«Κανείς δεν αμφιβάλλει για την σημασία της ενίσχυσης της αποτρεπτικής δυνατότητας της χώρας», δήλωσε κατά την ομιλία του στη Βουλή ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Αλέξης Τσίπρας, απαντώντας στον πρωθυπουργό, ξεκαθαρίζοντας ότι υπερψηφίζει την αγορά των φρεγατών, αλλά σημειώνοντας παράλληλα ότι «είναι θράσος να μας κουνάτε το δάχτυλο γιατί δεν σας δίνουμε λευκή επιταγή για να διαχειρίζεστε τις αμυντικές δαπάνες, χωρίς προγραμματισμό, χωρίς διαφάνεια και εκτός των προβλεπόμενων θεσμικών διαδικασιών».
Κατηγορώντας τον πρωθυπουργό για επιμονή σε μια πολιτική για την ακρίβεια που αφήνει απροστάτευτη την κοινωνία με το επιχείρημα ότι «δεν θα πάμε ξανά στα ελλείμματα», ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης του έθεσε το ερώτημα τι θα σκεφτεί ο πολίτης που αντιμετωπίζει το κύμα ακρίβειας και «πασχίζει κάθε μέρα να εξοφλήσει τους λογαριασμούς του ή να πληρώσει τη βενζίνη», τι θα σκεφτεί «με τον πληθωρισμό σήμερα να έχει σκαρφαλώσει στο ιστορικό υψηλό 25ετίας και μας λέτε αυτά όταν τα εξοπλιστικά κοστίζουν 7 δισ.». «Δεν υποστηρίζω να μη προχωρήσουμε λελογισμένα σε εξοπλισμούς για να προχωρήσουμε σε κοινωνικές δαπάνες», τόνισε, «υποστηρίζω σύνεση και υπευθυνότητα, ώστε να πράξουμε με σχέδιο και λελογισμένα και τα δύο, αλλά όχι να φέρνουμε εδώ 7 δισ., να αφήνουμε την κοινωνία απροστάτευτη και να λέμε κι από πάνω ότι δεν θα γυρίσουμε στα ελλείμματα», τόνισε. Επισήμανε ότι το πρώτο μεγάλο εξοπλιστικό πρόγραμμα που προχώρησε μετά από μια δεκαετία ήταν η αναβάθμιση των F16 επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, σχολίασε, πως «σε μια χώρα που πριν μια δεκαετία βυθίστηκε στην οικονομική κρίση εν μέσω σκανδάλων και εξοπλιστικών προγραμμάτων δισεκατομμυρίων, που και σήμερα βρίσκεται σε ασταθές οικονομικό περιβάλλον, είναι ύβρις να κομπάζετε για εξοπλιστικές δαπάνες και να αντιγράφετε τις συνταγές του χθες, που οδήγησαν στη δημοσιονομική εκτροπή και στη χρεοκοπία».
Κατηγόρησε τον κ. Μητσοτάκη για διαστρέβλωση της στάσης και των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ, σχολιάζοντας ότι γνωρίζει ο πρωθυπουργός πως στην κριτική που του ασκεί για τα «5 δισ. σε απευθείας αναθέσεις και σε κλειστούς διαγωνισμούς» δεν περιλαμβάνει τα Rafale. Με αφορμή σχετική αναφορά του κ. Μητσοτάκη σε αποστροφή του Γ. Τσίπρα, τον κατηγόρησε για απομόνωση φράσης για δημιουργία εντυπώσεων, τονίζοντας ότι «δεν μπορεί να υπάρχει διαφωνία ότι η άμυνα της χώρας δεν μπορεί να σταθεί από μόνη αν δεν υπηρετεί μια πολιτική ασφάλειας συγκροτημένη και μια συγκροτημένη εξωτερική πολιτική».
