Να ανατρέψει το κυβερνητικό αφήγημα για την οικονομία, που βασίζεται στην επιτάχυνση της ανάπτυξης, απειλεί η επιβράδυνση της ευρωπαϊκής και, κυρίως, της γερμανικής οικονομίας, που βρίσκεται πλέον και επίσημα στο χείλος της ύφεσης.
Τα στοιχεία για το ελληνικό ΑΕΠ του β’ τριμήνου, μετά την απογοητευτική επίδοση στο α’ τρίμηνο (αύξηση 0,20% σε τριμηνιαία βάση και μόλις 1,30% σε ετήσια), αναμένονται από την ΕΛΣΤΑΤ στις 4 Σεπτεμβρίου και υπάρχουν φόβοι ότι θα επιβεβαιώσουν πως η ανάπτυξη κινείται σε απόσταση από τις αρχικές προβλέψεις για μια επίδοση γύρω στο 2% φέτος.
Πολύ περισσότερο, οι συνθήκες στην πραγματική οικονομία και στο διεθνές περιβάλλον «θολώνουν» το αφήγημα της νέας κυβέρνησης περί γρήγορης οικονομικής ανάκαμψης, η οποία θα υποστηρίξει και την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η εκπλήρωση των προεκλογικών δεσμεύσεων για εκτεταμένες φοροελαφρύνσεις.
Αυτό που προβληματίζει τους περισσότερους αναλυτές είναι ότι η ανάπτυξη στην Ελλάδα, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια που «ξεκόλλησε» από τα αρνητικά πρόσημα, έχει πολύ υψηλό βαθμό συσχέτισης με τις εξελίξεις στην γερμανική οικονομία και, ευρύτερα, στην οικονομία της ευρωζώνης.
Όπως φαίνεται στο γράφημα (πηγή: trading economics – στην αριστερή στήλη το ΑΕΠ της Ελλάδας σε δισ. δολ., δεξιά το γερμανικό ΑΕΠ), η κάμψη του ελληνικού ΑΕΠ το 2015 σημειώθηκε παράλληλα με την υποχώρηση του γερμανικού, το οποίο ακολούθησε ανοδική πορεία αμέσως μετά και, λίγο αργότερα, από το 2017, ακολούθησε στην ίδια τροχιά και το ελληνικό.
Ανάλογη είναι η εικόνα που εμφανίζεται και στην αντιπαραβολή του ΑΕΠ της Ελλάδας με το ΑΕΠ της ευρωζώνης:
Ο υψηλός βαθμός συσχέτισης της ανάπτυξης με τις οικονομίες της ευρωζώνης και της Γερμανίας, ειδικότερα, είναι εύκολα κατανοητός, στο βαθμό που η Ελλάδα, μια μικρή, ανοικτή οικονομία, έχει ως κύριους εμπορικούς εταίρους τις ευρωπαϊκές χώρες και είναι δύσκολο να αποτελέσει μια νησίδα γρήγορης ανάπτυξης, αν η ευρωζώνη βυθίζεται στην επιβράδυνση ή, ακόμη χειρότερα, στην ύφεση.
Ανησυχητικά στοιχεία
Αυτό ακριβώς φαίνεται ότι συμβαίνει τώρα, καθώς τα τελευταία στοιχεία από την Γερμανία και την ευρωζώνη επιβεβαίωσαν σήμερα ότι η «ατμομηχανή» της ευρωπαϊκής οικονομίας είχε κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους το πρώτο της τρίμηνο με αρνητικό πρόσημο μεταβολής του ΑΕΠ, ενώ απότομα υποχώρησε το ΑΕΠ στην ευρωζώνη.
Ειδικότερα,
- Η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 0,1% σε τριμηνιαία βάση και, αν δεν «ξεκολλήσει» από το αρνητικό πρόσημο κατά το τρίτο τρίμηνο θα έχει καλυφθεί ο τεχνικός ορισμός της ύφεσης (δύο συνεχόμενα τρίμηνα αρνητικής μεταβολής του ΑΕΠ). Το πρώτο τρίμηνο, η γερμανική οικονομία είχε επεκταθεί με τριμηνιαίο ρυθμό 0,4%. Ο ρυθμός ανάπτυξης σε 12μηνη βάση έχει πλέον μηδενισθεί. Η πτώση της γερμανικής ανάπτυξης αποδίδεται στη μείωση εξαγωγών και της δραστηριότητας του κατασκευαστικού κλάδου, που υπερκέρασε την αύξηση των δημόσιων και των καταναλωτικών δαπανών.
- Αντίστοιχα, στην ευρωζώνη καταγράφηκε επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης από το 0,4% του πρώτου τριμήνου σε 0,2%, ενώ ο ετήσιος ρυθμός υποχώρησε σε 1,1%. Στο 0,2% μειώθηκε και ο τριμηνιαίος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η απασχόληση συνέχισε να αυξάνεται, αλλά με χαμηλότερο τριμηνιαίο ρυθμό, από 0,4% το α’ τρίμηνο σε 0,2% το δεύτερο.
Η ευρωπαϊκή οικονομία έχει μπροστά της μια περίοδο μεγάλης αβεβαιότητας, καθώς κορυφώνεται ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας, επίκειται στα τέλη Οκτωβρίου το Brexit με ή χωρίς συμφωνία και συνεχίζεται η πολιτική κρίση στην Ιταλία, που είναι πολύ αμφίβολο αν μπορεί να εκπληρώσει τις δημοσιονομικές υποχρεώσεις που απορρέουν από το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Δύσκολη διαπραγμάτευση
Σε αυτό το κλίμα, αρχίζουν μέσα στον Σεπτέμβριο οι πρώτες διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με το κουαρτέτο των Θεσμών των πιστωτών και οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης θα έχουν πολύ δύσκολο έργο να πείσουν ότι είναι δυνατή μια επιτάχυνση της ανάπτυξης, που θα επιτρέψει χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής, χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο ο στόχος για το πλεόνασμα.
Σύμφωνα με οικονομικούς αναλυτές, τα στοιχεία του α’ εξαμήνου για το ΑΕΠ που θα είναι διαθέσιμα στη διάρκεια αυτής της διαπραγμάτευσης θα παίξουν αρκετά σημαντικό ρόλο στις συζητήσεις, όμως αυτό που θα μετρήσει περισσότερο είναι η επίδοση της οικονομίας κατά το τρίτο τρίμηνο του έτους, που είναι το σημαντικότερο για την Ελλάδα, λόγω του τουρισμού.
Οι πρώτες ενδείξεις, πάντως, δεν συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι ο τουρισμός μπορεί και φέτος να «σώσει την παρτίδα» της ανάπτυξης, καθώς πολλοί παράγοντες, από την αποδυνάμωση της στερλίνας λόγω Brexit, ως την ανάκαμψη ανταγωνιστικών προορισμών (Τουρκία, Αίγυπτος) κάνουν τους ειδικούς για τον τουρισμό να προβλέπουν ότι φέτος θα υπάρξει συρρίκνωση των εισπράξεων ύστερα από αρκετά χρόνια δυναμικής αύξησης.
Σύμφωνα με τα τελευταία στατιστικά στοιχεία του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ) καταγράφεται μείωση κρατήσεων αεροπορικών εισιτηρίων 8,4% τον Ιούλιο, ενώ προβλεπόταν μείωση τον Αύγουστο κατά 7,1% και κατά 8,4% τον Σεπτέμβριο.
Με αυτά τα δεδομένα και καθώς ήδη η δυναμική της αύξησης των εξαγωγών εμπορεύσιμων αγαθών έχει εξασθενήσει, ο μόνος δρόμος που έχει η κυβέρνηση για να τονώσει την ανάπτυξη είναι αυτός της ενίσχυσης των επενδύσεων, αλλά σε αυτό τον τομέα, όπως είναι γνωστό, υπάρχουν πάντα πολλά και σημαντικά εμπόδια που είναι δύσκολο να ξεπερασθούν…