Διεθνή

Βούτσιτς: Οι βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία σκότωσαν το διεθνές δίκαιο


Οι επιθέσεις του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία πριν από 24 χρόνια προκάλεσαν τον θάνατο του διεθνούς δικαίου, τόνισε ο πρόεδρος της Σερβίας Αλεξάνταρ Βούτσιτς σε ομιλία που εκφώνησε χθες Παρασκευή σε εκδήλωση μνήμης στην πόλη Σόμπορ, όπου το 1999 έπεσε η πρώτη βόμβα.

«Πριν από 24 χρόνια, το σύγχρονο διεθνές δίκαιο απεβίωσε και θα πρέπει να γνωρίζετε ότι δεν πρόκειται για μια ήσσονος σημασίας γραφειοκρατική διατύπωση, αλλά κάτι πολύ περισσότερο», είπε ο Βούτσιτς.

«Τίποτα χειρότερο δεν θα μπορούσε να συμβεί στον κόσμο από αυτό που συνέβη εδώ, σε μια μικρή χώρα που κρίθηκε ένοχη μόνο και μόνο επειδή επιδίωκε να λαμβάνει δικές της αποφάσεις και να είναι ελεύθερη. Ως εκ τούτου, δεν απευθύνθηκε στις δυνάμεις που κατέστρεψαν την παλαιά διεθνή τάξη το 1989/90 και δημιούργησαν μια νέα στην οποία μόνον εκείνες έχουν τον τελευταίο λόγο για όλα», ανέφερε ο σέρβος πρόεδρος.

Ο Βούτσιτς εκφώνησε ομιλία ενώπιον πλήθος κόσμου που είχε συγκεντρωθεί στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου, στην πόλη Σόμπορ, ανεμίζοντας σερβικές σημαίες και ανάβοντας κεριά στη μνήμη των θυμάτων των νατοϊκών βομβαρδισμών.

Οι βομβαρδισμοί στη Γιουγκοσλαβία ξεκίνησαν στις 24 Μαρτίου 1999, χωρίς να προηγηθεί η έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Στις 78 ημέρες του νατοϊκού σφυροκοπήματος, χιλιάδες Σέρβοι βρήκαν τον θάνατο (στρατιώτες, αστυνομικοί και άμαχοι), ενώ οι υποδομές της χώρας υπέστησαν ανυπολόγιστες καταστροφές.

Μεταξύ των πυρομαχικών που χρησιμοποιήθηκαν στις αεροπορικές επιδρομές ήταν πύραυλοι με απεμπλουτισμένο ουράνιο και βόμβες διασποράς. Από τις «έξυπνες» βόμβες του ΝΑΤΟ δεν γλίτωσαν σπίτια, σχολεία και νοσοκομεία. Χτυπήθηκαν επίσης τα κτήρια της κινεζικής πρεσβείας και της σερβικής ραδιοτηλεόρασης (RTS).

Ο πρόεδρος της Σερβίας δεν παρέλειψε να αναφερθεί στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, χαρακτηρίζοντας «υποκριτική και διπρόσωπη» τη στάση της Δύσης, εξηγώντας πως σήμερα υποστηρίζει την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας επικαλούμενη τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, τον οποίο όμως δεν έλαβε υπόψη το 1999.