Το Πεντάγωνο των ΗΠΑ, με τις πολυσχιδείς στρατιωτικές δραστηριότητες του, εκπέμπει περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα και άλλα «αέρια του θερμοκηπίου» από ό,τι ολόκληρες ανεπτυγμένες χώρες, όπως η Πορτογαλία ή η Σουηδία, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική μελέτη, την πρώτη του είδους της που κάνει τέτοια σύγκριση.
Το 2017, το Πεντάγωνο εκτιμάται ότι είχε εκπομπές περίπου 59 εκατομμυρίων μετρικών τόνων, γεγονός που -αν ήταν χώρα- θα το κατέτασσε στην 55η θέση στον κόσμο, πάνω από την 57η Πορτογαλία (εκπομπές 57 εκατομμυρίων μετρικών τόνων το 2017) και την 65η Σουηδία (42 εκατ. μετρικοί τόνοι) και όχι πολύ κάτω από την 47η Ελλάδα (76 εκατ. μετρικοί τόνοι), σύμφωνα με τον Παγκόσμιο 'Ατλαντα 'Ανθρακα. Η Κίνα είναι η χώρα με τις περισσότερες εκπομπές «αερίων του θερμοκηπίου» και ακολουθούν οι ΗΠΑ.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια Νέτα Κρόφορντ του Πανεπιστημίου Μπράουν του Ρόουντ 'Αιλαντ, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερς, υπολόγισαν ότι η χρήση και μετακίνηση στρατευμάτων και οπλικών συστημάτων ανά την υφήλιο παράγει περίπου το 70% των εκπομπών του Πενταγώνου, κυρίως λόγω των καυσίμων για τα πολεμικά αεροπλάνα και τα πλοία των ΗΠΑ.
Το Πεντάγωνο, σε έκθεσή του στο Κογκρέσο, έχει χαρακτηρίσει την κλιματική αλλαγή «ζήτημα εθνικής ασφάλειας» για τις ΗΠΑ, καθώς μπορεί να κάνει τον κόσμο πιο ασταθή και πιο επιρρεπή σε πολέμους. Αλλά, σύμφωνα με τους ερευνητές, το ίδιο «έχει πολλά περιθώρια ακόμη για να μειώσει τις δικές του εκπομπές».
Όπως είπε η Κρόφορντ, το Πεντάγωνο έχει περικόψει σημαντικά την κατανάλωση για καύσιμα από το 2004 (όταν οι εκπομπές του «αερίων του θερμοκηπίου» είχαν κορυφωθεί στους 85 εκατομμύρια τόνους), προσπαθώντας να κάνει τα οχήματα και τα σκάφη του πιο ενεργειακά αποδοτικά και υιοθετώντας πιο καθαρές πηγές ενέργειας στις ανά τον κόσμο βάσεις του. Όμως το Πεντάγωνο παραμένει ο μεγαλύτερος καταναλωτής πετρελαίου παγκοσμίως και, κατά συνέπεια, ένας από τους χειρότερους ρυπαντές.
Το Πεντάγωνο διατηρεί πάνω από 560.000 κτίρια στις ΗΠΑ και σε άλλες χώρες, μεταξύ άλλων περίπου 500 βάσεις και άλλες στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Οι ενεργειακές ανάγκες αυτών των κτιρίων ευθύνονται για το 40% των εκπομπών διοξειδίου και λοιπών «αερίων του θερμοκηπίου», ενώ το υπόλοιπο 60% προέρχεται από τις επιχειρήσεις και εν γένει τις στρατιωτικές δραστηριότητες σε ξηρά, θάλασσα και αέρα. Μέσα σε έναν χρόνο το υπουργείο 'Αμυνας καταναλώνει πάνω από 86 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου μόνο για επιχειρησιακούς σκοπούς.
Τα αεροσκάφη είναι ιδιαίτερα ενεργοβόρα. Για παράδειγμα, ένα βομβαρδιστικό «στελθ» Β-2 καίει σχεδόν 4,3 γαλόνια αεροπορικών καυσίμων ανά μίλι και εκπέμπει πάνω από 250 μετρικούς τόνους διοξειδίου του άνθρακα για μια διαδρομή 6.000 μιλίων. Το αεροσκάφος εναέριου ανεφοδιασμού με καύσιμα KC-135R καταναλώνει περίπου 4,9 γαλόνια ανά μίλι.
Μια και μόνο αποστολή δαπανά τεράστιες ποσότητες καυσίμων. Το 2017 δύο βομβαρδιστικά Β-2Β και 15 ιπτάμενα «τάνκερ» ταξίδεψαν πάνω από 12.000 μίλια από τη βάση τους στις ΗΠΑ για να βομβαρδίσουν στόχους του ISIS στη Λιβύη, σκοτώνοντας περίπου 80 ισλαμιστές. Μόνο τα Β-2 (χωρίς τα αεροσκάφη ανεφοδιασμού) έκαναν εκπομπές περίπου 1.000 μετρικών τόνων «αερίων του θερμοκηπίου».
Η Κρόφορντ εκτιμά ότι από το 2001 έως το 2017 το υπουργείο 'Αμυνας των ΗΠΑ και όλα τα παραρτήματα του ευθύνονταν για συνολικές εκπομπές 1,2 δισεκατομμυρίου μετρικών τόνων «αερίων του θερμοκηπίου», ποσότητα ισοδύναμη με την οδήγηση 255 εκατομμυρίων αυτοκινήτων για ένα χρόνο. Από αυτή την ποσότητα, τουλάχιστον 400 εκατομμύρια μετρικοί τόνοι προήλθαν από πολεμικές αποστολές στο Αφγανιστάν, στο Πακιστάν, στη Συρία και στο Ιράκ (όσο περίπου οι εκπομπές 85 εκατομμυρίων αυτοκινήτων ετησίως).
Κλιματική αλλαγή και πόλεμοι
Όσο οι παγκόσμιες θερμοκρασίες αυξάνουν, τόσο θα αυξάνεται ο κίνδυνος πολεμικών συγκρούσεων, σύμφωνα με μια άλλη αμερικανική επιστημονική μελέτη.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την δρα Καταρίνε Μαχ του Πανεπιστημίου Στάνφορντ της Καλιφόρνια, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "Nature", εκτιμούν ότι κατά τον τελευταίο αιώνα το κλίμα έχει επηρεάσει σε ποσοστό 3% ως 20% τον κίνδυνο ένοπλης σύγκρουσης και η επιρροή αυτή στο μέλλον πιθανότατα θα αυξηθεί δραματικά.
Μια αύξηση της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά δύο βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα (ο στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού) αυξάνει κατά 13% την πιθανότητα πολέμων, ποσοστό που εκτοξεύεται στο 26%, αν η άνοδος του θερμομέτρου φθάσει τους τέσσερις βαθμούς.
Η πιθανότητα βίαιων συγκρούσεων στο εσωτερικό των κρατών και ανάμεσα στα κράτη αυξάνεται εξαιτίας των ακραίων καιρικών συνθηκών και των φυσικών καταστροφών λόγω της κλιματικής αλλαγής, που έχουν ως συνέπειες μεγάλες καταστροφές στην οικονομία και στις υποδομές, αυξάνοντας παράλληλα τις κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες.