Οικονομία

Μειώνονται οι επενδύσεις σε κατοικίες


Έντονα καθοδική πορεία ακολουθούν οι επενδύσεις σε κατοικίες στην Ελλάδα από το τελευταίο τρίμηνο του 2023 και υποχωρούν περισσότερο από 10% για δύο διαδοχικά τρίμηνα, κάτι που αποδίδεται στην πολύ ασθενή ζήτηση από τα νοικοκυριά, σε μια περίοδο όπου οι τιμές έχουν ενισχυθεί σημαντικά, ενώ παραμένουν υψηλά τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων και περιορισμένες οι νέες εκταμιεύσεις.

Το πρώτο τρίμηνο του 2024, όπως σημειώνει η Τράπεζα της Ελλάδος, οι επενδύσεις σε κατοικίες (εποχικά διορθωμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ σε σταθερές τιμές) μειώθηκαν, σε ετήσια βάση, κατά 14,0%. Οι επενδύσεις σε κατοικίες ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένουν σε πολύ χαμηλό επίπεδο, στο 1,7%.

Σημειώνεται ότι η «αποκαθήλωση» των επενδύσεων σε κατοικίες άρχισε το τελευταίο τρίμηνο του 2023, όταν καταγράφηκε μείωση κατά 18,9%, ύστερα από μια περίοδο γρήγορης αύξησης, αν και από πολύ χαμηλά επίπεδα. Το 2021, ο ρυθμός αύξησης των επενδύσεων σε κατοικίες είχε ξεπεράσει το 27%, το 2022 ήταν πάνω από 33% και το 2023 πάνω από 20%.

Οι ξένες άμεσες επενδύσεις σε ακίνητα ήταν ο στυλοβάτης της αύξησης των συνολικών επενδύσεων τα προηγούμενα χρόνια και τα στοιχεία ως τώρα δείχνουν ότι δεν ήταν μειωμένες το α' τρίμηνο του έτους. Όπως σημείωνε η ΤτΕ σε έκθεσή της, η δυναμική της αγοράς οικιστικών ακινήτων κατά το 2023 και τους πρώτους μήνες του 2024 αποτυπώνεται τόσο στα στοιχεία της Golden Visa όσο και σε άλλους συναφείς δείκτες. Ειδικότερα, το α΄ τρίμηνο του 2024 οι καθαρές ξένες άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα (στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος) για την αγορά ακινήτων κατέγραψαν θετικό ετήσιο ρυθμό μεταβολής (4,6%) και ανήλθαν σε 520 εκατ. ευρώ, έναντι 497 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2023.

Ωστόσο, όλα δείχνουν ότι οι επενδύσεις από τα νοικοκυριά σε κατοικίες είναι εξαιρετικά ασθενείς και πιθανότατα εξηγούν την καθοδική κίνηση των συνολικών επενδύσεων. Ύστερα από μια μεγάλη περίοδο υψηλού πληθωρισμού και ανεβασμένων επιτοκίων, τα νοικοκυριά δεν δείχνουν διάθεση να προχωρήσουν σε επενδύσεις σε κατοικίες.

Όπως σημείωνε το ΙΟΒΕ στην έρευνα οικονομικής συγκυρίας για τον Ιούλιο, «εξασθένιση σημειώθηκε στην πρόθεση για αγορά ή κατασκευή κατοικίας εντός των επόμενων 12 μηνών, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -93,9 (από -90,2) μονάδες, ισοζύγιο επίσης αρκετά χειρότερο από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες, καθώς αυτός διαμορφώθηκε στην ΕΕ στις -78,3 (από -78,6) και στην Ευρωζώνη στις -79,6 (από -80,2) μονάδες».

Παράλληλα, το ΙΟΒΕ επισημαίνει ότι μόλις «το 2,3% (από 4,5%) των νοικοκυριών εγχωρίως δηλώνει ότι ίσως να προβεί σε αγορά ή κατασκευή κατοικίας τον επόμενο χρόνο».

Άλλωστε, η συνεχής αύξηση των τιμών των κατοικιών τα προηγούμενα χρόνια αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για τις αγορές κατοικιών από τα ελληνικά νοικοκυριά. Σύμφωνα με την ΤτΕ, «οι τιμές των διαμερισμάτων αυξήθηκαν περαιτέρω το 1ο τρίμηνο του 2024 κατά 10,4% σε ετήσια βάση, μετά από συνεχή αύξηση κατά τη διάρκεια έξι συναπτών ετών, σημειώνοντας σωρευτική αύξηση 66,4% από το 3ο τρίμηνο του 2017 (χαμηλότερο επίπεδο), αν και εξακολουθούν να είναι 4,1% χαμηλότερα σε σύγκριση με την ιστορική κορύφωσή τους το 3ο τρίμηνο του 2008».

Κλειδί για την τόνωση των επενδύσεων σε κατοικίες θα είναι η αύξηση των χορηγήσεων στεγαστικών δανείων. Το πρώτο τετράμηνο του έτους, τα νέα στεγαστικά που χορηγήθηκαν ήταν αυξημένα κατά 38,9%, σύμφωνα με την ΤτΕ, αλλά σε σχέση με το πολύ χαμηλό ποσό που είχε καταγραφεί την ίδια περίοδο του 2023. Τον Ιούνιο του 2024, το συνολικό υπόλοιπο στεγαστικών δανείων που κατέγραψε η ΤτΕ ήταν μόλις 27,4 δισ. και ήταν το χαμηλότερο που καταγράφεται από το 2019, όπου ανατρέχουν τα δημοσιευμένα στοιχεία.

Οι τράπεζες επιχειρούν να τονώσουν τη ζήτηση στεγαστικών δανείων με νέα προγράμματα με χαμηλά επιτόκια εκκίνησης και «ποντάρουν» στις επόμενες μειώσεις από την ΕΚΤ για να μειωθεί περαιτέρω το κόστος δανεισμού. Ωστόσο, η μεγάλη ώθηση αναμένεται να δοθεί στην αγορά από την κυβέρνηση, με την αναμενόμενη εκ νέου ενεργοποίηση του προγράμματος «Σπίτι μου», με νέα κονδύλια 1 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης.