Τράπεζες

Θρίλερ με τις τιμές πώλησης των μετοχών Alpha Bank - Εθνικής


Η τιμή διάθεσης των δύο μεγάλων πακέτων τραπεζικών μετοχών, 9% της Alpha Bank και 20% της Εθνικής, αποτελεί το μεγάλο πονοκέφαλο για το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και την κυβέρνηση, καθώς υπάρχουν ενδείξεις ότι και οι δύο στρατηγικής σημασίας τραπεζικές ιδιωτικοποιήσεις είναι πιθανό να μη δικαιώσουν τις προσδοκίες για ικανοποιητικά τιμήματα, η επίτευξη των οποίων αποτελούν βασικό στοιχείο της αποστολής του ΤΧΣ και θα παίξουν σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια της κυβέρνησης να αποδείξει ότι, μετά και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, υφίσταται ισχυρό διεθνές ενδιαφέρον για τα ελληνικά assets.

Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας δεν έχει θέσει σε συγκεκριμένο ύψος τον πήχη για τα τιμήματα διάθεσης των τραπεζικών μετοχών που έχει στο χαρτοφυλάκιό του, ωστόσο εύλογος στόχος αυτήν την περίοδο, δεδομένου ότι οι τράπεζες έχουν εξυγιανθεί και η Ελλάδα έχει ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, είναι οι τιμές να διαμορφωθούν σε επίπεδα, όπου η σχέση της τιμής με τη λογιστική αξία θα προσεγγίζει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ο οποίος διαμορφώνεται σε 0,8 φορές αυτή την περίοδο (δηλαδή, οι τιμές ενσωματώνουν μια έκπτωση 20% σε σχέση με τη λογιστική αξία των τραπεζών).

Όπως εξηγούσαν στελέχη του ΤΧΣ, δικαιολογώντας την απόφαση να μην αποκαλυφθεί το τίμημα που προσφέρει η Unicredit για το 9% της Alpha Bank, «η αποκάλυψη των ειδικότερων όρων είναι αντίθετη με τα συμφέροντα του Tαμείου, σκοπός του οποίου είναι και να μεγιστοποιήσει τα οφέλη του κατά τη φάση της αποεπένδυσης προς εξυπηρέτηση και του δημόσιου συμφέροντος το οποίο αποτελεί σημαντικό δομικό στοιχείο της φύσης του Ταμείου και των διατάξεων πάνω στις οποίες στηρίζεται η λειτουργία του».

Από την άλλη, όμως, ο σκοπός των ενδιαφερόμενων ξένων επενδυτών, είτε πρόκειται για τράπεζες - στρατηγικούς επενδυτές, όπως η Unicredit, ή για τους θεσμικούς επενδυτές που θα συμμετάσχουν στο placement για την Εθνική, είναι να μεγιστοποιήσουν το δικό τους όφελος από τις ελληνικές τραπεζικές ιδιωτικοποιήσεις, προσφέροντας τιμήματα που θα τους εξασφαλίζουν τα μεγαλύτερα δυνατά κέρδη από την αναμενόμενη άνοδο των τιμών των τραπεζικών μετοχών, ή θα τους προστατεύουν από αρνητικές υπεραξίες αν κάτι πάει στραβά.

Είναι χαρακτηριστική η στάση της Unicredit, που φημίζεται για τις φειδωλές κινήσεις της σε εξαγορές: ο ιταλικός όμιλος κάνει ελάχιστες τέτοιες κινήσεις και μετρά προσεκτικά και το τελευταίο ευρώ που θα προσφέρει. Στην περίπτωση της Alpha Bank, είναι σαφές ότι πρώτη προτεραιότητα των Ιταλών ήταν να «κλειδώσουν» την εξαγορά της ρουμανικής θυγατρικής της ελληνικής τράπεζας, ώστε να δημιουργήσουν την τρίτη σε μέγεθος τράπεζα στην αγορά της Ρουμανίας, ενώ η προσφορά για το 9% της Alpha Bank προστέθηκε στη συμφωνία σαν... κερασάκι στην τούρτα.

Το τίμημα που πρόσφερε η Unicredit για τις μετοχές της Alpha Bank παραμένει επτασφράγιστο μυστικό και το ΤΧΣ λέει ότι θα αποκαλυφθεί μόνο όταν η διαδικασία φθάσει στο στάδιο του διαγωνισμού για την υποβολή προσφορών και από άλλους ενδιαφερόμενους. Ωστόσο, πληροφορίες που έχουν κυκλοφορήσει στην αγορά αναφέρουν ότι οι Ιταλοί δεν έχουν προσφέρει ιδιαίτερα γενναιόδωρο τίμημα. Φέρονται να προσφέρουν ένα μικρό premium σε σχέση με την τρέχουσα τιμή των 1,4 ευρώ και πάντως όχι περισσότερα από 1,5 ευρώ. Με βάση αυτή την τιμή και την εκτιμώμενη λογιστική αξία της Alpha Bank στο τέλος αυτής της χρήσης, η πρόταση της Unicredit κατεβάζει τη σχέση τιμής/λογιστικής αξίας (P/BV) κάτω από τις 0,6 φορές.

Για τους Ιταλούς αυτή η πρόταση φαίνεται να εξασφαλίζει ότι θα εγγράψουν γρήγορα σημαντικές υπεραξίες από τη συμμετοχή τους στην Alpha Bank. Η μέση τιμή στόχος για το επόμενο 12μηνο που δίνουν οι αναλυτές που παρακολουθούν τη μετοχή της ελληνικής τράπεζας είναι 1,88 ευρώ. Όμως, στο ΤΧΣ επικρατεί προβληματισμός για το γεγονός ότι μια αυτόκλητη προσφορά (unsolicited offer) δίνει μια μέτρια αποτίμηση της Alpha Bank. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι προσφορές αυτής της κατηγορίας πρέπει υποχρεωτικά να ενσωματώνουν κάποια premium, σε αντίθεση με τις συναλλαγές διάθεσης τίτλων στην αγορά (όπως θα γίνει στην περίπτωση της Εθνικής), όπου είναι ανοικτό και το ενδεχόμενο να γίνει η συναλλαγή με έκπτωση (discount), ανάλογα με το ύψος των προσφορών που θα υποβληθούν.

Κύκλοι του ΤΧΣ αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο να μην «περπατήσει» η πρόταση της Unicredit, σημειώνοντας ότι δεν είναι δεσμευτική για το Tαμείο γιατί το Ταμείο βάση της στρατηγικής του θα πρέπει να «τρέξει» διαγωνιστική διαδικασία πριν λάβει την οριστική απόφαση για την πώληση της συμμετοχής του. Λένε, επιπλέον, ότι δεν αποκαλύφθηκε η τιμή που προσφέρθηκε επειδή αυτό θα περιόριζε τη δυνατότητα του Ταμείου να διαπραγματευτεί αποτελεσματικά με τους ενδιαφερόμενους κατά τα επόμενα στάδια της διαδικασίας αποεπένδυσης και να μεγιστοποιήσει τα έσοδα της πώλησης για το Ελληνικό  Δημόσιο. Αφήνουν, έτσι, ανοικτό το ενδεχόμενο να ζητήσουν καλύτερη προσφορά από τη Unicredit.

Ο τρόπος που εξελίσσεται η διαδικασία για την Alpha Bank, η οποία θα τρέξει, εκτός σοβαρού απροόπτου, παράλληλα με το placement για το 20% των μετοχών της Εθνικής δημιουργεί προβληματισμό για το τίμημα που θα αποσπάσει το ΤΧΣ από αυτή τη συναλλαγή, δεδομένου ότι σε μια αυτόκλητη προσφορά δεν δόθηκε πολύ ικανοποιητική τιμή. Όπως έχει γράψει το Σin, από τις μέχρι στιγμής επαφές των συμβούλων του ΤΧΣ με διεθνείς επενδυτές φαίνεται ότι οι προσφορές που θα δοθούν θα κινηθούν στην περιοχή των 5 ευρώ, δηλαδή με ένα μικρό discount σε σχέση με την τρέχουσα χρηματιστηριακή τιμή και το εκτιμώμενο P/BV.

Πρέπει να σημειωθεί ότι η τιμή διάθεσης των μετοχών θα διαμορφωθεί αποκλειστικά από τους ξένους θεσμικούς, οι οποίοι θα συμμετάσχουν στο βιβλίο προσφορών για το 15%, ενώ οι Έλληνες επενδυτές θα πάρουν το 5%, στην τιμή που θα έχει διαμορφωθεί από το διεθνές book building. Τονίζεται, επίσης, ότι για τη μετοχή της Εθνικής η μέση τιμή στόχος που δίνουν οι αναλυτές για το επόμενο 12μηνο είναι στα 7,68 ευρώ, δηλαδή έχει ένα περιθώριο ανόδου της τάξεως του 40% από τα τρέχοντα επίπεδα.

Το μεγάλο ερώτημα είναι αν θα καταλήξουν οι δύο διαδικασίες σε τιμήματα που θα επιβεβαιώνουν ότι οι αποτιμήσεις των ελληνικών τραπεζών έχουν ξεφύγει από τον... γκρεμό και είναι συγκρίσιμες με τις αντίστοιχες των ευρωπαϊκών. Αυτό θα έχει μεγάλη αξία για να βρεθεί μια νέα βάση για τις τραπεζικές μετοχές που καθορίζουν, εν πολλοίς, και την πορεία του χρηματιστηρίου, αλλά θα έχει και πολιτικές αντανακλάσεις, καθώς η κυβέρνηση και το ΤΧΣ δεν αποκλείεται να βρεθούν στο στόχαστρο επικρίσεων ότι βιάσθηκαν να προχωρήσουν στις τραπεζικές αποκρατικοποιήσεις (το χρονικό περιθώριο είναι έως το 2025) με αποτέλεσμα να ζημιωθεί το Δημόσιο.