Άστοχοι αποδεικνύονται οι πανηγυρισμοί για το πρωτογενές πλεόνασμα-μαμούθ του 2016, καθώς η εντυπωσιακή δημοσιονομική επίδοση ενισχύει αποφασιστικά την επιχειρηματολογία του Β. Σόιμπλε έναντι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, την ώρα μάλιστα που ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών παραμένει αμετακίνητος στο «βέτο» του για τη χρήση δύο βασικών εργαλείων ελάφρυνσης του χρέους.
Η καυστική ειρωνία με την οποία αντιμετώπισε τους οικονομολόγους του ΔΝΤ ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, σημειώνοντας ότι είναι λιγότερο αξιόπιστες οι προβλέψεις τους από τις προβλέψεις της ελληνικής κυβέρνησης, όπως και η δήλωσή του, σύμφωνα με την οποία ακόμη και αν εφαρμόσει μόνο το 50% των μεταρρυθμίσεων του προγράμματός της η Ελλάδα μπορεί να σωθεί, σηματοδοτούν την... αναβαπτισμένη στα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. εμμονή της γερμανικής πλευράς στη διατήρηση υψηλών στόχων για το πλεόνασμα για μεγάλη χρονική περίοδο.
Την ώρα που ο Πόουλ Τόμσεν υπογράμμιζε και στις χθεσινές του δηλώσεις ότι το σημαντικότερο θέμα που πρέπει να αντιμετωπισθεί στις συνομιλίες για το ελληνικό χρέος είναι ο προσδιορισμός του στόχου για το πλεόνασμα (δηλαδή για πόσα χρόνια θα είμαστε υποχρεωμένοι να φθάνουμε το 3,5% και πόσο θα μειωθεί ο στόχος στη συνέχεια), ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών ουσιαστικά απευθύνει διπλό μήνυμα απόρριψης της επιχειρηματολογίας του ΔΝΤ υπέρ της μείωσης του στόχου:
- Αφού ήδη, δύο χρόνια πριν από τη λήξη του προγράμματος, η Ελλάδα ξεπέρασε κατά μισή μονάδα του ΑΕΠ τον τελικό στόχο του 3,5%, οι απαισιόδοξες εκτιμήσεις του Ταμείου διαψεύδονται και γίνεται ρεαλιστική η απαίτηση της Γερμανίας για διατήρηση του 3,5% για δέκα χρόνια, ώστε να μη χρειασθεί σοβαρή ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
- Επιπλέον, αφού οι οικονομολόγοι του Ταμείου διαψεύδονται με τόσο παταγώδη τρόπο, θα πρέπει αυτοί να αναπροσαρμόσουν τις εκτιμήσεις τους για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και όχι οι Ευρωπαίοι δανειστές. Δηλαδή, να δεχθεί το Ταμείο ότι δεν υπάρχει λόγος για μια σοβαρή αναδιάρθρωση του χρέους, ή, εν πάση περιπτώσει, δεν υπάρχει λόγος να αναλάβει τη δέσμευση το Eurogroup ότι θα χρησιμοποιήσει για αυτή την αναδιάρθρωση και εργαλεία ελάφρυνσης, για τα οποία το Βερολίνο έχει προβάλει «βέτο».
Έτσι, με αφορμή τα στοιχεία για το πρωτογενές πλεόνασμα, ο Β. Σόιμπλε φθάνει στο βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας που ήθελε εξαρχής να προβάλει στις συναντήσεις της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ, έχοντας μάλιστα εφοδιασθεί με πολυσέλιδη σχετική ανάλυση των υπηρεσιών του υπουργείου του, το περιεχόμενο της οποίας εντέχνως διοχετεύθηκε πριν από λίγες ημέρες στο γερμανικό Τύπο.
Αυτό το σημείο αφορά τη χρήση ενός ισχυρού εργαλείου αναδιάρθρωσης του χρέους, που θα προκαλούσε σημαντική επιβάρυνση των Ευρωπαίων δανειστών: δηλαδή, την κεφαλαιοποίηση των τόκων του δανείου του EFSF (130 δισ. ευρώ), ώστε να πληρωθούν στη λήξη του (σήμερα είναι το 2060, αλλά συζητείται η επιμήκυνση ως το 2070 ή και το 2080), με ταυτόχρονη σταθεροποίηση του επιτοκίου σε χαμηλό ποσοστό, ίσως και χαμηλότερο, σε βάθος χρόνου, από το κόστος δανεισμού του ίδιου του ευρωπαϊκού μηχανισμού.
Η χρήση αυτού του εργαλείου, σύμφωνα με την επιχειρηματολογία της Γερμανίας, ισοδυναμεί με ένα κόστος άνω των 100 δισ. ευρώ για τους πιστωτές, δηλαδή θα ήταν σαν να παρεχόταν μια μεγάλη οικονομική ενίσχυση στην Ελλάδα, χωρίς μάλιστα αυτή να συνοδεύεται με πρόσθετους όρους επιτήρησης της οικονομικής πολιτικής.
Το Ταμείο, παρά ταύτα, όπως φάνηκε και από τις χθεσινές δηλώσεις Τόμσεν, επιμένει στη θέση του ότι θα πρέπει να προσδιορισθούν επακριβώς τα εργαλεία που θα χρησιμοποιηθούν το 2018 για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους και τονίζει ότι, ακόμη και αν φαίνεται βέβαιο, πλέον, ότι η Ελλάδα θα επιτύχει το στόχο για το πλεόνασμα του 2018, δεν θα είναι καλό για την οικονομική ανάπτυξη να δεσμευθεί ότι θα επιτυγχάνει και στο μέλλον για πολλά χρόνια τον ίδιο στόχο.
Απομακρύνεται η συμφωνία...
Από τις μέχρι στιγμής διαβουλεύσεις στην Ουάσιγκτον αντί να φάνει ότι εκτονώνεται η αντιπαράθεση Ευρωπαίων-ΔΝΤ για το χρέος, φαίνεται, αντίθετα, να διατηρείται και να βαθαίνει το χάσμα μεταξύ των δανειστών.
Ο συμβιβασμός για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα με νέο δάνειο είναι μακρινός και πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι δεν θα επιτευχθεί πριν τις μεγάλες πληρωμές τοκοχρεολυσίων του Ιουλίου, αλλά θα χρειασθεί να αναβληθεί η συζήτηση για το χρέος και να δοθεί χρηματοδότηση-γέφυρα στην Ελλάδα από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, σενάριο που θα διέψευδε πλήρως τις προσδοκίες της κυβέρνησης για μια ελάφρυνση χρέους ως «αντίδωρο» στις μεγάλες υποχωρήσεις για τα μέτρα του 2019 και 2020.
Μετά την προσωρινή αυτή διευθέτηση, εάν τελικά χρειασθεί, η συζήτηση για την Ελλάδα θα ανοίξει και πάλι μετά τις γερμανικές εκλογές. Αν δεν συμφωνήσει και τότε το Ταμείο σε ένα πρόγραμμα, επειδή θα παραμένει το «αγκάθι» του χρέους, η γερμανική πλευρά θα φέρει στο τραπέζι την πρόταση Σόιμπλε για ένα πρόγραμμα αμιγώς ευρωπαϊκό (με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας), το οποίο θα διατηρήσει τη λιτότητα, χωρίς ελάφρυνση του χρέους.