματοοικονομικών και άλλων πληροφοριών για την πρόληψη, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή τη δίωξη ποινικών αδικημάτων και την κατάργηση της απόφασης 2000/642/ΔΕΥ του Συμβουλίου».

Οι εργασίες της Επιτροπής θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί έως την 15η Σεπτεμβρίου 2020. Σε περίπτωση που έως την ημερομηνία αυτή δημοσιευθεί τροποποίηση της ανωτέρω Οδηγίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή υποχρεούται να επισημάνει και να ενσωματώσει τις αλλαγές, στο μέτρο που δεν απαιτείται παράταση των εργασιών της.

Τι προβλέπει η Οδηγία 2019/1153

Στο εθνικό μας δίκαιο θα ενσωματωθεί η Οδηγία 2019/1153 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ε.Ε της 20ης Ιουνίου 2019 «για τη θέσπιση κανόνων με σκοπό τη διευκόλυνση της χρήσης χρηματοοικονομικών και άλλων πληροφοριών για την πρόληψη, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή τη δίωξη ορισμένων ποινικών αδικημάτων», στόχος της οποίας είναι η πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

Αναλυτικά, στη νέα Οδηγία ορίζονται μέτρα για τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε χρηματοοικονομικές πληροφορίες και πληροφορίες τραπεζικών λογαριασμών, καθώς και της χρήσης τους, από τις αρμόδιες αρχές για την πρόληψη, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή τη δίωξη σοβαρών ποινικών αδικημάτων.

Προβλέπονται επίσης μέτρα για τη διευκόλυνση της πρόσβασης των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών σε πληροφορίες σχετικές με την επιβολή του νόμου για την πρόληψη και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των συναφών βασικών αδικημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και για τη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών.

Η καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος, συμπεριλαμβανομένων της οικονομικής απάτης και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, εξακολουθεί να αποτελεί προτεραιότητα για την Ένωση.

Προβλέπεται επίσης ότι «οι Ευρωπαίοι εντεταλμένοι εισαγγελείς της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας εξουσιοδοτούνται να λαμβάνουν κάθε σχετική πληροφορία η οποία βρίσκεται αποθηκευμένη σε εθνικές βάσεις δεδομένων που περιέχουν στοιχεία για ποινικές έρευνες και για την επιβολή του νόμου, καθώς επίσης και σε άλλα συναφή μητρώα δημόσιων αρχών, συμπεριλαμβανομένων κεντρικών μητρώων τραπεζικών λογαριασμών και συστημάτων ανάκτησης δεδομένων, υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με εκείνες που ισχύουν βάσει του εθνικού δικαίου σε αντίστοιχες υποθέσεις.»

Κύριος στόχος είναι να ενισχυθεί περαιτέρω η καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Οι νέοι αυτοί κανόνες αποσκοπούν στη διασφάλιση υψηλού επιπέδου διασφαλίσεων για τις χρηματοοικονομικές ροές από τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου, στη βελτίωση της πρόσβασης των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών στις πληροφορίες, στη δημιουργία κεντρικών μητρώων τραπεζικών λογαριασμών και στην αντιμετώπιση των κινδύνων χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που συνδέονται με τα εικονικά νομίσματα και τις προπληρωμένες κάρτες.

Μεταξύ άλλων η Οδηγία προβλέπει ότι:

  • Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι οι οικείες αρμόδιες αρχές έχουν το δικαίωμα να απαντούν, μέσω της εθνικής μονάδας Europol ή, εφόσον το επιτρέπει αυτό το κράτος μέλος, μέσω απευθείας επαφών με την Europol, σε δεόντως αιτιολογημένα αιτήματα σχετικά με την παροχή πληροφοριών τραπεζικών λογαριασμών από την Europol, βάσει κατά περίπτωση εξέτασης και εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων του και για την εκτέλεση των καθηκόντων του. 
  • Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι η οικεία Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών έχει το δικαίωμα να απαντά σε δεόντως αιτιολογημένα αιτήματα που της υποβάλλει η Europol μέσω της εθνικής μονάδας της Europol ή μέσω απευθείας επαφών μεταξύ της μονάδας χρηματοοικονομικών πληροφοριών και της Europol, εφόσον το επιτρέπει αυτό το κράτος μέλος, τα οποία αφορούν χρηματοοικονομικές πληροφορίες και χρηματοοικονομική ανάλυση, κατά περίπτωση και εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων της Europol και για την εκτέλεση των καθηκόντων της.
  • Κάθε περίπτωση μη ανταπόκρισης στο αίτημα επεξηγείται δεόντως από τα κράτη μέλη.
  • Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η ανταλλαγή πληροφοριών πραγματοποιείται ηλεκτρονικά σύμφωνα με τον κανονισμό (EE) 2016/794 μέσω: α) του SIENA ή του διαδόχου του στη γλώσσα που χρησιμοποιείται στο SIENA, ή β) κατά περίπτωση, μέσω του FIU.Net ή του διαδόχου του.
  • Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η ανταλλαγή πληροφοριών διενεργείται σε εύλογο χρόνο και κατ’ αυτή την έννοια αιτήματα πληροφοριών της Ευρωπόλ αντιμετωπίζονται ως εάν να προέρχονταν από άλλη Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών.
  • Τα αρχεία καταχωρίσεων ελέγχονται τακτικά από τους υπεύθυνους προστασίας δεδομένων των κεντρικών μητρώων τραπεζικών λογαριασμών
  • Τα κράτη μέλη φροντίζουν οι αρχές που διαχειρίζονται τα κεντρικά μητρώα τραπεζικών λογαριασμών να διασφαλίζουν την τήρηση αρχείων καταχωρίσεων κάθε πρόσβασης των ορισθεισών αρμόδιων αρχών σε πληροφορίες τραπεζικών λογαριασμών. Οι καταχωρίσεις περιλαμβάνουν, τα ακόλουθα: 

α) τα στοιχεία του εθνικού φακέλου
β) την ημερομηνία και ώρα του ερωτήματος ή της αναζήτησης
γ) το είδος των δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για την υποβολή του ερωτήματος ή την πραγματοποίηση της αναζήτησης
δ) τους μοναδικούς κωδικούς αναγνώρισης των αποτελεσμάτων
ε) το όνομα της ορισθείσας αρχής που συμβουλεύτηκε το μητρώο
στ) τον μοναδικό κωδικό αναγνώρισης χρήστη του υπαλλήλου που πραγματοποίησε το ερώτημα ή την αναζήτηση και, κατά περίπτωση, του υπαλλήλου που έδωσε τη σχετική προς τούτο εντολή, και, στο μέτρο του δυνατού, τον μοναδικό κωδικό αναγνώρισης χρήστη του παραλήπτη των αποτελεσμάτων του ερωτήματος ή της αναζήτησης.

Διαβαστε επισης