Είπε ότι η συμφωνία δεν αφήνει ούτε ένα ευρώ να μένει στην ελληνική αμυντική βιομηχανία, ενώ τον επέκρινε για οικειοποίηση της αγοράς εξοπλισμών από χρήματα του ελληνικού λαού βάζοντας στο σποτάκι για τα Rafale το κομματικό έμβλημα της ΝΔ.
Οι θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ
Ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στηρίζει «σταθερά, με συνέπεια και με εθνική ευθύνη τον εξοπλισμό της χώρας βάσει της λογικής της επαρκούς άμυνας και στο πλαίσιο ενός ολοκληρωμένου σχεδιασμού και προγραμματισμού για την ενίσχυση της αποτρεπτικής ικανότητας των Ενόπλων μας δυνάμεων» και πως στο πλαίσιο αυτό, υπερψηφίζει την αγορά των φρεγατών. Επισήμανε ότι αυτή την αγορά την διαπραγματεύτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση παρά τους τότε πολύ σοβαρούς δημοσιονομικούς περιορισμούς. Όμως, σημείωσε, «θεωρούμε απαράδεκτο, ότι δεν υπάρχει καμία δέσμευση για συμμετοχή της ελληνικής βιομηχανίας στο πρόγραμμα των φρεγατών, όπως δεν υπάρχει και σε σχέση με τα Rafale». Χαρακτήρισε απαράδεκτο ότι «η συντήρηση για τις φρεγάτες έχει προβλεφθεί μόνο για τα 3 πρώτα χρόνια αξιοποίησής τους και μάλιστα πάλι χωρίς συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας» και προβληματικό ότι «δεν υπάρχει καμία μεταφορά τεχνογνωσίας και ότι δεν εξασφαλίζονται σε όλες τις φρεγάτες, κρίσιμες επιχειρησιακές δυνατότητες που χρειάζεται το Πολεμικό Ναυτικό».
Ο κ. Τσίπρας είπε ότι αυτό το πρόγραμμα το ακύρωσε ο κ. Μητσοτάκης το καλοκαίρι του 2020, «εν μέσω τη κρίσης του Oruc Reis, όταν είχε φτάσει 8 νμ από τη Ρόδο και 6 νμ από το Καστελλόριζο». Πρόσθεσε ότι επειδή όμως είχε ακυρώσει την αγορά των φρεγατών «για λόγους που ποτέ δεν μας εξηγήσατε, τονίζατε δημόσια και κατ' ιδίαν στις επαφές μας ότι ο μόνος τρόπος να ενισχύσουμε την αμυντική και διπλωματική μας θέση, ήταν η αγορά των 18 Rafale» και πως ο ΣΥΡΙΖΑ καλή τη πίστη υπερψήφισε την αγορά τους. Όμως, σχολίασε, είναι απαράδεκτο ο πρωθυπουργός να εκμεταλλεύεται αυτή τη στάση απαιτώντας λευκή επιταγή κι ότι «θα ψηφίζουμε και θα στηρίζουμε κάθε απόφασή σας, χωρίς κριτήρια». Επ' αυτού αναφέρθηκε στην απόφαση αγοράς 6 επιπλέον πολεμικών αεροσκαφών «που την έμαθαν όλοι -και τα επιτελεία- από τη τηλεόραση, όταν την ανακοινώσατε εκτός θεσμικών διαδικασιών από τη ΔΕΘ χωρίς να έχετε στα χέρια σας καμία εισήγηση, χωρίς κανένα προγραμματισμό».
Μιλώντας και για ενστάσεις επί της ουσίας ανέφερε ότι «τη στιγμή που έχουμε ενισχύσει την αεροπορία μας με την αναβάθμιση των F16 και την αγορά των 18 Rafale, τη στιγμή που η Τουρκία έχει εξαιρεθεί από το πρόγραμμα των F35, δεν κατανοούμε τη σκοπιμότητα αγοράς επιπλέον 6 αεροσκαφών με κόστος 1 δισ. για τον φορολογούμενο, όπως δεν κατανοούμε την επιμονή σας σε μια σκανδαλώδη σύμβαση για το κέντρο Αεροπορικής εκπαίδευσης στη Καλαμάτα, που θα ξεπεράσει τα δυο δισ.».
Σημείωσε ότι «με τα χρήματα του ελληνικού λαού δεν μπορούμε να παίζουμε» και ζήτησε από τον πρωθυπουργό «να σταματήσει να μετατρέπει την Εθνική 'Αμυνα σε αντικείμενο μικροκομματικής εκμετάλλευσης και να φλερτάρει με πρακτικές του παρελθόντος που μας οδήγησαν στη δημοσιονομική εκτροπή».
Ο κ. Τσίπρας πρόσθεσε ότι στο ερώτημα που του είχε απευθύνει τον Οκτώβριο αν αντέχουμε δημοσιονομικά και τα επιπλέον Rafale και τις φρεγάτες, ο κ. Μητσοτάκης του απάντησε ότι αντέχουμε, «γιατί τα Rafale θα πληρωθούν το '21-22, που έχουμε τη ρήτρα διαφυγής, ενώ οι φρεγάτες θα αρχίσουν να αποπληρώνονται από το '25 και μετά». Ωστόσο, σημείωσε ότι στη σύμβαση διαβάζει ότι οι φρεγάτες θα αποπληρωθούν από φέτος: 1 δισ και 168 εκατομμύρια μέσα στο 2022 που εσείς λέτε ότι δεν υπάρχουν δημοσιονομικά περιθώρια και άλλο ένα δισ. συνολικά το 2023 και το 2024». Κατόπιν αυτών σχολίασε ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν μπορεί να λέει τον ΣΥΡΙΖΑ ανεύθυνο όταν ζητά η κυβέρνηση να στηρίξει την κοινωνία στην ακρίβεια.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αναφέρθηκε στην περίοδο ανακατατάξεων και συγκρούσεων σε παγκόσμιο και περιφερειακό επίπεδο με την «ένταση με την Ρωσία που επιδεινώνεται και ο κίνδυνος ενός ρωσο-ουκρανικού πολέμου γίνεται όλο και μεγαλύτερος». Σημείωσε ότι πρέπει να είναι όλοι απολύτως σαφείς σ' αυτές τις στιγμές: «Στηρίζουμε σταθερά και ακλόνητα την ειρήνη και την διπλωματία απέναντι στην πολεμική ρητορική και τον εθνικισμό. Στηρίζουμε με αποφασιστικότητα το διεθνές δίκαιο- την εδαφική ακεραιότητα και κυριαρχία της Ουκρανίας και την ανάγκη για εφαρμογή των Συμφωνιών του Μινσκ. Στηρίζουμε την επιστροφή στις διαπραγματεύσεις -με κεντρικό ρόλο της ΕΕ- για μια πανευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας και ελέγχου εξοπλισμών, που θα συμπεριλαμβάνει την Ρωσία και θα βασίζεται στις Αρχές του ΟΑΣΕ και στην Ευρωπαϊκή Χάρτα Ασφαλείας.
Στηρίζουμε και πρέπει να γίνει το παν για να στηρίξουμε ενεργά την ελληνική κοινότητα της Ουκρανίας στις δύσκολες στιγμές που περνά».
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε ότι είναι βασική στρατηγική διαφορά με τη ΝΔ ότι για εκείνη, όπως είπε, «αυτός εδώ ο τόπος είναι το "τελευταίο φυλάκιο της Δύσης προς Ανατολάς"», ενώ «για εμάς οφείλει να είναι ένας ευρωπαϊκός πυλώνας ειρήνης, σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή μας». Είπε ότι ενώ για τον ΣΥΡΙΖΑ η γεωγραφία και ο πολιτισμός της χώρας μας, «επιβάλλει να προστατέψουμε τις ανθρώπινες αξίες ακόμα κι αν έχουν πάψει να είναι ευρωπαϊκές αξίες», για την κυβέρνηση «επιβάλλει να είμαστε μια ασπίδα της υπόλοιπης Ευρώπης απέναντι στις ευθύνες της, ο σκληρός φύλακας που καθησυχάζει την υπόλοιπη Ευρώπη ότι θα κάνει την βρώμικη δουλειά της απέναντι σε ανθρώπους που αφήνουν πίσω τους τον πόλεμο και την φτώχεια». Για τον ΣΥΡΙΖΑ, είπε, επιβάλλεται η ενεργή διεκδίκηση από την Ευρώπη και τους συχνά επιθετικούς γείτονες, λύσεων «που να είναι δίκαιες και αποτελεσματικές, με σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή», επιβάλλει η στήριξη των νόμιμων επανεγκαταστάσεων από τρίτες χώρες στην Ευρώπη «για να μειώσουμε τις παράτυπες ροές». «Θυμάμαι πολύ καλά κ Μητσοτάκη, πως απορρίψατε αυτήν την πρόταση για το Αφγανιστάν, όταν σας την είχε υποβάλει δημόσια ο αείμνηστος πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Νταβίντ Σασσόλι», σημείωσε.
Είπε ακόμη, ότι για τον πρωθυπουργό η Ιστορία της Ελλάδας «επιβεβαιώνει τα οφέλη που έχει να πολεμάνε Έλληνες στρατιώτες σε μακρινούς πολέμους, στο Σαχέλ ή στη Σαουδική Αραβία, εκτός των διεθνών οργανισμών στους οποίους ανήκει η χώρα» και «να γίνει ο τόπος μας εφαλτήριο για αμερικανικές επιχειρήσεις στην Μαύρη Θάλασσα, εν μέσω της σφοδρότερης νατορωσικής κρίσης των τελευταίων δεκαετιών». Ότι για τον κ. Μητσοτάκη η γεωγραφία της χώρας επιβάλλει «αντί ο Έβρος να αποτελέσει αναπτυξιακή γέφυρα συνεργασίας για την ευρύτερη περιοχή, να μπει η Αλεξανδρούπολη στην πρώτη γραμμή μιας ολοένα επιδεινούμενης παγκόσμιας κρίσης» και ότι «η Ιστορία επιβάλλει να θεωρούμε πως ό,τι είναι καλό για τα συμφέροντα των ΗΠΑ είναι αυτομάτως καλό και για τα δικά μας». Σχολίασε ότι ο κ. Μητσοτάκης «γίνεται ο πρώτος πρωθυπουργός της μεταπολίτευσης που παραχώρησε ελληνικές εγκαταστάσεις στις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις επ' αόριστον», σημειώνοντας ότι «πριν στεγνώσει το μελάνι της συμφωνίας, οι ΗΠΑ είχαν ανακαλέσει την στήριξή τους στον Eastmed, επικαλούμενες την ένταση που δημιουργούσε ο αγωγός με την Τουρκία». Αντίθετα, είπε ότι για τον ίδιο «η Ιστορία της Ελλάδας επιβεβαιώνει -με τραγικό μάλιστα τρόπο- ότι οι σχέσεις μας με τις ΗΠΑ μπορούν να προχωρήσουν μπροστά μόνο όταν είναι αμοιβαία επωφελείς και ότι η Ελλάδα πρέπει να σέβεται τις δεσμεύσεις της ως χώρα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, να προωθεί τον στρατηγικό της διάλογο με τις ΗΠΑ, αλλά να ακολουθεί σταθερά μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική».
«Για σας και την παράταξή σας, ενδεχομένως η Ιστορία να διδάσκει ότι η αναβλητική διπλωματία εξασφαλίζει ψήφους. Για μας και τη δημοκρατική παράταξη της χώρας, η Ιστορία διδάσκει ότι η αναβλητική διπλωματία υποθηκεύει το μέλλον της Ελλάδας», υπογράμμισε ο κ. Τσίπρας, «για εμάς η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας αντικατοπτρίζεται στη Συμφωνία των Πρεσπών, για εσάς αντικατοπτρίζεται στην επ' αόριστον παραχώρηση της Αλεξανδρούπολης στους Αμερικάνους».
