Διπλό δώρο στην Ελλάδα, με τη μορφή της φθηνότερης χρηματοδότησης των τραπεζών και του Δημοσίου, μπορεί να δώσει στις 26 του μήνα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αλλά προς το παρόν οι σχετικές αποφάσεις δεν έχουν «κλειδώσει» στο παρασκήνιο της Φρανκφούρτης και η υπόθεση ενδέχεται να εξελιχθεί σε ένα ακόμη πολιτικό και τραπεζικό θρίλερ.
Η κυβέρνηση παρακολουθεί με αρκετές δόσεις επιφυλακτικότητας τους χειρισμούς που γίνονται από το διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, προκειμένου να διατηρηθεί η φθηνή χρηματοδότηση των τραπεζών και μετά τις 20 Αυγούστου, αλλά και να ενταχθεί η Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, ώστε η κεντρική τράπεζα να αρχίσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα από τη δευτερογενή αγορά.
Οι οικονομικές επιδράσεις αυτών των δύο παρεμβάσεων της ΕΚΤ είναι αναμφίβολα ευπρόσδεκτες, όμως, στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης κόντρας με το διοικητή της ΤτΕ και σε συνθήκες έντονης καχυποψίας, η κυβέρνηση φοβάται ότι μπορεί να υπάρξουν παρενέργειες πολιτικού χαρακτήρα.
Το βασικό επιχείρημα που χρησιμοποιεί ο κ. Στουρνάρας, για να πετύχει τις θετικές αποφάσεις από το συμβούλιο της ΕΚΤ προκαλεί αρκετή αμηχανία στους κυβερνητικούς κύκλους, δεδομένου ότι ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος θέλει να πείσει τους άλλους κεντρικούς τραπεζίτες ότι η Ελλάδα μπορεί να μην έχει μπει τυπικά σε νέο πρόγραμμα, με προληπτική πιστωτική γραμμή, αλλά στην ουσία θα βρίσκεται σε πρόγραμμα και μετά τις 20 Αυγούστου, αφού έχουν συμφωνηθεί συγκεκριμένοι στόχοι οικονομικής πολιτικής και αυξημένη επιτήρηση με αξιολογήσεις από τους θεσμούς ανά τρίμηνο.
Το αφήγημα Στουρνάρα απευθύνεται στην ΕΚΤ, με στόχο να ξεπερασθούν οι κανόνες της κεντρικής τράπεζας, που απαγορεύουν την αποδοχή ομολόγων χαμηλής πιστωτικής διαβάθμισης, με μόνη εξαίρεση (waiver) για τις χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα.
Όμως, ερμηνεύοντας πολιτικά αυτή την επιχειρηματολογία, η αξιωματική αντιπολίτευση θα μπορούσε να βρει ένα νέο πολιτικό «πάτημα» για να εξακολουθήσει να αμφισβητεί την «καθαρή» έξοδο από το πρόγραμμα.
Ο κ. Στουρνάρας παρουσίασε πάντως, σήμερα, τους λόγους που, κατά την άποψή του, δικαιολογούν θετικές αποφάσεις από την ΕΚΤ στις 26 Ιουλίου. Τόνισε, ειδικότερα, ότι:
- «Δεδομένου ότι οι αποφάσεις του Eurogroup συνδέονται με ενισχυμένη εποπτεία και αιρεσιμότητα (που αποτελούν ουσιαστικά τις προϋποθέσεις για τη θέσπιση προληπτικής γραμμής στήριξης), ενώ παράλληλα διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, παρέχουν στην ΕΚΤ τη διακριτική ευχέρεια να εξετάσει τη διατήρηση της “παρέκκλισης” (waiver) για την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως εξασφαλίσεων στις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος. Παράλληλα, παρέχουν στην ΕΚΤ τη διακριτική ευχέρεια να εξετάσει την αποδοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα αγοράς τίτλων (στην κανονική χρονική περίοδο και στην περίοδο επανεπένδυσης).
Για τα οφέλη που θα υπάρξουν, ανέφερε:
- «Ενδεχόμενη διατήρηση της “παρέκκλισης” (waiver) για την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως εξασφαλίσεων στις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος θα μειώσει το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών από την ΕΚΤ, αλλά και το κόστος της χρηματοδότησης από τις αγορές (repos). Παράλληλα, η συμμετοχή των ελληνικών κρατικών ομόλογων στις πράξεις αγοράς της ΕΚΤ στο πλαίσιο της ποσοτικής χαλάρωσης θα μειώσει το κόστος δανεισμού του Δημοσίου. Η μείωση του κόστους δανεισμού για το Δημόσιο και τις τράπεζες θα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη για την οικονομία, καθώς εκτιμάται ότι θα μετακυλιστεί στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Κάτι τέτοιο αναμένεται να έχει ως αποτέλεσμα την ανάκαμψη της τραπεζικής χρηματοδότησης προς το μη χρηματοπιστωτικό ιδιωτικό τομέα και την ταχύτερη οικονομική ανάπτυξη».
Την ανάγκη να διατηρηθεί το waiver ακόμη και αν δεν υπάρξει προληπτική πιστωτική γραμμή για την Ελλάδα υποστηρίζει ο κ. Στουρνάρας από τον Απρίλιο, λέγοντας τότε ότι θα ήταν μια «επιθυμητή» εξέλιξη.
Προς το παρόν, όμως, και παρότι το αίτημα Στουρνάρα αντιμετωπίζεται θετικά από το «κλαμπ» κεντρικών τραπεζών του Νότου, όπου λειτουργεί ατύπως ως επικεφαλής ο Γάλλος κεντρικός τραπεζίτης, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα γίνει δεκτό και από τους… «σκληρούς του Βορρά», δηλαδή τους κεντρικούς τραπεζίτες Γερμανίας και Ολλανδίας.
Μια χαλάρωση κανόνων ειδικά για την Ελλάδα δεν «γράφει» καλά στις χώρες του πλεονασματικού Βορρά, ιδιαίτερα αυτή την περίοδο, όπου ο επικεφαλής της Bundesbank πρωτοστατεί στην προσπάθεια να λήξουν τα ανορθόδοξα μέτρα νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ (ποσοτική χαλάρωση, μηδενικά επιτόκια) και να επανέλθει η τράπεζα στην κανονικότητα.
Με αυτά τα δεδομένα, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο κ. Στουρνάρας ήταν πολύ προσεκτικός στις διατυπώσεις του σήμερα, επικαλούμενος τις θεσμικές δυνατότητες που έχει η ΕΚΤ («διακριτική ευχέρεια»), χωρίς να προεξοφλήσει ότι οι θετικές αποφάσεις για την Ελλάδα θα εγκριθούν τελικά από το συμβούλιο της Φρανκφούρτης.