Τράπεζες

Τράπεζες: «Τσεκούρι» 120 εκατ. στις δαπάνες προσωπικού


Ακάθεκτες συνεχίζουν οι ελληνικές τράπεζες το «τσεκούρωμα» των δαπανών μισθοδοσίας, εξοικονομώντας μεγάλα ποσά και στο 9μηνο του 2020, εν μέσω πανδημίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η Τράπεζα της Ελλάδος, η μείωση των δαπανών μισθοδοσίας είναι και φέτος ένα βασικό στήριγμα των οικονομικών αποτελεσμάτων των συστημικών τραπεζών, ενώ σε σχέση με το 9μηνο του 2018 το ποσοστό της μείωσης ξεπερνά το 20%.

Ειδικότερα, τα στοιχεία δείχνουν ότι οι τράπεζες εξοικονόμησαν στο φετινό 9μηνο από τις δαπάνες προσωπικού ποσό 120 εκατ. ευρώ, αφού αυτές μειώθηκαν κατά 8,1%, από τα 1,481 δισ. στα 1.361 δισ. ευρώ. Πρόκειται για μια μείωση που ήλθε ως αποτέλεσμα, κυρίως, των προγραμμάτων εθελουσίας εξόδου που υλοποίησαν οι τράπεζες το 2019 και άρχισαν φέτος να έχουν πλήρη απόδοση.

Η κούρσα μείωσης των δαπανών προσωπικού είναι ξέφρενη, όπως φαίνεται από τη σύγκριση με τα στοιχεία που είχε δημοσιεύσει η ΤτΕ στην περυσινή Ενδιάμεση Έκθεση. Στο 9μηνο του 2018, οι τράπεζες εμφάνισαν δαπάνη προσωπικού ύψους 1,713 δισ. ευρώ, δηλαδή σε μια διετία, ως το τέλος του 9μήνου 2020, είχαν περικόψει τις δαπάνες κατά 352 εκατ. ευρώ.

Η μείωση της δαπάνης θα συνεχισθεί και το 2021, αφού ήδη οι συστημικές τράπεζες έχουν προωθήσει και σχεδόν ολοκληρώσει νέα μεγάλα προγράμματα μείωσης του προσωπικού με εθελούσια έξοδο, μέσω των οποίων υπολογίζεται ότι θα αποχωρήσουν περίπου 3.000 υπάλληλοι.

Το μείζον πρόβλημα για τους τραπεζοϋπαλλήλους είναι ότι η πανδημία δημιούργησε νέα δυναμική στην αύξηση της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων στις τραπεζικές συναλλαγές, με αποτέλεσμα οι τραπεζικές διοικήσεις να σχεδιάζουν ακόμη μεγαλύτερη συρρίκνωση στα δίκτυα των καταστημάτων, που αναπόφευκτα φαίνεται να οδηγεί σε νέα προγράμματα εθελουσίας εξόδου και μάλιστα με νέες πρακτικές άσκησης πίεσης στο προσωπικό για αποχώρηση, αφού το κλείσιμο καταστημάτων συνδέεται πλέον πολύ στενά με τα προγράμματα εθελουσίας εξόδου.

Να σταματήσει η συρρίκνωση του δικτύου 

Η ΟΤΟΕ κάλεσε πρόσφατα τις τράπεζες να δώσουν τέλος στην περικοπή του δικτύου των καταστημάτων και στη μείωση της απασχόλησης, με την τακτική να εξωθούν συχνά σε έξοδο τους εργαζόμενους στα καταστήματα που κλείνουν. Όπως τόνισε, «οι τράπεζες συνεχίζουν ακόμα και μέσα στην πανδημία να λειτουργούν σε μία λογική συρρίκνωσης και περικοπής κόστους, επικαλούμενες την "αλματώδη πρόοδο στην ψηφιοποίηση" και τη "δραστική αλλαγή στις συναλλακτικές συνήθειες της πελατείας", που έφεραν η πανδημία και τα lockdowns».

Όπως υπογραμμίζει η ΟΤΟΕ, «συναλλακτικές συμπεριφορές που εκδηλώνονται σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης δεν μπορεί να αποτελούν πρότυπο ούτε είναι δεδομένο ότι θα συνεχίσουν να ισχύουν, όταν επανέλθουμε στην "κανονικότητα"». Επιπλέον, «τα καταστήματα δικτύου και το προσωπικό τους είναι το αναντικατάστατο "δείγμα γραφής", το πρόσωπο και ο σύνδεσμος εμπιστοσύνης της κάθε τράπεζας με την πελατεία στις γειτονιές και στις τοπικές κοινωνίες».

Σύμφωνα με την ΟΤΟΕ, η συρρίκνωση των δικτύων και της απασχόλησης στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα «δεν οφείλεται τόσο στην τεχνολογική πρόοδο, όσο σε επιλογές αποψίλωσης του εγχώριου τραπεζικού συστήματος. Το δίκτυο καταστημάτων είχε ήδη δραματικά συρρικνωθεί, πριν από την πανδημία, με μείωση πάνω από 50% το 2019 έναντι του 2010. Η απασχόληση μειώθηκε κατά 34,3% στο διάστημα 2011-2019 έναντι 14,6% μείωσης, στο ίδιο διάστημα, στην Ευρωζώνη.

Οι τράπεζες συνεχίζουν να κλείνουν καταστήματα και να πιέζουν σε έξοδο τους εργαζόμενους, εκμεταλλευόμενες την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια των τραπεζοϋπαλλήλων, που μεγαλώνουν από την πανδημία. Αντί να επενδύσουν σε σχέδια και λογικές ανάπτυξης, που είναι προϋπόθεση, για να παίξουν υπεύθυνα το ρόλο τους στην απαραίτητη στήριξη της χειμαζόμενης οικονομίας και στη χρηματοδότηση της ανάκαμψης, επιμένουν σε αδιέξοδες λογικές μείωσης του κόστους. Αυτή η κατάσταση αποτελεί πλέον ένα μείζον αναπτυξιακό, πολιτικό και κοινωνικό ζήτημα».

Διαβαστε επισης