Με τυμπανοκρουσίες έκλεισε το deal Ερντο-γάν – Πούτιν, αξίας 2 δισ. δολ., για την πώληση του εξελιγμένου συστήματος αεράμυνας S-400 στην Τουρκία, αλλά στρατιωτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι η Άγκυρα είναι πολύ πιθανό να κάνει πίσω και η συμφωνία να μην τεθεί σε εφαρμογή, καθώς μάλιστα η Ουάσιγκτον ετοιμάζει σαρωτικά αντίποινα κατά της Τουρκίας για την «παρασπονδία» της.
Αναλυτές εκτιμούν ότι η Τουρκία τελικά, πιθανότατα, θα επαναλάβει ότι έκανε το 2015, όταν είχε κλείσει συμφωνία με κινεζική εταιρεία για ανάλογο σύστημα αεράμυνας, αλλά υπαναχώρησε. «Οι πιθανότητες σήμερα είναι χαμηλότερες από 10% να αγοράσει η Τουρκία το ρωσικό σύστημα», δηλώνει στο κινεζικό πρακτορείο ειδήσεων Xinhua ο Τούρκος στρατηγός εν αποστρατεία, Χαλντούν Σολματζτούρκ.
Η κυβέρνηση Ερντογάν μπορεί να μην κάνει αμέσως πίσω, για λόγους γοήτρου, αλλά έχει ακόμη αρκετό χρόνο μπροστά της για να αναθεωρήσει την απόφασή της για το S-400, δεδομένου ότι η συμφωνία με την Ρωσία δεν έχει ολοκληρωθεί. Υπάρχουν σοβαρές εκκρεμότητες σχετικά με ευαίσθητα θέματα μεταφοράς τεχνογνωσίας για τη συμπαραγωγή των πυραύλων και η Μόσχα δεν είναι εύκολο να εγκρίνει αυτή τη μεταφορά σε χώρα που παραμένει στο ΝΑΤΟ.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις αναλυτών, στόχος της Άγκυρας είναι να χρησιμοποιήσει τη συμφωνία για τους S-400 στην ευρύτερη διαπραγμάτευση για τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ ως ένα διαπραγματευτικό χαρτί, το οποίο θα παραχωρηθεί, προκειμένου να εξασφαλισθούν άλλα ανταλλάγματα.
Σε αυτό το πλαίσιο, ιδιαίτερα σημαντική θεωρείται η επίσκεψη του Τούρκου πρωθυπουργού, Μπιναλί Γιλντιρίμ, στην Ουάσιγκτον, την επόμενη εβδομάδα, ύστερα από μια αρκετά μεγάλη περίοδο σοβαρών δυσκολιών στην επικοινωνία των δύο πλευρών. Το θέμα των S-400 θα βρεθεί στην ατζέντα των συνομιλιών, αλλά για την Τουρκία δεν είναι το σημαντικότερο, αφού το βασικό θέμα τουρκικού ενδιαφέροντος είναι, αυτή την περίοδο, οι σχέσεις της Ουάσιγκτον με τους Κούρδους στην Συρία.
Η Άγκυρα θεωρεί ότι οι Αμερικανοί εξοπλίζουν ομάδες που έχουν πολιτική συγγένεια με το PKK και απεργάζονται τη διάσπαση της Συρίας και του Ιράκ, με τρόπο που θα θέσει σε αμφισβήτηση και την εδαφική ακεραιότητα της Τουρκίας.
Το διμερές «παζάρι» Ουάσιγκτον – Άγκυρας έχει πολλά ακόμη ανοικτά θέματα προς συζήτηση, από το καθεστώς της βάσης του Ιντσιρλίκ, που ενδιαφέρει τους Αμερικανούς, ως το σταθερό τουρκικό αίτημα προς την Ουάσιγκτον για την παροχή συστήματος αεράμυνας Patriot, το οποίο δεν έχει ικανοποιηθεί, λόγω της άρνησης της αμερικανικής πλευράς να μεταφερθεί στην Τουρκία ευαίσθητη τεχνογνωσία.
