Η Ευρώπη για άλλη μια φορά στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Παραμέρισε, προς το παρόν τουλάχιστον, τις όποιες διαφορές υπήρξαν μεταξύ Βορρά και Νότου, που την έφεραν ένα βήμα πριν από την άβυσσο, αναγνώρισε το πρόβλημα που δημιούργησε η υγειονομική κρίση σε όλο του το εύρος και έδωσε μια ικανοποιητική απάντηση.
Του Χαράλαμπου Γκότση*
Αρχικά 540 δις για την επούλωση των άμεσων απωλειών από την επιδημία και τη στήριξη των εθνικών συστημάτων υγείας και στη συνέχεια τα 750 δις Ευρώ με στόχο την ανάκαμψη, αναδιάρθρωση και εκσυγχρονισμό της ευρωπαϊκής οικονομίας. Είχε προηγηθεί η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να ενισχύσει τις ευρωπαϊκές οικονομίες με ρευστότητα 750 δις αγοράζοντας ομόλογα του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα, κάνοντας μάλιστα αποδεκτούς τίτλους προερχόμενους από όλα τα κράτη μέλη χωρίς εξαίρεση.
Έχει μικρή σημασία να ασχοληθεί κανείς με τα κίνητρα που οδήγησαν τη γερμανική κυβέρνηση να αλλάξει ριζικά θέση, σε ότι αφορά κυρίως το θέμα της αμοιβαιοποίησης του συγκεκριμένου (500 δις) χρέους και να δεχτεί αρχικά μεγάλη κριτική στο εσωτερικό της χώρας. Το γεγονός, ότι όλες οι χώρες αντιμετωπίζουν οικονομικό πρόβλημα, στερεί τη δυνατότητα στα γερμανικά προϊόντα, π.χ. αυτοκίνητα, να αναζητήσουν εναλλακτικά άλλες αγορές κάτι που έγινε στην περίοδο της χρηματοοικονομικής κρίσης, όπου οι απώλειες των αγορών της Νότιας Ευρώπης καλύφθηκαν με ενισχυμένες πωλήσεις σε ΗΠΑ και Κίνα.
Ο κίνδυνος συνεπώς κατάρρευσης π.χ. της Ιταλίας (οικονομικά ή πολιτικά) δεν άφησε περιθώρια για μικρόψυχα παζάρια και θολές αποφάσεις. Αυτό έγινε κατανοητό ακόμη και στην κοινή γνώμη της Γερμανίας αφού πρόσφατη δημοσκόπηση του περιοδικού “Der Spiegel” έδειξε, ότι πάνω από το 50% των Γερμανών τίθεται υπέρ της πρότασης για το Ταμείο Ανάκαμψης.
Το βλέμμα στην επόμενη γενιά
Σε ότι αφορά τώρα στη φιλοσοφία αλλά και στη στόχευση της πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αυτή συμπυκνώνεται σε μια αποστροφή της Προέδρου κ. Von der Leyen όταν ανέφερε στην παρουσίαση, ότι «η βοήθεια θα πρέπει να συμβάλλει στην προστασία του περιβάλλοντος στην ψηφιακή μετάβαση και στην κοινωνική συνοχή». Το ονόμασε δε “Next Generation EU” όχι μόνο διότι στοχεύει στη βελτίωση των συνθηκών ζωής της επόμενης γενιάς Ευρωπαίων, αλλά και επειδή αυτή η προσπάθεια δημιουργίας μιας σύγχρονης και ανταγωνιστικής Ευρώπης θα χρειαστεί χρόνο που εκτείνεται σε μια ολόκληρη γενιά. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η δήλωση του εκτελεστικού αντιπροέδρου της Επιτροπής Valdis Dombrovskis όταν έλεγε, ότι το πακέτο δε θα διατεθεί για την επιστροφή σε “business as usual, αλλά για τη διευκόλυνση της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης της οικονομίας μας».
Αυτό που απομένει τώρα είναι να δούμε εκτός από τα ποσά και την κατανομή τους, την αρχιτεκτονική του όλου προγράμματος αλλά και την ομόφωνη ψήφισή του από τα 27 κράτη μέλη στη σύνοδο κορυφής της 19ης Ιουνίου και στη συνέχεια από αρκετά εθνικά κοινοβούλια καθώς και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Με δηλωμένη δε την αντίθεση προς την πρόταση, της Ολλανδίας, της Αυστρίας, της Σουηδίας και της Δανίας, εναπόκειται στη μαεστρία της καγκελαρίου της Γερμανίας, η οποία αναλαμβάνει την Προεδρία της ΕΕ την 1η Ιουλίου, να διευθετήσει το θέμα. Θα ήταν αδιανόητο να σκεφτεί κανείς ότι η Γερμανίδα καγκελάριος θα μπορούσε να δεχτεί την πιθανότητα μιας απόρριψης της πρότασης.
Ποσά άνω των 50 δισ. για την Ελλάδα
Η χώρα μας, ως αναγνώριση της μεγάλης συρρίκνωσης του ΑΕΠ που αναμένεται να έχει το 2020, εξαιτίας της δομής της οικονομίας, (μεγάλη συμμετοχή του τουρισμού και των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων), προτείνεται να ενισχυθεί με 22,5 δις Ευρώ με τη μορφή μη επιστρεπτέων επιχορηγήσεων και 11,5 δις με τη μορφή δανείων. Το πρόγραμμα προβλέπεται να είναι ώριμο, μετά τις χρονοβόρες διαδικασίες εγκρίσεων, την 1.1.2021. Συνεπώς δεν αφορά στην βραχυπρόθεσμη επούλωση των ζημιών από την υγειονομική κρίση, αλλά ούτε και την ανάσχεση της ύφεσης, για τις οποίες θα πρέπει να αξιοποιηθεί η τρέχουσα απόφαση της ΕΕ των 540 δις Ευρώ (Πρόγραμμα “sure”, ΕΤΕπ και ίσως ESM) με επίσπευση των διαδικασιών.