Τουρκία
Μιλώντας για τις σχέσεις με την Τουρκία ο κ. Τσίπρας απαρίθμησε τις επαφές του κ. Ερντογάν, τονίζοντας ότι εγκαίρως είχε προειδοποιήσει τον κ. Μητσοτάκη ότι «το δόγμα της δήθεν απομόνωσης της Τουρκίας θα κατέρρεε. Ότι ο προσχηματικός διάλογος με την Τουρκία, μπορεί να σας βόλευε πολιτικά, αλλά θα απέβαινε στο τέλος εις βάρος της Ελλάδας». Σημείωσε ότι είχε προειδοποιήσει εγκαίρως ότι «η Ελλάδα είχε πολύ περισσότερα να κερδίσει συνδιαμορφώνοντας την διπλωματική αρχιτεκτονική στην περιοχή της. Είτε συνδέοντας την αναθεώρηση της τελωνειακής ένωσης ΕΕ-Τουρκίας με την υποβολή συνυποσχετικού για τη προσφυγή στη Χάγη για την υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Είτε προωθώντας τους όρους μας για την συμμετοχή της Τουρκίας σε μια Διάσκεψη της ΕΕ για την Ανατολική Μεσόγειο και στο Φόρουμ Φυσικού Αερίου του Καΐρου». Επίσης είχε προειδοποιήσει ότι η εκλογή Μπάιντεν έπρεπε να αξιοποιηθεί για να πιεστεί η Τουρκία να απομακρυνθεί από τις μαξιμαλιστικές της θέσεις «και να δεσμευθεί σε έναν ουσιαστικό διάλογο με την Ελλάδα με σαφείς ελληνικές κόκκινες γραμμές γύρω από τις απαράδεκτες αξιώσεις της Τουρκίας για δήθεν γκρίζες ζώνες και αποστρατιωτικοποιημένα νησιά στο Αιγαίο ή τη διασύνδεση κυριαρχίας με την αποστρατιωτικοποίηση».
Σημείωσε ότι δεν υπάρχουν αυταπάτες ότι μπορεί σύντομα να βρεθεί προοπτική λύσης με την Τουρκία, όμως «μπορούν να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για έναν ουσιαστικό διάλογο που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κάποια ύφεση στις σχέσεις μας», κάτι που απαιτεί πολιτική βούληση. Υποστήριξε ότι αυτή την είχαν πρωθυπουργοί της Ελλάδας «που δεν δίστασαν να αναμετρηθούν με την ιστορία και να βάλουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε τροχιά διαλόγου, μετά από εξίσου δύσκολες ή πολύ χειρότερες κρίσεις από αυτήν με το Oruc Reis». «Δυστυχώς κ. Μητσοτάκη», πρόσθεσε, «εσείς αποδεικνύετε κάθε μέρα πόσο απέχετε από αυτούς τους πρωθυπουργούς και έτσι αποδεικνύετε και τον κίνδυνο που φέρετε, παραμένοντας πρωθυπουργός της χώρας». Είπε ακόμη ότι ο σημερινός πρωθυπουργός δεν διαθέτει το κατά Ελευθέριο Βενιζέλο χάρισμα, του «να βλέπει πρωτύτερα απ' ό,τι βλέπουν οι άλλοι, καθώς, αν δεν έχει το χάρισμα αυτό, είναι αδύνατον να μην οδηγήσει την πατρίδα του στη συμφορά και την καταστροφή».
Καταληκτικά σχολίασε ότι ο κ. Μητσοτάκης έχει μετατραπεί από φημισμένος τεχνοκράτης σε διαχειριστή της συμφοράς και πως «όσο γρηγορότερα φύγετε τόσο το καλύτερο για τον ελληνικό λαό».