Τράπεζες

Το νέο «παιχνίδι» στα CDS και οι τράπεζες


Νέα κινητικότητα, που δημιουργεί αρκετά ερωτήματα, αναπτύσσεται στην αγορά των συμβολαίων ασφάλισης έναντι του κινδύνου αθέτησης πληρωμών, των γνωστών CDS, σε μια περίοδο όπου αυτά τα συμβόλαια επανέρχονται στο προσκήνιο, λόγω των σχεδίων για υποστήριξη των τραπεζών με κρατικές εγγυήσεις, που αναμένεται να υποβάλει σύντομα το υπουργείο Οικονομικών στην Κομισιόν.

Για τα Credit Default Swaps χύθηκε πολλή μελάνη στη διάρκεια των πρώτων ετών της ελληνικής κρίσης, καθώς είχαν γίνει «όχημα» υποτιμητικής κερδοσκοπίας στα ομόλογα και πολλοί εξέφραζαν φόβους ότι θα πλήττονταν οι μεγάλες τράπεζες, που πωλούσαν σε επενδυτές τα συμβόλαια ασφάλισης, εάν η Ελλάδα χρεοκοπούσε.

Τελικά, μέχρι να φθάσουμε στο PSI και στην ενεργοποίηση των συμβολαίων, το ύψος τους είχε «ξεφουσκώσει» αρκετά και υπολογίζεται ότι οι πληρωμές που έγιναν δεν ξεπέρασαν τα 3 δισ. ευρώ, ποσό αρκετά μικρό μπροστά στο ύψος του ελληνικού χρέους.

Κρατικά και τραπεζικά χρεόγραφα

Τις τελευταίες ημέρες, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάζει στο εβδομαδιαίο report του ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s, στα CDS του Δημοσίου και των ελληνικών τραπεζών παρατηρείται έντονη κινητικότητα. Το περίεργο είναι ότι το spread στα συμβόλαια για τα κρατικά ομόλογα σημείωσε μεγάλη πτώση, ενόψει και της εξόδου στην αγορά με νέους 5ετείς τίτλους, ενώ αυξήθηκε σημαντικά το spread στα CDS των τραπεζών.

Ειδικότερα, όπως φαίνεται και στον πίνακα, το κόστος ασφάλισης των κρατικών ομολόγων έπεσε στις 23 Ιανουαρίου στις 389 μονάδες βάσης (3,89%), από 413 μονάδες στις 16 Ιανουαρίου. Σύμφωνα με την Moody’s αυτή ήταν μία από τις μεγαλύτερες αρνητικές μεταβολές στα CDS στην παγκόσμια αγορά. Αναλυτές εκτιμούν ότι διευκολύνει την έξοδο του Δημοσίου στην αγορά με χαμηλότερο κόστος.

 

Την ίδια στιγμή, όμως,  παρότι η αγορά εκτιμά ότι μειώνεται ο κίνδυνος των κρατικών τίτλων, τα spread στα CDS των ελληνικών τραπεζών σημείωσαν ομοιόμορφα μεγάλη άνοδο και κατατάσσονται από την Moody’s στη λίστα των CDS που είχαν τη μεγαλύτερη αύξηση διεθνώς, την περίοδο 16-23 Ιανουαρίου.

Ειδικότερα, το κόστος ασφάλισης τίτλων της Eurobank αυξήθηκε κατά 33 μονάδες βάσης και έφθασε τις 945 (9,45%), παρότι η τράπεζα υλοποιεί τη μεγάλη συγχώνευση με την Grivalia και ένα σχέδιο γρήγορης μείωσης των προβληματικών δανείων, που θεωρητικά θα έπρεπε να περιορίζουν τους κινδύνους των τίτλων της.

Στις 939 μονάδες αυξήθηκε και το κόστος ασφάλισης τίτλων της Πειραιώς. Σε καλύτερη μοίρα βρίσκονται Εθνική και Alpha Bank, με κόστος ασφάλισης πέριξ των 700 μονάδων βάσης, που πάντως αυξήθηκε αρκετά κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Όλες οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται στον πίνακα που δημοσιεύει η Moody’s με τις μεγαλύτερες αυξητικές μεταβολές στο κόστος ασφάλισης.

Υψηλό κόστος για τις τράπεζες

Για αρκετά χρόνια, μετά το default του 2012, τα CDS δεν απασχολούσαν ιδιαίτερα τους υπεύθυνους για τη διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής, ενώ η αξία των συναλλαγών επί συμβολαίων ασφάλισης ήταν πολύ χαμηλή, τόσο για κρατικούς, όσο και για τραπεζικούς τίτλους.

