Πολιτική

Το επικείμενο σοκ από το ΔΝΤ και... η Μέρκελ


Έκθεση - σοκ για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους είναι αποφασισμένο να δημοσιεύσει πολύ σύντομα, πιθανότατα στις 22 Δεκεμβρίου, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, σηματοδοτώντας το αδιέξοδο της πολιτικής που έχει χαράξει ο Β. Σόιμπλε έναντι της Ελλάδας και καθιστώντας εξαιρετικά κρίσιμο το γεύμα της καγκελαρίου Μέρκελ με τον Αλέξη Τσίπρα, που έχει προγραμματισθεί αυτή την Παρασκευή.

Η κόντρα του Ταμείου με το Βερολίνο για το ελληνικό πρόβλημα περνά σε φάση κορύφωσης, λίγο πριν από τα Χριστούγεννα. Όπως ξεκαθάρισε ο εκπρόσωπος του Ταμείου, Τζέρι Ράις, το ΔΝΤ προγραμματίζει να δημοσιεύσει «την έκθεση βιωσιμότητας (DSA), ως μέρος της έκθεσης του άρθρου IV για την Ελλάδα, σύντομα στο προσεχές διάστημα».

Ο κ. Ράις τόνισε ότι η έκθεση βιωσιμότητας θα είναι επικαιροποιημένη για να ληφθεί υπόψη η επίδραση όλων των συμφωνημένων μέτρων πολιτικής, στα οποία προφανώς θα περιλαμβάνονται και τα συμφωνημένα στο τελευταίο Eurogroup βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, που ήδη έχουν κριθεί ως ανεπαρκή από το προσωπικό του Ταμείου.

Ο χρόνος δημοσιοποίησης της έκθεσης βιωσιμότητας εκτιμάται ότι θα είναι στις 22 Δεκεμβρίου, που είναι και η πιθανότερη ημερομηνία για την τελευταία συνεδρίαση του συμβουλίου πριν τις διακοπές των Χριστουγέννων.

To DSA αναμένεται να αναδείξει το αδιέξοδο στο οποίο οδηγεί το δόγμα Σόιμπλε, σύμφωνα με το οποίο η Γερμανία αξιώνει από το Ταμείο να μπει σε ένα πρόγραμμα χρηματοδότησης της Ελλάδας, ενώ ταυτόχρονα αποκλείει οποιαδήποτε συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και για αλλαγή του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου.

Βασική παραδοχή του Ταμείου είναι ότι τα μέτρα που έχουν ήδη συμφωνηθεί μεταξύ Ελλάδας και Θεσμών είναι συνεπή με ένα μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο 1,5% του ΑΕΠ και, όπως τόνισε ο κ. Ράις, «προτίμηση» του ΔΝΤ είναι να μην αλλάξει αυτός ο στόχος, ώστε να αποφευχθούν πρόσθετα μέτρα λιτότητας για την Ελλάδα.

Δεδομένου ότι στην ανάλυση βιωσιμότητας το πρωτογενές πλεόνασμα δεν θα ξεπερνά το 1,5%, ενώ τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος έχουν πολύ μικρή θετική επίδραση, η έκθεση αναμένεται να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το χρέος απέχει πάρα πολύ από το στόχο της βιωσιμότητας.

Επειδή, όμως, κατόπιν ισχυρών πιέσεων του Β. Σόιμπλε στο τελευταίο Eurogroup, ανακοινώθηκε ότι η συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα δεν πρόκειται να γίνει παρά μόνο στο τέλος του τρέχοντος προγράμματος, το πολιτικό συμπέρασμα που θα εξαχθεί από την έκθεση βιωσιμότητας είναι ότι το Ταμείο δεν μπορεί να μπει σε νέο πρόγραμμα με την Ελλάδα.

Άλλωστε, ήδη από την έκθεση βιωσιμότητας που είχε δημοσιοποιηθεί το καλοκαίρι του 2015, το Ταμείο είχε απορρίψει τη λογική Σόιμπλε, σύμφωνα με την οποία η αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους θα ήταν εφικτή, εάν η Ελλάδα επιτύγχανε τεράστια πλεονάσματα για μια πολύ μεγάλη χρονική περίοδο. Το ΔΝΤ έχει κρίνει ότι, ακόμη και αν με μια ηρωική προσπάθεια το πλεόνασμα ανέβαινε στο 3,5% το 2018, θα ήταν αδύνατο να διατηρηθεί για μεγάλη χρονική περίοδο.

Το δίλημμα της Μέρκελ

Η επικείμενη δημοσιοποίηση του DSA θέτει σε μεγάλη δοκιμασία την καγκελάριο Μέρκελ, που ως τώρα υιοθετεί τη στρατηγική Σόιμπλε, αλλά πλέον γίνεται φανερό ότι δεν μπορεί να οδηγήσει στο επιθυμητό για την ίδια πολιτικό αποτέλεσμα, δηλαδή να συνεχίσει να εφαρμόζεται στην Ελλάδα ένα πρόγραμμα με συμμετοχή του Ταμείου σε ρόλο χρηματοδότη, έστω και με συμβολικό ποσό.

Στο γεύμα εργασίας που θα έχει με τον Αλέξη Τσίπρα, την Παρασκευή στο Βερολίνο, ο πρωθυπουργός σκοπεύει να τονίσει ότι είναι πολιτικά αδύνατο για την ελληνική κυβέρνηση να νομοθετήσει από σήμερα σκληρά μέτρα που θα εφαρμοσθούν μετά τη λήξη του προγράμματος και ότι αυτό, σε κάθε περίπτωση, ξεφεύγει από το πλαίσιο της αρχικής συμφωνίας του 2015.

Το έσχατο σημείο στο οποίο μπορεί να φθάσει η ελληνική πλευρά, όπως αναμένεται να εξηγήσει ο Έλληνας πρωθυπουργός, είναι να αναπροσαρμοσθεί ο ήδη υφιστάμενος δημοσιονομικός «κόφτης», ώστε να ισχύσει έως και το 2020, διασφαλίζοντας την επίτευξη των στόχων του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, που είναι υποχρεωμένη να καταρτίσει η κυβέρνηση, σύμφωνα με το μνημόνιο.

Με αυτά τα δεδομένα, η καγκελάριος θα κληθεί να σταθμίσει δύο πιθανές επιλογές αναδίπλωσης: είτε να δεχθεί ότι το ΔΝΤ θα μείνει εκτός προγράμματος, σε ρόλο τεχνικού συμβούλου, και η ίδια θα ρίξει το πολιτικό της βάρος ώστε να μη σταματήσει η γερμανική Βουλή τις εκταμιεύσεις στην Ελλάδα, ή να αποδεχθεί ότι τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος θα συζητηθούν τώρα, ώστε να αναπροσαρμοσθεί χαμηλότερα και ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος και να φθάσουμε σε μια συνολική λύση, που θα επιτρέπει και στο Ταμείο να συνεχίσει να μετέχει στο πρόγραμμα ως δανειστής.

Ουσιαστικά, η καγκελάριος καλείται πλέον να επιλέξει ανάμεσα στην απρόβλεπτη εξέλιξη μιας νέας κορύφωσης της ελληνικής κρίσης και στην ανάληψη ενός προβλέψιμου και ελεγχόμενου πολιτικού κόστους μιας αναδίπλωσης από την ακραία γραμμή Σόιμπλε. Η εμπειρία ως τώρα δείχνει ότι η κ. Μέρκελ προτιμά να αποφεύγει τα ακραία ρίσκα...