Παρότι δίνεται από τις Βρυξέλλες η εντύπωση ότι στο αυριανό Eurogroup δεν υπάρχουν πολλά να συζητηθούν και είναι ήδη αποφασισμένα τα βασικά σημεία της απόφασης των ΥΠΟΙΚ της ευρωζώνης, στην πραγματικότητα θα δοθεί μια σημαντική διπλωματική «μάχη» για την πολιτική διάσταση των αποφάσεων για το χρέος.
Πέρα από τις τεχνικές λεπτομέρειες της ελάφρυνσης του χρέους, στις οποίες είναι βέβαιο ότι δεν μπορούν να συμφωνήσουν η Γερμανία και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο επιμένει σε επιμήκυνση όλων των ευρωπαϊκών δανείων και όχι μόνο του EFSF, σημαντικό ζητούμενο είναι το πώς θα διατυπωθεί σε μια παράγραφο η πολιτική δέσμευση των Ευρωπαίων ΥΠΟΙΚ να λάβουν όλα τα μέτρα που θα χρειασθούν για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους.
Η... μάχη της παραγράφου έχει μεγάλη σημασία σε αυτές τις συζητήσεις, καθώς είναι πάγια τακτική του Β. Σόιμπλε να συνδέει με όρους την ελάφρυνση χρέους και να εισάγει ρήτρες ματαίωσής της.
Για παράδειγμα, μέχρι και τον Μάιο του 2016, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών επέμενε ότι η ελάφρυνση χρέους πρέπει να συνδεθεί με την υλοποίηση των μέτρων του μνημονίου από την ελληνική κυβέρνηση, ενώ το ΔΝΤ επέμενε ότι μια ελάφρυνση υπό όρους δεν θα διευκόλυνε την προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να επιστρέψει στις αγορές, ούτε θα επέτρεπε στο Ταμείο να καταλήξει σε οριστικές εκτιμήσεις για τη βιωσιμότητα του χρέους.
Τελικά, σε αυτό το σημείο το Ταμείο υποχώρησε και έγινε δεκτό, τον περασμένο Μάιο, ότι τα μέτρα ελάφρυνσης θα ενεργοποιηθούν στο τέλος του προγράμματος, αφού πιστοποιηθεί ότι η ελληνική κυβέρνηση υπήρξε συνεπείς στις υποχρεώσεις της.
Ρήτρα ματαίωσης
Στο ανακοινωθέν του Eurogroup, όμως, ο Β. Σόιμπλε φρόντισε να προσθέσει μια ρήτρα ματαίωσης της ελάφρυνσης, αφού προστέθηκαν οι λέξεις «εάν χρειασθεί», που αφήνουν πολλά περιθώρια ερμηνείας: για παράδειγμα, θα μπορούσαν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί να κρίνουν ότι, μετά τη συνεπή εφαρμογή του προγράμματος από την Ελλάδα, το σενάριο βιωσιμότητας του χρέους γίνεται τόσο ευνοϊκό, ώστε να μην απαιτείται ενεργοποίηση των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης (σε αυτό διαφωνεί απολύτως το Ταμείο, που λέει ότι τα μεσοπρόθεσμα μέτρα είναι απαραίτητα όσο καλά και αν πάει η ελληνική οικονομία).
Αυτό που χρειάζεται τώρα και θα βρεθεί στο επίκεντρο των διαβουλεύσεων είναι μια επαρκώς σαφής παράγραφος στην απόφαση των ΥΠΟΙΚ, στην οποία θα αποτυπώνεται η δέσμευση των κυβερνήσεων ότι, εάν η Ελλάδα εφαρμόσει το πρόγραμμα, θα λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους, στο βαθμό που θα υποδειχθεί από την ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους.
Ένα πολιτικά ευαίσθητο σημείο είναι το ποιος θα διενεργήσει την ανάλυση βιωσιμότητας, που θα καθοδηγήσει τις αποφάσεις για τα μέτρα ελάφρυνσης. Στο προηγούμενο Eurogroup, έγινε προσπάθεια από τη γερμανική πλευρά να... μετακινηθεί το γκολπόστ, δηλαδή να βασισθούν οι αποφάσεις σε ανάλυση των ευρωπαϊκών θεσμών και όχι στην ανάλυση του Ταμείου, κάτι που έχει προκαλέσει έντονο σκεπτικισμό στην Ουάσιγκτον, καθώς οι κανόνες του καταστατικού του δεν επιτρέπουν να εγκρίνεται ένα πρόγραμμα χωρίς το ίδιο το Ταμείο να έχει τον έλεγχο της αξιολόγησης βιωσιμότητας του χρέους.
