Πολιτική

Τράπεζες: Εν μέρει διαγραφή κόκκινων στεγαστικών


 Στη προσπάθεια μείωσης του προβληματικού χαρτοφυλακίου τους, οι τράπεζες εξετάζουν το ενδεχόμενο διαγραφών μέρους «κόκκινων» στεγαστικών δανείων. Πρόκειται για μια πρόταση που συνοδεύεται από «αστερίσκους» και θα εφαρμόζεται υπό αυστηρές προϋποθέσεις.

 Με βασική προϋπόθεση ο δανειολήπτης να είναι συνεργάσιμος, τα τραπεζικά ιδρύματα προσανατολίζονται να διαμορφώνουν σύμφωνα με τα οποία το δάνειο διαχωρίζεται σε δύο τμήματα. Για το ένα τμήμα καταβάλλεται δόση ενώ το άλλο «παγώνει» και διαγράφεται στο τέλος της περιόδου αποπληρωμής εάν ο δανειολήπτης είναι συνεπής.

Όπως αναφέρει η «Καθημερινή», τράπεζες σχεδιάζουν να δώσουν την δυνατότητα σε δανειολήπτες να εξαγοράσουν το στεγαστικό τους πριν από την πώληση σε ειδικό ταμείο, σε αλλά όχι στην ίδια τιμή.

Για το θέμα των «κόκκινων» στεγαστικών δανείων τοποθετήθηκε χθες ο βετεράνος τραπεζίτης Μιχάλης Σάλλας.  Για το μέρος του δανείου που θα συνεχίσει να εξυπηρετεί ο δανειολήπτης, ο κ. Σάλλας προτείνει αυτό να ρυθμίζεται εξατομικευμένα, ανάλογα με τις δυνατότητες κάθε δανειολήπτη. 

Σύμφωνα με την πρόταση Σάλλα, οι τράπεζες θα μπορούσαν να διαχωρίσουν το κάθε κόκκινο στεγαστικό δάνειο σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος του δανείου που θα αντιστοιχεί π.χ. στο 90% της αξίας του ακινήτου, θα προτείνεται από την Τράπεζα για sale and lease back, επεκτείνοντας αντίστοιχα την διάρκειά του και μειώνοντας σημαντικά το ύψος της μηνιαίας εξυπηρέτησης σύμφωνα με τις δυνατότητες του δανειολήπτη.

Ουσιαστικά, αυτό σημαίνει ότι ο δανειολήπτης μεταφέρει για μια μακρά περίοδο την ιδιοκτησία του ακινήτου στην τράπεζα και καταβάλλει ενοίκιο για να συνεχίσει να μένει στην κατοικία, ενώ με τη λήξη της περιόδου, εφόσον έχει εξυπηρετηθεί ομαλά το δάνειο, το ακινήτο περιέρχεται στην ιδιοκτησία του.

Έτσι διασφαλίζεται ότι ο δανειολήπτης δεν πρόκειται να απομακρυνθεί από το σπίτι του ή να χάσει το ακίνητό του.

Σε ό,τι αφορά το υπόλοιπο μέρος του δανείου, εφόσον σε μία περίοδο π.χ. 5 ετών δεν αποκαθίστανται οι αξίες των ακινήτων, να διαγράφεται το 50% της διαφοράς ανάμεσα στο συνολικό ύψος του δανείου και του ποσού που έχει μετατραπεί σε σύμβαση sale and lease back.