Νέα δεδομένα για τη χρηματιστηριακή αγορά δημιουργεί το «ήπιο» τεστ αντοχής στις τράπεζες, που απομακρύνει το… φόβητρο της ανακεφαλαιοποίησης και απελευθερώνει τις τοποθετήσεις κεφαλαίων από τα συντηρητικά real money funds (αμοιβαία κεφάλαια, συνταξιοδοτικά ταμεία κ.α.), ιδιαίτερα της αμερικανικής αγοράς.
Το χθεσινό ράλι των τραπεζικών μετοχών, που συνεχίζεται και σήμερα, άρχισε αμέσως μόλις έγιναν γνωστές από το “Bloomberg” οι «ήπιες» μακροοικονομικές παραδοχές των τραπεζικών τεστ αντοχής και συνδέεται, όπως αναφέρουν στελέχη χρηματιστηριακών εταιρειών, με την ενεργοποίηση εντολών αγοράς από real money funds.
Τα αμερικανικά funds «πνίγονται» από εισροές νέων κεφαλαίων από την αρχή του χρόνου (για πολυετές ρεκόρ εισροών έκανε πρόσφατα λόγο η JP Morgan), ενώ έχουν αρκετά χαμηλό βαθμό έκθεσης στην ελληνική αγορά, σε σχέση με τη συμμετοχή των ελληνικών μετοχών στους δείκτες αναδυόμενων αγορών της Morgan Stanley (MSCI).
Η διαφορά ανάμεσα στα real money funds που έρχονται και στα hedge funds που φεύγουν είναι τεράστια, ποσοτικά και ποιοτικά, όπως επισημαίνουν αναλυτές: τα real money funds διαχειρίζονται πολλαπλάσια κεφάλαια και τοποθετούνται σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, ενώ η κεφαλαιακή "λίμνη" των hedge funds είναι πολύ μικρότερη και οι κινήσεις τους επιθετικά κερδοσκοπικές.
Η ολοκλήρωση της δεύτερης και της τρίτης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος περιόρισε σημαντικά το ρίσκο χώρας και προκάλεσε ήδη από πέρυσι τις πρώτες, «δειλές» τοποθετήσεις σοβαρών επενδυτικών κεφαλαίων, την ώρα που τα hedge funds, τα οποία κυριαρχούσαν στο ελληνικό Χρηματιστήριο, έχοντας μεγαλύτερη ανοχή στο ρίσκο, άρχισαν να αποχωρούν, ρευστοποιώντας τα κέρδη τους.
Όμως, παρέμενε ως τώρα στον ορίζοντα ένας κίνδυνος εξαιρετικά σημαντικός, που έθετε όρια στην… όρεξη των real money funds για ελληνικές τραπεζικές μετοχές: το ενδεχόμενο «ατυχήματος» στα stress tests του 2018, με συνέπεια μια «βάναυση» ανακεφαλαιοποίηση (νωπές είναι οι μνήμες των διαχειριστών από το «μακελειό» του 2015), αποτελούσε ένα ρίσκο με καταλυτική επίδραση στη συμπεριφορά των συντηρητικών διαχειριστών, οι οποίοι περιορίζονταν σε «ψάρεμα» καλών μετοχών εκτός του τραπεζικού ταμπλό και σε πολύ περιορισμένες κινήσεις στα τραπεζικά χαρτιά, διατηρώντας πάντα το ποσοστό συμμετοχής στα χαρτοφυλάκιά τους πολύ χαμηλότερα από τη συμμετοχή των τραπεζικών τίτλων στους δείκτες.
Πλέον, όπως σημειώνουν στελέχη της αγοράς, για τους συντηρητικούς επενδυτές οι ελληνικές τραπεζικές μετοχές φαντάζουν ξαφνικά πολύ φθηνές: το ρίσκο της ανακεφαλαιοποίησης έφυγε από την εξίσωση και δείχνει αδικαιολόγητο να διαπραγματεύονται οι τραπεζικές μετοχές με μια μέση έκπτωση της τάξεως του 65%, σε σχέση με τη λογιστική αξία.
Το σήμα για είσοδο των συντηρητικών διαχειριστών στις τραπεζικές μετοχές έδωσε σήμερα η τράπεζα – βασίλισσα των αναδυόμενων αγορών, η HSBC, δίνοντας στη δημοσιότητα μια ανάλυση των μακροοικονομικών σεναρίων των ελέγχων, η οποία καταλήγει στο συμπέρασμα που περίμεναν να ακούσουν όλοι οι διαχειριστές που κοιτάζουν προς την Ελλάδα: ο κίνδυνος της ανακεφαλαιοποίησης έπαψε να υφίσταται.
«Οι ανακοινώσεις (σ.σ.: της EBA) ενισχύουν τη θετική στάση μας για τις ελληνικές τράπεζες, καθώς η πιθανότητα αρνητικού αποτελέσματος από την άσκηση μειώνεται», αναφέρει χαρακτηριστικά η HSBC, ενώ υπογραμμίζει ότι ακόμη και οι παραδοχές για τη μείωση τιμών ακινήτων δεν απειλούν τις τράπεζες, αφού στη χειρότερη περίπτωση θα προκαλέσουν μια μείωση κεφαλαίων κατά 1,33%, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του οίκου.