Όμως, η υιοθέτηση από την ελληνική κυβέρνηση του ιταλικού μοντέλου για τη γρήγορη μείωση των προβληματικών δανείων των τραπεζών, μέσα από μεγάλες τιτλοποιήσεις με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, φέρνει και πάλι τα CDS στο προσκήνιο των συζητήσεων.

Στην Ιταλία, που εφάρμοσε πρώτη τέτοιο σχέδιο για τις τράπεζές της, η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (DG Comp) έκρινε ότι τα CDS των τραπεζών (και όχι του Ιταλικού Δημοσίου) θα έπρεπε να αποτελέσουν τη βάση υπολογισμού των προμηθειών που θα πληρώνουν οι τράπεζες στο Δημόσιο, ώστε να μην τεθεί θέμα παράνομης κρατικής ενίσχυσης.

Με βάση αυτό το μοντέλο υπολογισμών, οι ιταλικές τράπεζες πληρώνουν στο Δημόσιο αρκετά ακριβά για τις εγγυήσεις που παρέχει στις τιτλοποιήσεις τους. Το κόστος ασφάλισης τίτλων των ιταλικών τραπεζών αυξήθηκε, μάλιστα, μετά τον Μάιο, λόγω της αναταραχής που προκάλεσε η σύγκρουση Ρώμης – Βρυξελλών. Όμως, παραμένει σε «λογικά» όρια: ακόμη και η προβληματική Monte dei Paschi di Siena, που έχει μόλις ένα σκαλοπάτι υψηλότερη βαθμολογία από τις ελληνικές τράπεζες, έχει spread 463 μονάδων στα CDS, πολύ χαμηλότερο από τα αντίστοιχα spread των ελληνικών τραπεζών.

Αν εφαρμοσθεί κατά γράμμα το ιταλικό μοντέλο και για το ελληνικό σχέδιο του ΤΧΣ, οι προμήθειες που θα πρέπει να πληρώνουν οι τράπεζες στο Δημόσιο θα είναι απαγορευτικά υψηλές, υπερβαίνοντας το 7%, στην καλύτερη περίπτωση. Αυτό σημαίνει ότι για μια κρατική εγγύηση σε τιτλοποιημένα δάνεια, ύψους 1 δισ. ευρώ, μια τράπεζα θα πρέπει να πληρώνει ετήσια προμήθεια 70 εκατ. ευρώ.

 Η ελληνική πρόταση

Σύμφωνα με πληροφορίες, το υπουργείο Οικονομικών προσπαθεί να ξεπεράσει αυτό το πρόβλημα, που θα μπορούσε να εξουδετερώσει τα οφέλη από την εφαρμογή του σχεδίου του ΤΧΣ, προτείνοντας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να βασισθεί ο υπολογισμός των προμηθειών στο CDS του Δημοσίου και όχι της κάθε τράπεζας, καθώς είναι πολύ χαμηλότερο και αναμένεται ότι θα συνεχίσει να υποχωρεί μετά την επάνοδο στην αγορά ομολόγων και με τις αναβαθμίσεις που θα γίνουν προσεχώς από τους οίκους αξιολόγησης.

Ένα βασικό επιχείρημα για να υποστηριχθεί αυτό το αίτημα είναι ότι η αγορά των CDS των ελληνικών τραπεζών, σε αντίθεση με την αντίστοιχη αγορά για τις ιταλικές τράπεζες, είναι εξαιρετικά «ρηχή» και μπορεί να επηρεασθεί εύκολα από κερδοσκοπικές κινήσεις μικρής αξίας.

Το μεγάλο ερώτημα είναι αν θα δεχθεί η Κομισιόν να προσφέρει στις ελληνικές τράπεζες αυτή τη διευκόλυνση, ενώ δεν έχει προσφέρει αντίστοιχη διευκόλυνση στην Ιταλία. Αντίθετα, στην τελευταία ανανέωση έγκρισης του ιταλικού σχεδίου, η Κομισιόν επέβαλε αυστηρότερο καθεστώς υπολογισμού των προμηθειών, περιορίζοντας τη χρονική περίοδο που λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό, ώστε να αντικατοπτρίζεται η μεγάλη, πρόσφατη αύξηση στα ιταλικά spread.

Τραπεζικά στελέχη τονίζουν ότι αν δεν βρεθεί ένας τρόπος για «ψαλίδισμα» των προμηθειών που θα πληρώνουν οι τράπεζες, το σχέδιο του ΤΧΣ θα είναι… δώρο άδωρο. Το υψηλό κόστος των προμηθειών θα περιορίσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα τις τιτλοποιήσεις που θα γίνουν με κρατική εγγύηση, εξανεμίζοντας τα οφέλη για τις τράπεζες.

Διαβαστε επισης