«Έβρεξε» επιχειρηματικά δάνεια τον Ιούνιο, καθώς καταγράφηκε αύξηση των νέων δανείων σχεδόν κατά 70%, όμως οι επιχειρήσεις που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη τη ρευστότητα, οι μικρομεσαίες, είδαν πολύ μικρό μέρος των χορηγήσεων να κατευθύνεται στην πλευρά τους, κάτι που επιβεβαιώνει ότι οι τράπεζες εξακολουθούν, ακόμη και σε συνθήκες ακραίας κρίσης, να κρατούν κλειστές πόρτες στους μικρομεσαίους, αλλά και ότι τα προγράμματα στήριξης της ρευστότητας, που έχει ενεργοποιήσει η κυβέρνηση, έχουν πολύ χαμηλή αποτελεσματικότητα.
Ειδικότερα, όπως δείχνουν τα στοιχεία που δημοσιοποίησε χθες η Τράπεζα της Ελλάδος, τον Ιούνιο το ποσό των νέων δανείων αυξήθηκε σε 1.347 εκατ. ευρώ έναντι 793 εκατ. ευρώ τον προηγούμενο μήνα (αύξηση κατά 70%). Όμως, τα καλά νέα τελειώνουν εδώ, καθώς το σχετικό γράφημα που δημοσίευσε η ΤτΕ δείχνει ότι τα νέα δάνεια για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (γαλάζια μπάρα) σημείωσαν πολύ μικρή αύξηση. Το επίπεδο των νέων δανείων στις ΜμΕ είναι περίπου ίδιο με τον Ιούλιο του 2019, μόνο που τότε το συνολικό ύψος των νέων δανείων σε επιχειρήσεις ήταν πολύ μικρότερο. Επίσης, το επιτόκιο δανεισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι περίπου μισή μονάδα υψηλότερο από το μέσο όρο του επιτοκίου επιχειρηματικών δανείων, ενώ σε άλλες περιόδους αυτή η ψαλίδα είχε κλείσει.
Το περίεργο είναι ότι οι πόρτες των τραπεζών παραμένουν κλειστές, παρότι τον Ιούνιο βρίσκονταν σε πλήρη εξέλιξη και τα δύο προγράμματα στήριξης της ρευστότητας που ενεργοποίησε η κυβέρνηση, το ΤΕΠΙΧ ΙΙ και το πρόγραμμα εγγυημένων δανείων της Αναπτυξιακής Τράπεζας. Και τα δύο αυτά προγράμματα υποτίθεται ότι είχαν βασική προτεραιότητα τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αλλά δεν φαίνεται ότι αποδίδουν τα αναμενόμενα.
Όπως έχει κατ' επανάληψη επισημανθεί από τον επιχειρηματικό κόσμο και τους λογιστές, οι τράπεζες επιμένουν να κατευθύνουν τις πιστώσεις και από τα προγράμματα στήριξης στους καλύτερους πελάτες τους, κατά κανόνα δηλαδή σε μεγαλύτερες επιχειρήσεις, ενώ αφήνουν... στο κρύο τις μικρότερες.
Για τα προγράμματα στήριξης της ρευστότητας έχει εκφράσει έγκαιρα τον προβληματισμό του και το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο, σημειώνοντας ότι έχουν πολύ μεγάλη σημασία για να περιορισθεί η ύφεση, αλλά είναι αμφίβολο αν θα έχουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Όπως σημείωνε το Συμβούλιο στην εξαμηνιαία έκθεσή του:
- Σε σχέση με την αποτελεσματικότητα των μέτρων που έχουν ληφθεί για την ανάσχεση της ύφεσης, κομβικής σημασίας είναι η έγκαιρη και αποτελεσματική εφαρμογή τους, ιδίως όσον αφορά στις εγγυήσεις ύψους 2 δισ. ευρώ που θα δοθούν μέσω του Ταμείου Εγγυοδοσίας της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας.
- Σύμφωνα με το ΥΠΟΙΚ, οι εγγυήσεις αυτές αναμένεται να κινητοποιήσουν συνολικούς πόρους 7 δισ. ευρώ, πρόβλεψη που ενδεχομένως να αποδειχθεί υπεραισιόδοξη. Επιπρόσθετα, οι πιστώσεις που θα κατευθυνθούν προς τα εγγυημένα δάνεια πιθανόν να μην αποτελέσουν νέους πρόσθετους χρηματοδοτικούς πόρους που θα αυξάνουν τη συνολική χρηματοδότηση της οικονομίας, αλλά απλή ανακατεύθυνση υφιστάμενων κεφαλαίων που θα είχαν διατεθεί ούτως ή άλλως στην αγορά από τα πιστωτικά ιδρύματα, αλλά σε άλλους δανειολήπτες.
- Στην περίπτωση αυτή, είναι πιθανό η κρατική παρέμβαση να αποκτήσει και μια στρεβλωτική διάσταση, στο μέτρο που μπορεί να μετατοπίσει χρηματοδοτήσεις προς λιγότερο αποδοτικά επενδυτικά σχέδια. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να οδηγήσει σε επιδείνωση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών και ενδεχομένως σε δημιουργία μιας νέας γενιάς μη εξυπηρετούμενων δανείων, με πιθανές αυξημένες καταπτώσεις και κατ’ ακολουθία πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος.