Καταστάσεις στα όρια του τραγελαφικού έχουν δημιουργηθεί τους τελευταίους μήνες από την πολιτική των τραπεζών στα επιτόκια καταθέσεων. Οι τράπεζες ανέβασαν από τον Φεβρουάριο τα επιτόκια προθεσμιακών καταθέσεων μεγάλης διάρκειας (πάνω από ένα έτος) και οι καταθέτες, διψασμένοι για αποδόσεις, έτρεξαν να «κλειδώσουν» πρωτοφανώς υψηλά ποσά. Το αποτέλεσμα ήταν οι τράπεζες να μειώσουν (!) τα επιτόκια για να τους αποθαρρύνουν!
Η πολιτική επιτοκίων των ελληνικών τραπεζών έχει οδηγήσει σε μεγάλες στρεβλώσεις, καθώς διαμορφώνεται με μοναδικό γνώμονα τη μεγιστοποίηση του κέρδους χωρίς περιορισμούς. Αυτό καθίσταται δυνατό επειδή στην ελληνική αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών δεν υπάρχει ουσιαστικός ανταγωνισμός και οι συνθήκες είναι ολιγοπωλιακές.
Είναι χαρακτηριστικό ότι για τις καταθέσεις μίας ημέρας, που αποτελούν και το μεγαλύτερο μέρος των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες, το επιτόκιο έχει «κολλήσει» κοντά στο μηδέν. Τον Ιούλιο του 2022, πριν το μπαράζ αυξήσεων από την ΕΚΤ, ήταν στο 0,03% και τον Ιούλιο του 2023, παρά τις αυξήσεις από την ΕΚΤ, είχε μειωθεί στο 0,02%.
Τα παίρνει όλα η... "μπάνκα"
Έτσι, όλη η διαφορά από την αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ που πήγαν τον Σεπτέμβριο στο 4% (επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων), πήγε… στη μπάνκα, σε ό,τι αφορά τις καταθέσεις μιας ημέρας που είναι και οι περισσότερες.
Από τον Φεβρουάριο, οι τράπεζες προχώρησαν συντονισμένα σε αυξήσεις επιτοκίων στις προθεσμιακές καταθέσεις, φροντίζοντας και πάλι οι αυξήσεις να είναι οι ελάχιστες δυνατές. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις τον Ιούλιο 2023 το επιτόκιο για να κλείσει κανείς τα χρήματά του μέχρι ένα χρόνο «πάτησε» το 1,50%.
Σε μια κατηγορία καταθέσεων, τις προθεσμιακές με διάρκεια πάνω από ένα έτος, οι τράπεζες ήταν αρκετά πιο «γενναιόδωρες» προς τους καταθέτες και αυτό δεν ήταν τυχαίο: οι καταθέσεις αυτής της κατηγορίας είναι «δωρεάν» για τις τράπεζες, ενώ οι καταθέσεις με διάρκεια έως ένα έτος επιβαρύνονται με το κόστος τήρησης υποχρεωτικού αποθεματικού 1% στην ΕΚΤ.
Επίσης, όπως έχει αναφέρει η Ελληνική Ένωση Τραπεζών, «οι διάρκειες άνω του 1 έτους, βάσει των εποπτικών οδηγιών για τους δείκτες ρευστότητας στην ευρωζώνη, είναι οι επιθυμητές διάρκειες».
Έτσι, οι τράπεζες αύξησαν έως το 1,91% το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων αυτής της κατηγορίας (το ανώτατο επιτόκιο φέτος καταγράφεται τον Φεβρουάριο), ώστε να ωθήσουν τους καταθέτες να κλείσουν τα χρήματά τους για μεγάλες περιόδους. Η κίνηση αυτή είχε, όμως, μεγαλύτερη επιτυχία από την… επιθυμητή!
Ποταμοί χρήματος
Στην απελπισμένη αναζήτηση καλύτερης απόδοσης, σε μια αγορά που δίνει ελάχιστες επιλογές στους αποταμιευτές, οι καταθέτες έφεραν στα γκισέ τεράστια ποσά, αιφνιδιάζοντας τις τραπεζικές διοικήσεις.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ιστορικά, όπως δείχνουν τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι εισροές νέων καταθέσεων αυτής της κατηγορίας κάθε μήνα ήταν μερικές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Σπάνια υπερέβαιναν τα 100 εκατ. ευρώ - αυτό παρατηρήθηκε κυρίως σε περιόδους μεγάλης αναταραχής, όταν οι τράπεζες «καίγονταν» για ρευστότητα και πρόσφεραν πολύ υψηλά επιτόκια.
Αυτή τη φορά, όμως, παρατηρήθηκαν εισροές δισεκατομμυρίων κάθε μήνα, από τον Φεβρουάριο που έγινε η αύξηση επιτοκίων, όπως φαίνεται στον πίνακα. Τον Μάρτιο, οι εισροές ξεπέρασαν τα 3,6 δισ. και συνολικά τα νοικοκυριά έκλεισαν 12,544 δισ. στο 7μηνο του 2023. Ακόμη και οι επιχειρήσεις, που είναι εύλογο να αποφεύγουν να δεσμεύουν για μεγάλες περιόδους τη ρευστότητά τους, τοποθέτησαν σε τέτοιες καταθέσεις προθεσμίας συνολικά 1,165 δισ. ευρώ.
Οι καταθέσεις με διάρκεια πάνω από ένα έτος
Ακόμη και στις τράπεζες δυσκολεύονταν να κατανοήσουν πώς ξαφνικά βρέθηκαν τόσοι πολλοί Έλληνες καταθέτες, φυσικά και νομικά πρόσωπα, που ήταν πρόθυμοι να «ξεχάσουν» ακόμη και για δύο χρόνια τα χρήματά τους. Η εξήγηση, τελικά, είναι απλή: Υπάρχει μεγάλη πλεονάζουσα ρευστότητα νοικοκυριών και επιχειρήσεων, ενώ είναι ελάχιστες.οι ευκαιρίες για τοποθέτησή της χωρίς ρίσκο και με απόδοση στοιχειωδώς ανεκτή
Δεν θέλουν "ακρβές" καταθέσεις
Κάπως έτσι, φθάσαμε σε ένα ίσως μοναδικό φαινόμενο σε όλη την ευρωζώνη: Εν μέσω συνεχών αυξήσεων επιτοκίων από την ΕΚΤ, οι ελληνικές τράπεζες μείωσαν τα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων μεγάλης διάρκειας για να ανακόψουν το «τσουνάμι» των εισροών. Διαθέτουν πολύ μεγαλύτερες καταθέσεις από τα δάνεια που έχουν χορηγήσει και δεν έχουν λόγο να πληρώνουν υψηλά επιτόκια για να αυξάνουν αυτό το πλεόνασμα ρευστότητας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των καταθέσεων προθεσμίας άνω του ενός έτους έπιασε την υψηλότερη τιμή του τον Φεβρουάριο, στο 1,91%, όταν οι τράπεζες παρουσίασαν τα νέα τους, αυξημένα επιτόκια. Το επόμενο μήνα έπεσε στο 1,83% και έκτοτε παραμένει σταθερά κάτω από το 1,80%, παρότι έχουν μεσολαβήσει αρκετές αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ.