Το αίνιγμα με τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου τραπεζικών μετοχών του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας αναμένεται να λυθεί αμέσως μετά τη 10η αξιολόγηση της οικονομίας από τους Θεσμούς, καθώς όλα δείχνουν ότι κυβέρνηση και δανειστές καταλήγουν σε μια συμφωνία που θα προσφέρει αρκετή ευελιξία στις αναγκαίες ρευστοποιήσεις μεγάλων πακέτων τραπεζικών μετοχών που εξακολουθεί να κατέχει το Ταμείο.
Ήδη από την όγδοη αξιολόγηση της οικονομίας, τον Νοέμβριο του 2020, οι δανειστές επισήμαιναν στο κείμενο των συμπερασμάτων τους ότι «η στρατηγική αποεπένδυσης του Ταμείου πρέπει να οριστικοποιηθεί στο κοντινό μέλλον». Έκτοτε, δεν υπήρξε πρόοδος στις συζητήσεις που έγιναν για την 9η αξιολόγηση, καθώς επικρατούσε και έντονη αβεβαιότητα λόγω της πανδημίας, με αποτέλεσμα να αφεθεί το θέμα για τη 10η αξιολόγηση που ολοκληρώνεται τώρα, με την προοπτική το πλάνο αποεπένδυσης να σχηματοποιηθεί μέσα στον Ιούνιο ή τον Ιούλιο και να προωθηθούν ορισμένες σημαντικές αλλαγές στη νομοθεσία για το Ταμείο.
Οι μετοχές του ΤΧΣ στις συστημικές τράπεζες
Η έξοδος του ΤΧΣ από τον τραπεζικό τομέα έχει μεγάλη σημασία για τη διαμόρφωση των αποτιμήσεων των τραπεζικών μετοχών, σε μια περίοδο μάλιστα που οι τράπεζες θέλουν να έχουν ανοικτά κανάλια με τις αγορές για την άντληση κεφαλαίων με εκδόσεις ομολόγων ή μετοχών. Σήμερα το Ταμείο κατέχει το 1,4% των μετοχών της Eurobank, το 10,9% της Alpha Bank, ποσοστό που μπορεί να διαφοροποιηθεί μετά την αύξηση κεφαλαίου, και το 40,3% των μετοχών της Εθνικής.
Το ποσοστό του στην Πειραιώς, ως γνωστόν, μειώθηκε στο 27% μετά την τελευταία αύξηση κεφαλαίου. Η προοπτική πώλησης αυτών των πακέτων από το ΤΧΣ αποτελεί πάντα ένα «φόβητρο» για την αγορά, ιδιαίτερα στις τράπεζες όπου έχει μεγάλη συμμετοχή και αποτελεί ένα παράγοντα που μετριάζει τα περιθώρια ανόδου των τιμών των μετοχών. Το ίδιο ισχύει και για τα ειδικά δικαιώματα που έχει το ΤΧΣ στην άσκηση διοίκησης στις τράπεζες, μεταξύ άλλων και με το δικαίωμα βέτο που έχει ο εκπρόσωπος του στις αποφάσεις των διοικήσεων.
Προτάσεις διεθνών οίκων
Σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση και οι Θεσμοί έχουν συμφωνήσει ότι για τη στρατηγική αποεπένδυσης θα υποβάλουν προτάσεις δύο διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οίκοι, πριν ληφθούν οι οριστικές αποφάσεις. Πάντως, η κυβέρνηση προσανατολίζεται σε ένα ευέλικτο μοντέλο, όπου η αποεπένδυση θα μπορεί να γίνεται με διάθεση μετοχών στο χρηματιστήριο, με δημόσια ή ιδιωτική τοποθέτηση, ή ακόμη και μέσα από αυξήσεις κεφαλαίου, όπου το ΤΧΣ δεν θα συμμετέχει («μοντέλο Τρ. Πειραιώς»).
Ευελιξία θα υπάρχει και ως προς το χρόνο, καθώς εκτιμάται ότι η σημερινή νομοθεσία, που ορίζει ότι το ΤΧΣ θα πρέπει να κλείσει ως το τέλος του 2022 και να πουλήσει προηγουμένως τις μετοχές του, είναι υπερβολικά περιοριστική και μπορεί να οδηγήσει σε βεβιασμένες κινήσεις. Μια ιδέα που συζητείται είναι να περάσουν οι μετοχές, εάν κλείσει το ΤΧΣ, στο Υπερταμείο, που λειτουργεί και σήμερα ως μητρική εταιρεία του ΤΧΣ, και να αναλάβει αυτό τη διαδικασία πώλησης.
Μια αλλαγή που θεωρείται βέβαιο ότι θα περάσει στη νομοθεσία για το ΤΧΣ αφορά την κατάργηση των ειδικών δικαιωμάτων που έχει στη διοίκηση των τραπεζών, ώστε να περιορισθεί σε ρόλο απλού επενδυτή, με δικαιώματα που θα αντιστοιχούν στα ποσοστά συμμετοχής του στο μετοχικό κεφάλαιο κάθε τράπεζας, χωρίς τα ειδικά προνόμια που υπάρχουν σήμερα. Έτσι, θα περιορισθεί και ο ειδικός εποπτικός ρόλος του ΤΧΣ, που έχει υποστηριχθεί από τις τράπεζες ότι δημιουργούσε σύγχυση και αυξημένο διοικητικό φόρτο, δεδομένου ότι οι τράπεζες εποπτεύονται πλέον από τον Ενιαίο Μηχανισμό της ΕΚΤ.
Η πρώτη τράπεζα που θα απαλλαγεί από τα... δεσμά του ΤΧΣ φαίνεται ότι θα είναι η Eurobank, αφού είναι εύκολο πλέον να διατεθεί με ένα placement το μικρό πακέτο που κατέχει το Ταμείο. Σχετικά απλή υπόθεση θα είναι και η διάθεση των μετοχών της Alpha Bank. Οι πιο σύνθετες και απαιτητικές διαδικασίες θα είναι αυτές για την αποεπένδυση από την Εθνική και από την Τράπεζα Πειραιώς, για τις οποίες θα πρέπει να βρεθεί ο καλύτερος τρόπος ώστε να μην ασκηθούν πιέσεις στις τιμές των μετοχών και να διευκολυνθούν πιθανά μελλοντικά σχέδια κεφαλαιακής ενίσχυσής τους.