Μια «καθαρή» πολιτική δέσμευση του Eurogroup, χωρίς «παραθυράκια» και λαθροχειρίες έχει τεράστια αξία για την ελληνική πλευρά, όχι μόνο γιατί θα επιτρέψει να εγκριθεί -έστω επί της αρχής- το νέο πρόγραμμα του ΔΝΤ, αλλά και γιατί θα προσφέρει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μια από τις βασικές εγγυήσεις που χρειάζεται, ώστε να καταλήξει ότι τα ελληνικά ομόλογα είναι επαρκώς ασφαλή για να περιληφθούν στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Προφανώς, η αξία αυτών των δεσμεύσεων είναι μεγάλη και για τις αγορές, που θα μπορούν να αναλάβουν ρίσκα επένδυσης σε ομόλογα και μετοχές, χωρίς να ανησυχούν για τη βιωσιμότητα του χρέους.
Το Μαξίμου ενοχλεί τον Σόιμπλε
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι το Μαξίμου παίρνει πολύ σοβαρά την αυριανή διαπραγμάτευση, παρότι ο Β. Σόιμπλε θέλει να την μετατρέψει σε τυπική/τεχνική διαδικασία.
Στην ελληνική αποστολή που έχει φθάσει ήδη στο Λουξεμβούργο, έχει προστεθεί, δίπλα σε Τσακαλώτο και Χουλιαράκη, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργό, Δημήτρης Λιάκος, που θα βρίσκεται σε ανοικτή γραμμή επικοινωνίας με τον Αλέξη Τσίπρα και θα τον ενημερώνει σε πραγματικό χρόνο για την εξέλιξη των συνομιλιών, καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες, ο πρωθυπουργός δεν επιθυμεί να βρεθεί και πάλι μπροστά σε τετελεσμένα, όπως συνέβη στο τελευταίο Eurogroup, όπου ενημερώθηκε για το σχέδιο κοινής ανακοίνωσης όταν αυτή πια είχε ολοκληρωθεί και έπρεπε να αποφασίσει αν θα την αποδεχόταν ή θα την απέρριπτε.
Η εμπλοκή του Μαξίμου στη διαπραγμάτευση προκαλεί νευρικότητα στο γερμανικό υπουργείο Οικονομικών και στο πλαίσιο αυτό ερμηνεύονται από την Αθήνα οι χθεσινές, μάλλον άκομψες δηλώσεις του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε περί έλλειψης εμπιστοσύνης του πρωθυπουργού στον υπουργό Οικονομικών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το Μαξίμου εκτιμά ότι αυτό το θέμα της διαπραγμάτευσης, δηλαδή η παροχή επαρκών εγγυήσεων για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους, είναι κατ’ εξοχήν πολιτικό και, αν δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί στο επίπεδο των υπουργών Οικονομικών, θα πρέπει να μεταφερθεί στο ανώτατο επίπεδο της Συνόδου Κορυφής. Γι’ αυτή τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης, που είναι οριστική, ενημερώθηκε χθες ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ.
Στόχος αυτών των ελιγμών είναι να σπάσει η αδιαλλαξία του Β. Σόιμπλε, σε ό,τι αφορά την «πολιτική» παράγραφο της απόφασης του Eurogroup, αλλά, όπως διαβεβαιώνουν κυβερνητικά στελέχη, δεν πρόκειται για μια μπλόφα χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο: ο Αλέξης Τσίπρας είναι διατεθειμένος, αν ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών επιμείνει στην εισαγωγή αιρέσεων, ρητρών ματαίωσης της ελάφρυνσης και «πονηρών» διατυπώσεων, να ζητήσει από τους ομολόγους του πολιτική στήριξη, ώστε να φθάσει το Eurogroup, ίσως και σε έκτακτη συνεδρίαση, στις επιθυμητές αποφάσεις.