Οι συνομιλίες, πάντως, δεν θα είναι εύκολες, ούτε θα τελειώσουν γρήγορα, καθώς στην Ουάσιγκτον επικρατεί έντονη καχυποψία για τις προθέσεις του Ερντογάν, ενώ σε βασικά θέματα της ατζέντας, όπως αυτό της Συρίας, τα στρατηγικά συμφέροντα των δύο χωρών αποκλίνουν σοβαρά.
Αμερικανικές κυρώσεις
Μέχρι να επανέλθει η Τουρκία σε καθεστώς «κανονικού» συμμάχου, η Ουάσιγκτον ετοιμάζεται για παν ενδεχόμενο και απειλεί με σοβαρές κυρώσεις την Άγκυρα. Πριν από λίγες ημέρες, στο πλαίσιο των κυρώσεων που επιβάλλονται στην Ρωσία για την ανάμιξή της στις αμερικανικές εκλογές, έγινε γνωστό ότι στο καθεστώς κυρώσεων εντάσσονται και οι δύο κρατικές εταιρείες της Ρωσίας, Almaz-Antey και Rosoboronexport, που κατασκευάζουν και διακινούν το σύστημα S-400.
Αυτό σημαίνει ότι τουρκικοί οργανισμοί, υπηρεσίες και αξιωματούχοι, που θα έλθουν σε συναλλαγή με τις δύο εταιρείες, μπορεί να υποστούν σοβαρές οικονομικές κυρώσεις, ή ακόμη και να συλληφθούν από αμερικανικές αρχές για να δικασθούν στις ΗΠΑ, όπως συνέβη με τρεις Τούρκους αξιωματούχους, οι οποίοι κατηγορούνται ότι «έσπασαν» τις αμερικανικές κυρώσεις στο Ιράν.
Εκτός από αυτά τα μέτρα, όμως, που εκτιμάται ότι θα ενεργοποιηθούν όταν γίνουν οι επόμενες κινήσεις εφαρμογής της συμφωνίας για τους S-400 (π.χ. αν παραδοθεί μια πυροβολαρχία στην Τουρκία, ή αν εκταμιευθεί κάποιο ποσό προς τις ρωσικές εταιρείες), οι Αμερικανοί εξετάζουν και άλλα σοβαρά μέτρα.
Για παράδειγμα, θα μπορούσαν να μπλοκάρουν προσωρινά την προμήθεια μαχητικών F-35, καθώς η Τουρκία περιμένει την παράδοση των πρώτων αεροσκαφών το 2018, ή να μπλοκάρουν τον εφοδιασμό των αεροπλάνων με ορισμένα από τα προγράμματα λογισμικού που το συνοδεύουν, τα οποία εντάσσονται στην «ευαίσθητη» αμερικανική τεχνογνωσία.
Ο στρατιωτικός διοικητής του ΝΑΤΟ, Πετρ Πάβελ, άφησε, πριν από λίγες ημέρες, να φανεί ότι η Συμμαχία δεν θα είναι ανεκτική προς την Τουρκία και όλα τα ενδεχόμενα για κυρώσεις είναι ανοικτά. «Είναι απόφαση κυρίαρχου κράτους η επιλογή συστήματος αεράμυνας, αλλά θα πρέπει το κυρίαρχο κράτος να υφίσταται και τις συνέπειες των αποφάσεών του», τόνισε ο στρατηγός Πάβελ.
Με αυτά τα δεδομένα, οι αναλυτές δίνουν πολύ λίγες πιθανότητες να υλοποιηθεί η συμφωνία Ρωσίας – Τουρκίας. Εκτιμούν ότι θα βρεθεί κάποιο πρόσχημα, όπως η άρνηση της Ρωσίας να μεταφέρει τεχνογνωσία στην Τουρκία για τη συμπαραγωγή των πυραύλων, και τελικά το deal θα ακυρωθεί.