Εκτός από τη συμμετοχή σε αυτό το πακέτο, ο περιορισμός της ζημιάς αντιμετωπίζεται βασικά με εθνικούς πόρους. Για τη χώρα μας, που δεν διαθέτει βέβαια σημαντικές δημοσιονομικές δυνατότητες όπως άλλες, είναι σκόπιμο, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, να χρησιμοποιηθεί το ελεύθερο τμήμα των 20 δις Ευρώ του μαξιλαριού ρευστότητας που διαθέτει. Όσο γρηγορότερα τόσο καλύτερα, αφού η αποτελεσματικότητα της παρέμβασης εξαρτάται από το σωστό timing, όπως επίσης και το μέγεθος της δοσολογίας.
Υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα έχουμε δεύτερο κύμα πανδημίας το φθινόπωρο, πρέπει να σχεδιάσουμε ένα μακρόπνοο οικονομικό πρόγραμμα με όραμα και ταυτόχρονα με ρεαλισμό, που θα μας οδηγήσει από την Ελλάδα του παρασιτισμού και του εύκολου πλουτισμού στην Ελλάδα της οργάνωσης, της προόδου και της διατηρήσιμης ανάπτυξης. Τα ποσά που θα διατεθούν στη χώρα τα επόμενα χρόνια μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ, είναι τόσο σημαντικά, άνω των 50 δις Ευρώ συνολικά, ώστε με σχέδιο, οργάνωση και προσήλωση στο εθνικό συμφέρον και στο μέλλον των παιδιών μας, είναι σε θέση να ανατρέψουν τις κατεστημένες δομές που εμποδίζουν την πρόοδο και να αλλάξουν το παραγωγικό μοντέλο μέσα σε μια δεκαετία.
Πράσινη οικονομία, ψηφιακή μετάβαση, ανθεκτικότητα της οικονομίας
Το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινηθούν τα προγράμματα είναι με σαφήνεια διατυπωμένο: Πράσινη οικονομία, ψηφιακή μετάβαση, ανθεκτικότητα της οικονομίας. Θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα σε επενδύσεις εκσυγχρονισμού στη μεταποίηση για την προώθηση της ψηφιακής και της ρομποτικής τεχνολογίας, όπως επίσης και στην αγροτική παραγωγή με την εφαρμογή ψηφιακών συστημάτων. Βρισκόμαστε δυστυχώς μια γενιά πίσω σε τεχνολογικές εφαρμογές, λόγω της υστέρησης των επενδύσεων κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης.
Τα επενδυτικά σχέδια που θα καταθέσουν τα κράτη για χρηματοδότηση θα πρέπει να συνοδεύονται με συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις συμβατές με τους στόχους της ευρωπαϊκής πολιτικής. Θα ακολουθούν την ίδια διαδικασία εγκρίσεων, όπως και τα άλλα ευρωπαϊκά προγράμματα με εξαίρεση τις νέες αιρεσιμότητες που αφορούν στο σεβασμό του κράτους δικαίου των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Χώρες, όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία για τις οποίες εκκρεμεί διαδικασία του άρθρου 7 για καταπάτηση των ιδρυτικών αρχών της ΕΕ, εξαιρούνται από τη χρηματοδότηση.
Επίσης είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η πρόταση για την αποπληρωμή των 750 δις από την Επιτροπή προς τις αγορές. Προβλέπεται μια περίοδος χάριτος έως το 2028 και μετά με την αύξηση συγκεκριμένων πόρων, που θα προέλθουν από τη φορολογία φιλικών περιβαλλοντικών πολιτικών και ενός ψηφιακού φόρου, σταδιακά θα αποπληρωθούν σε 30 χρόνια. Η ετήσια επιβάρυνση με δεδομένο, ότι το επιτόκιο που θα δανειστεί υπολογίζεται να είναι πολύ χαμηλό, θα είναι σχετικά ασήμαντη. Έτσι, επιτυγχάνεται για τις χώρες που με αυτόν τον τρόπο θα ασκήσουν αντικυκλική επεκτατική πολιτική, πολλαπλασιαστικά ένα πολύ ισχυρό αποτέλεσμα, αφού ακόμη και στην περίοδο ισχυρής ανάκαμψης που θα ακολουθήσει δεν θα είναι υποχρεωμένες να κάνουν οικονομίες αφού δε δανείστηκαν μέσω του προϋπολογισμού τους. Με αυτόν τον τρόπο εφαρμόζεται μια κεϋνσιανή πολιτική sui generis, χωρίς το σκέλος της αύξησης των δημοσίων εσόδων στη φάση της ανόδου του οικονομικού κύκλου.
Για άλλη μια φορά η Ευρώπη έδειξε ότι είναι σε θέση να αντιμετωπίσει συλλογικά τις μεγάλες προκλήσεις της εποχής. Με τις αποφάσεις της δήλωσε έμπρακτα, ότι θέλει με κινήσεις συνοχής να βοηθήσει τα κράτη μέλη να κάνουν το μεγάλο βήμα στη σύγχρονη εποχή. Το ερώτημα είναι η Ελλάδα μπορεί;
*Καθηγητής Οικονομικών, τ. Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς