Ελλάδα

UBS: Η Ελλάδα μπορεί να αντέξει χωρίς ρωσικό αέριο


Με τις ενεργειακές τιμές να εκτοξεύονται ξανά στα ύψη και τη Ρωσία να προειδοποιεί-απειλεί με περαιτέρω μείωση των ροών φυσικού αερίου στην Ευρώπη ενόψει του χειμώνα, ευλόγως τίθενται σοβαρά ζητήματα για την ενεργειακή επάρκεια της Γηραιάς Ηπείρου και εν προκειμένω της Ελλάδας. Η UBS, σε πρόσφατη μελέτη της για την ενεργειακή αντοχή της Ευρώπης, στην περίπτωση που η Μόσχα κλείσει τις στρόφιγγες του ρωσικού αερίου, είναι καθησυχαστική για τη χώρα μας.

Η ελβετική τράπεζα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα είναι λιγότερο εξαρτώμενη ενεργειακά σε σχέση με χώρες της Κεντρικής Ευρώπης όπως η Τσεχία και η Ουγγαρία και ως εκ τούτου βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση σε περίπτωση που η Ρωσία τραβήξει το σκοινί στα άκρα. Η Αθήνα-όπως οι Πολωνία, Ρουμανία- καλύπτει μόνο το 7-9% των ενεργειακών αναγκών της από το ρωσικό αέριο και γι’ αυτό, όπως επισημαίνει η UBS, έχει μεγαλύτερη ικανότητα να αντικαταστήσει το ρωσικό φυσικό αέριο.

Τη μεγαλύτερη εξάρτηση την έχει η Ουγγαρία, καθώς το ρωσικό αέριο αντιστοιχεί στο 27% της εσωτερικής κατανάλωσης ενέργειας, ενώ ακολουθεί η Τσεχία.

Η ελβετική τράπεζα σημειώνει στην έκθεσή της ότι η Ελλάδα καλύπτει πάνω από το 50% των ενεργειακών αναγκών της από προϊόντα πετρελαίου, ενώ παράλληλα έχει προνοήσει για τη δημιουργία πλωτού terminal υγροποιημένου αερίου στη Ρεβυθούσα, έχοντας ήδη λάβει υγροποιημένο φυσικό αέριο από τις ΗΠΑ και το Κατάρ. 

Πιο εξειδικευμένα και σ’ ό,τι αφορά  στην έκθεση των επιμέρους τομέων, τα νοικοκυριά έχουν τον μικρότερο ρόλο στην κατανάλωση φυσικού αερίου (σε σχέση με τη συνολική χρήση) στην Ελλάδα (30%) και τον μεγαλύτερο στην Ουγγαρία (σχεδόν 50%).

Ο εμπορικός τομέας και οι δημόσιες υπηρεσίες αποτελούν επίσης σημαντικό καταναλωτή αερίου, όπου και πάλι η Ελλάδα, μαζί με την Πολωνία έχει τη μικρότερη έκθεση, κοντά στο 10%, ενώ η Τσεχία προσεγγίζει το 20%. Ανάμεσα στις βιομηχανίες, τα χημικά και πετροχημικά χρησιμοποιούν το περισσότερο φυσικό αέριο σε ποσοστό επί της συνολικής κατανάλωσης που εκτείνεται από το 7% στην Τσεχία έως το 28% στην Ελλάδα. Το μερίδιο της χημικής και πετροχημικής βιομηχανίας στη συνολική κατανάλωση φυσικού αερίου κυμαίνεται από 7% (Τσεχία) έως 28% (Ελλάδα). Ο βιομηχανικός τομέας συνολικά – συμπεριλαμβανομένων των κατασκευών – καταναλώνει από 22% (Ουγγαρία) έως και 39% (Τσεχία) της συνολικής χρήσης φυσικού αερίου. Η βιομηχανία αντιπροσωπεύει το 16,5% στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με την UBS, καθώς η Ελλάδα εισάγει όλο το φυσικό αέριο που καταναλώνει, το μερίδιο του εισαγόμενου αερίου στο συνολικό ενεργειακό μείγμα υπολογίζεται στο 22%.

Η μελέτη της UBS - Συνοδευτικό υλικό

Τι προβλέπει το κυβερνητικό σχέδιο

Το υπουργείο Ενέργειας, πάντως, και οι λοιποί αρμόδιοι φορείς διαβεβαιώνουν ότι η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να ανταπεξέλθει ικανοποιητικά στα σενάρια μείωσης της τροφοδοσίας από τη Ρωσία.

Σύμφωνα με το ΥΠΕΝ:

  • Η χωρητικότητα του τερματικού σταθμού στη Ρεβυθούσα βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα. 
  • Η ΔΕΠΑ Εμπορίας και οι υπόλοιπες εταιρείες που εισάγουν φυσικό αέριο, βρίσκονται σε συνεχή επικοινωνία με τους προμηθευτές τους προκειμένου να εξασφαλίσουν επιπλέον φορτία LNG, εφόσον κριθεί αναγκαίο.
  • Οι διαθέσιμες λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ συνεχίζουν να λειτουργούν με τη σημερινή τους παραγωγική δυναμικότητα και δεν παρουσιάζουν ελλείψεις.
  • Η χώρα μας, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής συνεργασίας, καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια να παράσχει ποσότητες φυσικού αερίου στη Βουλγαρία, υπό την προϋπόθεση κάλυψης της εγχώριας κατανάλωσης φυσικού αερίου.
  • Σε ετοιμότητα είναι οι πέντε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που λειτουργούν τώρα με καύσιμο φυσικό αέριο και, σε περίπτωση που χρειαστεί τον χειμώνα, θα έχουν τη δυνατότητα εναλλαγής καυσίμου και λειτουργίας με diesel.
  • Τα αποθέματα νερού για τη λειτουργία των υδροηλεκτρικών μονάδων είναι ικανοποιητικά.
Διαβαστε επισης