Ακόμη και τον πήχη των χαμηλών προσδοκιών δεν μπόρεσε να περάσει, για αντικειμενικούς και υποκειμενικούς λόγους, η συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Αμερικανό πρόεδρο.
Του Μάκη Ντόβολου
Ξεκινώντας από την συγκυρία της συνάντησης με τον πρόεδρο Τραμπ οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και κυρίως η σύγκρουση ΗΠΑ-Ιράν επισκίασαν κάθε τι άλλο, όπως φάνηκε με τον πλέον εμφατικό τρόπο κατά τις, μόνες, δημόσιες δηλώσεις που έκαναν οι κ.κ Τραμπ-Μητσοτάκης.
Εκεί που υπό άλλες συνθήκες ο Έλληνας πρωθυπουργός θα είχε την ευκαιρία να θέσει μπροστά σε όλους τα ζητήματα που σχετίζονται με την τουρκική επιθετικότητα, τελικά η διαδικασία εξελίχθηκε σε ένα ακόμη show του αμερικανικού προέδρου.
Και αν αυτή η ατυχία είναι κάτι που μπορεί να… αντιμετωπιστεί, δυστυχώς η χώρα μας έχει να αντιμετωπίσει μια πολύ μεγαλύτερη «ατυχία» που δεν είναι άλλη από την επιλογή των ΗΠΑ και άλλων μεγάλων δυνάμεων να «παίξουν» με την Τουρκία.
Η Τουρκία έχει πλέον καταστεί σημαντικός περιφερειακός παίκτης σε μια χρονική συγκυρία όπου βρισκόμαστε μπροστά σε γεωστρατηγικές εξελίξεις με την «τράπουλα» να μοιράζεται για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες. Σε αυτήν ακριβώς την φάση το ειδικό βάρος της Τουρκίας παρουσιάζεται ιδιαίτερα αυξημένο κάτι που δεν μπορούν να αγνοήσουν οι ΗΠΑ αλλά και οι άλλοι παίχτες στην περιοχή.
Αυτό σημαίνει πως οι προκλήσεις και ο «τσαμπουκάς» της Άγκυρας απέναντι στην χώρα μας και στην Κύπρο, δύσκολα θα «βγάλουν από τα ρούχα του» κάποιο δυτικό μας σύμμαχο, τροφοδοτώντας βέβαια ακόμη περισσότερο την ιμπεριαλιστική και αναθεωρητική στάση της Τουρκίας.
Αυτά είναι που κάνουν οι υπόλοιποι. Εμείς τι πράττουμε ή τι πρέπει να πράξουμε; Έχουμε και εμείς τα δικά μας «όπλα» να αξιοποιήσουμε. Τα δικά μας διπλωματικά όπλα. Η καλλιέργεια καλών σχέσεων με τις υπόλοιπες χώρες της περιοχής και η δημιουργία συμμαχιών (τώρα αναδεικνύεται ακόμη περισσότερο η μεγάλη σημασία της συμφωνίας των Πρεσπών μέσω της οποίας η Ελλάδα όχι μόνο απέκτησε μια σύμμαχο χώρα αλλά απέτρεψε την τουρκική διείσδυση στα βόρεια σύνορα) είναι ένα «όπλο» που αυξάνει την επιρροή σου και ταυτόχρονα εμποδίζει την επέκταση της επιρροής των άλλων.
Επίσης να θέτεις τα ζητήματα καθαρά, ανοικτά και αποφασιστικά, χωρίς κραυγές, στους διεθνείς οργανισμούς που συμμετέχεις. Όσο και αν αυτοί οι οργανισμοί, είτε μιλάμε για ΝΑΤΟ είτε για την ΕΕ, πολλές φορές νίπτουν τας χείρας τους και μας λένε «βρείτε τα» ενισχύοντας ουσιαστικά την απέναντι πλευρά.
Ακόμη στα όπλα σου είναι και η δυνατότητα να μην θεωρείσαι δεδομένος ανεξαρτήτως συνθηκών και εξελίξεων. Να εξαρτάς τις όποιες συμφωνίες ή παραχωρήσεις από την ικανοποίηση και των δικών σου επιδιώξεων χωρίς μικρομεγαλισμούς και αδιέξοδους τσαμπουκάδες.
Να κάνεις σαφές ότι οι συμμαχίες είναι καλές και διαρκούν στο χρόνο όταν είναι και αμοιβαία επωφελείς. Δυστυχώς η στάση του πρωθυπουργού δεν ήταν βοηθητική στο θέμα αυτό καθώς όταν λες, ευθύς εξαρχής, ότι η Ελλάδα «είναι δεδομένη και προβλέψιμη σύμμαχος» τότε δεν ασκείς κάποια ιδιαίτερη πίεση για να φέρεις τον συνομιλητή σου πιο κοντά στις θέσεις σου.
Και είχαμε και έχουμε ακόμη ορισμένα «όπλα» σε αυτό το πεδίο όπως για παράδειγμα το «πάγωμα» μέχρι νεοτέρας του νομοσχεδίου για την αναβάθμιση της αμυντικής μας συνεργασίας με τις ΗΠΑ αλλά και των όποιων συζητήσεων για αγορά νέου πολεμικού εξοπλισμού και κυρίως αεροπλάνων.
Επίσης η πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική και οι συμφωνίες με άλλες μεγάλες χώρες δίνουν το σήμα ότι δεν εξαρτάσαι αποκλειστικά από μία δύναμη, ότι δεν είσαι το «καλό» παιδί, μέχρι δουλοπρέπειας, που περιμένει να πάρει κάτι στο τέλος. Γιατί είναι πολύ πιθανόν να μην πάρεις έστω και αυτό το κάτι λίγο…