Πολιτική

Τράπεζες: Ο φόβος και ο τρόμος των αρνητικών επιτοκίων


Τα μέτρα χαλάρωσης που έχει λάβει μέχρι στιγμής η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν έχουν αποδώσει τα προσδοκώμενα για την επίτευξη του στόχου για τον πληθωρισμό κοντά στο 2%. Τα στοιχεία που ανακοίνωσε η Eurostat τη Δευτέρα, σήμαναν συναγερμό στην ΕΚΤ με τους αναλυτές και χρηματιστηριακούς παράγοντες να προεξοφλούν πλέον μια νέα παρέμβαση στην επόμενη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής στις 10 Μαρτίου. Τα στοιχεία είναι χαμηλότερα του αναμενόμενου, ενώ είναι η πρώτη φορά από τον Σεπτέμβριο που ο πληθωρισμός εμφανίζει αρνητικό πρόσημο. Συγχρόνως, το οικονομικό κλίμα επιδεινώθηκε τον Ιανουάριο στην Ευρωζώνη, απόρροια των κλιμακούμενων ανησυχιών για επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας, ενώ η ανάπτυξη της οικονομίας παραμένει σταθερή, γεγονός που πυροδοτεί τις εκτιμήσεις, ότι η ΕΚΤ θα ενισχύσει τη νομισματική στήριξη. Ο προβληματισμός σχετικά με το πόσο μακριά κάτω από το μηδέν μπορεί να μειώσει τα επιτόκια η ΕΚΤ, χωρίς να προκαλέσει ζημιά στις τράπεζες, αναμένεται να αποτελέσει κλειδί για τις αποφάσεις στην επόμενη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής, με ορισμένους ανώτερους αξιωματούχους να επεξεργάζονται μια αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο καθορίζεται το κόστος δανεισμού. Η ανησυχία έγκειται στο γεγονός ότι τα αρνητικά επιτόκια μπορούν να βλάψουν την κερδοφορία των τραπεζών ή να τις αναγκάσουν να μετακυλήσουν το κόστος στους δανειολήπτες. Αντί να παρακινήσουν σε δανεισμό τις τράπεζες, τα αρνητικά επιτόκια θα μπορούσαν να είναι τελικά πρόβλημα παρά λύση

Είναι όμως τα αρνητικά επιτόκια μια λύση που θέλουν και μπορούν να αντέξουν οι τραπεζίτες; Τα αρνητικά επιτόκια σε θεωρητικό επίπεδο συνιστούν κακές ειδήσεις για όλες τις τράπεζες, επειδή καθιστούν ασύμφορη τη δραστηριότητά τους να χρεώνουν όσους δανείζονται και να επιβραβεύουν όσους αποταμιεύουν. Ωστόσο, οι διευθύνοντες σύμβουλοι των τραπεζών, οι οποίοι ήδη βρίσκονται αντιμέτωποι με την αναταραχή των αγορών, δεν μπορούν απλώς και μόνο να κατηγορήσουν όσους αποφασίζουν για τα αρνητικά επιτόκια. Οσο καταστροφικά κι αν έχουν αποβεί στην Ευρωζώνη τα αρνητικά επιτόκια για τα συναφή έσοδα και με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να απειλεί να ωθήσει ακόμα πιο χαμηλά το επιτόκιο καταθέσεων σε αρνητικό έδαφος, είναι δύσκολο να ισχυριστεί κανείς ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι ανίσχυρα να αντιδράσουν.
 
Πώς όμως ορισμένες τράπεζες μπόρεσαν να αμβλύνουν τις δυσμενείς συνέπειες των αρνητικών επιτοκίων; Η πρώτη απάντηση είναι η εξεύρεση τρόπων στο να γίνει μετακύλιση του κόστους στους πελάτες, ειδικά στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες παρατηρείται υγιής ζήτηση για χορηγήσεις. Η σουηδική τράπεζα Swedbank είναι σε θέση να αυξήσει τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων εν μέσω μιας ακμάζουσας αγοράς στέγης. Κατ’ αναλογία και τα ελβετικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα επωφελήθηκαν από την αύξηση στα επιτόκια των στεγαστικών δανείων. Η δεύτερη απάντηση είναι η εξής: εάν, τώρα, η ζήτηση για δάνεια είναι βραδεία, μπορεί οι τράπεζες να αποδειχθούν πιο τυχερές στο να μετακυλίσουν τις υψηλότερες δαπάνες στους καταθέτες. 

Η γαλλική Credit Agricole θα μπορούσε να αρχίσει να περικόπτει τα σχετικά γενναιόδωρα επιτόκια καταθέσεων που εξασφαλίζει στους καταθέτες της ή ακόμα περισσότερες τράπεζες θα μπορούσαν να αρχίσουν να χρεώνουν πιο πολλά στις χρεωστικές κάρτες και στις υπεραναλήψεις. 

Πόσο κάτω θα μπορούσαν να φτάσουν τα επιτόκια κατάθεσης;

Αρκετά,  σύμφωνα με τους οικονομολόγους τους οικονομολόγους της JPMorgan Chase. Πάντως μόνο ένα τμήμα των διαθεσίμων των εμπορικών τραπεζών που κατατίθενται στις κεντρικές τράπεζες χρεώνονται με αρνητικό επιτόκιο. Σε αυτή τη βάση, εκτιμάται ότι αν η ΕΚΤ απλά επικεντρωθεί σε τραπεζικά διαθέσιμα που ισοδυναμούν στο 2% του ΑΕΠ θα μπορούσε να φτάσει στο -4,5%. Αυτό συγκρίνεται με το μείον -0,3% που είναι  σήμερα και με το -0,7% που η  JPMorgan λέει ότι θα μπορούσε να φτάσει μέχρι τα μέσα του τρέχοντος έτους.
 
Το φράγμα για την Τράπεζα της Ιαπωνίας μπορεί να είναι -3,45% ενώ για τη Σουηδία θα μπορούσε να είναι -3,27%, σύμφωνα με τους οικονομολόγους. Πάντως, οι οικονομολόγοι της JPMorgan λένε ότι οι τράπεζες είναι απίθανο να είναι σε θέση να μετακυλίσουν το κόστος της πολιτικής στους δανειολήπτες, μειώνοντας τις πιθανές επιπτώσεις που θα έχουν στην κερδοφορία τους. 
 
Ο Vítor Constâncio, αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, έδωσε τη σαφέστερη υπόδειξη ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες της ευρωζώνης εξετάζουν σοβαρά μια προσαρμογή στο καθεστώς των επιτοκίων τους για να προστατεύσουν τις τράπεζες από τις επιπτώσεις των αρνητικών επιτοκίων. Ο κ Constâncio, δήλωσε η ΕΚΤ θα μπορούσε να μειώσει τα επιτόκια κατά τρόπο που να μετριάζει την «άμεση επίπτωση» στις τράπεζες που έχουν θωρακίσει τους πελάτες τους από το κόστος της πολιτικής αυτής, η οποία επιβάλλεται επί των αποθεματικών των κεντρικών τραπεζών. Ανέφερε το παράδειγμα από τους Ιάπωνες και άλλες κεντρικές τράπεζες σχετικά με την εισαγωγή ενός κλιμακωτού συστήματος, το οποίο προστατεύει ένα μέρος των καταθέσεων των τραπεζών από το κόστος των αρνητικών επιτοκίων.

Πότε τα αρνητικά επιτόκια παύουν να είναι παραγωγικά

 
Ο 90άχρονος πρώην πρόεδρος της Federal Reserve, Alan Greenspan, δήλωσε ότι τα αρνητικά επιτόκια, εάν συνεχιστούν για μεγάλο χρονικό διάστημα, τελικά θα στρεβλώνουν την αποταμίευση και τις επενδύσεις.
 
Να σημειωθεί ότι οι αναλυτές περιμένουν ότι η ΕΚΤ θα μειώσει κι άλλο τα επιτόκια κατάθεσης στο -0,4% από -0,3% που είναι σήμερα. 
 
