Διεθνή

Βάιντμαν σε Λαγκάρντ: «Aνώφελο εγχείρημα» η αύξηση δημοσίων δαπανών στη Γερμανία


O πρόεδρος της γερμανικής κεντρικής τράπεζας (Μπούντεσμπανκ) Γενς Βάιντμαν απάντησε σήμερα στην κριτική της επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) Κριστίν Λαγκάρντ για τα υψηλά πλεονάσματα της Γερμανίας στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και τον προϋπολογισμό της, μεταδίδει το Bloomberg. O Βάιντμαν δήλωσε ότι η αύξηση των δημοσίων δαπανών με μόνο σκοπό την αντιμετώπιση των πλεονασμάτων αυτών θα ήταν «πιθανόν ένα ανώφελο εγχείρημα».

Ο ίδιος κήρυξε σήμερα την έναρξη ενός συνεδρίου, που συνδιοργανώνουν η Μπούντεσμπανκ και το ΔΝΤ, σημειώνοντας ότι η Γερμανία χρειάζεται καλύτερες, αλλά όχι περισσότερες δαπάνες. Αντίθετα, πρόσθεσε, η χώρα του θα πρέπει να επιδιώξει μία «μετατόπιση των δημοσίων δαπανών από την κατανάλωση στις επενδύσεις».

Η Λαγκάρντ, που θα συμμετάσχει επίσης σήμερα στο συνέδριο στη Φρανκφούρτη, είχε κάνει λίγες ώρες νωρίτερα ανάρτηση σε blog καλώντας τη Γερμανία να αυξήσει τις δαπάνες για να ενισχύσει την ανάπτυξη και να ετοιμασθεί για το κόστος της ταχείας γήρανσης της κοινωνίας της. «Εμείς, στο ΔΝΤ, βλέπουμε ένα ιδιαίτερα ισχυρό επιχείρημα για τη χρησιμοποίηση του περιθωρίου που υπάρχει στον προϋπολογισμό - περιλαμβανομένου και αυτού πέραν του «μαύρου μηδενικού», δηλαδή του ισοσκελισμένου ομοσπονδιακού προϋπολογισμού - για μεγαλύτερες επενδύσεις σε δημόσιες υποδομές, όπως δρόμους, σιδηροδρόμους και ψηφιακές υποδομές», έγραψε η Λαγκάρντ. «Πρέπει να ρωτήσουμε γιατί τα γερμανικά νοικοκυριά και εταιρείες αποταμιεύουν τόσο πολύ και επενδύουν τόσο λίγο και ποιες πολιτικές μπορούν να αντιμετωπίσουν αυτή την απόκλιση», πρόσθεσε.

Αν και ο Βάιντμαν συμφώνησε ότι οι συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις και «στοχευμένες επενδύσεις στην έρευνα, εκπαίδευση και, κυρίως, τις ψηφιακές υποδομές» είναι αναγκαίες, τόνισε, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ,  ότι δεν υπάρχει ανάγκη για μία επεκτατική δημοσιονομική πολιτική.

Η γερμανική οικονομία αναπτύχθηκε πέρυσι με το ταχύτερο ρυθμό από το 2011, εν μέσω χαμηλού επιπέδου - ρεκόρ της ανεργίας, ισχυρού διεθνούς εμπορίου και της επεκτατικής νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η ισχυρή ανάπτυξη οδήγησε σε πλεόνασμα στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό ύψους 1,2% του ΑΕΠ, ενώ το πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της χώρας στο 12μηνο έως τον Νοέμβριο του 2017 ανήλθε σε 262 δισ. ευρώ.