"Δεν θα έλεγα ότι είναι επικίνδυνα, αλλά είναι σαφές ότι δεν είναι παραγωγικά," είπε ο Greenspan, ο οποίος άφησε την Fed το 2006, μετά από σχεδόν 20 χρόνια αφότου ανέλαβε το τιμόνι της. "Το μεγάλο επιχείρημα για υπερβολικά χαμηλά επιτόκια για μεγάλο χρονικό διάστημα, είναι ότι στρεβλώνουν το επενδυτικό μοντέλο σε πραγματικές επενδύσεις."
  

Τα στοιχήματα

 
Ο Μάριο Ντράγκι βρίσκεται εν μέσω διασταυρούμενων πυρών. Από τη μια πλευρά δέχεται πιέσεις για τη λήψη περαιτέρω μέτρων τόνωσης της οικονομίας, και από την άλλη το Βερολίνο δε διστάζει να εκφράζει την εκτίμηση ότι η ΕΚΤ πρέπει να διακόψει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Οι πέντε ανεξάρτητοι οικονομικοί εμπειρογνώμονες της γερμανικής κυβέρνησης εκτίμησαν ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να τερατίσει το QE το συντομότερο δυνατόν, τη στιγμή που η τελευταία εξετάζει το ενδεχόμενο επέκτασης του προγράμματος μέσω και της αγοράς ομολόγων περιφερειών και δήμων.
 
Σύμμαχοι της Μέρκελ υποστηρίζουν ότι είναι η στιγμή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να βρει διέξοδο από τα ιστορικά χαμηλά επιτόκια και μάλιστα καλούν την καγκελάριο να στείλει το εν λόγω μήνυμα στον διοικητή της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι. Το επιχείρημα που προβάλλουν οι πολέμιοι του QE είναι πως το πρόγραμμα είναι σχεδιασμένο να ενισχύσει τον πληθωρισμό και να μετριάσει την «οικονομική δυσπραγία», καθώς η κρίση χρέους στην Ευρώπη υποχωρεί. Όπως λένε όμως, η ακολουθούμενη πολιτική πλήττει τους Γερμανούς αποταμιευτές και τους ιδιώτες επενδυτές, που τείνουν να προτιμούν χαμηλού ρίσκου επενδύσεις.
 
Κάποιοι παρατηρητές της ΕΚΤ αναμένουν μια πιο επιθετική μείωση του επιτοκίου καταθέσεων κατά 20 μονάδες βάσης. Οι οικονομολόγοι προεξοφλούν αυτήν την κίνηση από την ευρωτράπεζα, κρίνοντας από τον ρυθμό, με τον οποίο οι αποδόσεις των ομολόγων της Ευρωζώνης υποχωρούν σε νέα χαμηλά επίπεδα. Συγκεκριμένα, η αξία των ομολόγων με αποδόσεις χαμηλότερες από το -0,3% αυξήθηκαν περισσότερο από ένα τρίτο, σε τουλάχιστον 1,22 τρις. δολάρια, από τη συνεδρίαση της ΕΚΤ στις 21 Ιανουαρίου, όταν ο Ντράγκι έστειλε το μήνυμα ότι μπορεί να υπάρξουν νέα μέτρα χαλάρωσης.
 
Να σημειωθεί ότι ο Μάριο Ντράγκι έστειλε μήνυμα σταθερότητας και αποφασιστικότητας στους επενδυτές, διαμηνύοντας ότι η ΕΚΤ είναι έτοιμη να δράσει παρά τις πιέσεις που δέχεται από την γερμανική πλευρά.
 
Κατά τη διάρκεια ομιλίας του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τον τραπεζικό κλάδο, ο Μάριο Ντράγκι τόνισε ότι «εάν διαπιστωθεί ότι υπάρχουν κίνδυνοι για τη σταθεροποίηση των τιμών, σας διαβεβαιώνω ότι δεν θα διστάσουμε να δράσουμε», σχολιάζοντας την πρόσφατη χρηματοπιστωτική αναταραχή.