Με Άποψη

Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση: Απειλή και ευκαιρία για την Ελλάδα


«Δεν μπορείς να περιμένεις μέχρι να πάρει φωτιά ένα σπίτι για να αγοράσεις ασφάλεια πυρός. Δεν μπορούμε να περιμένουμε μέχρι να υπάρξουν μαζικές διαταραχές στην κοινωνία, για να προετοιμασθούμε για την Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση».

Το έχει πεί ο νομπελίστας οικονομολόγος Ρόμπερτ Τζ. Σίλερ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Γιέιλ. Το μεγάλο ερώτημα είναι: έχουμε αγοράσει ασφάλεια για το σπίτι μας, ή απλώς θα παρακολουθήσουμε αμέτοχοι την Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση να εξελίσσεται, με καταλυτικές συνέπειες στην ελληνική κοινωνία; Θα ανεβούμε στο γρήγορο τρένο της επιστημονικής και τεχνολογικής εξέλιξης για να πάμε μπροστά, ή θα σταθούμε ακίνητοι, περιμένοντας να μας χτυπήσει το τρένο;

Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΣΑΜΠΑΝΗ*

Ο κόσμος βρίσκεται στις απαρχές μιας νέας βιομηχανικής επανάστασης, καθώς εξελίσσονται τεχνολογικές τάσεις που έχουν τη δυναμική να αλλάξουν θεμελιωδώς τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων. Η εξέλιξη της τεχνολογίας όλο και περισσότερο συνδέει τον ψηφιακό κόσμο με το φυσικό κόσμο, αποδίδοντας καινοτομίες, όπως η τεχνητή νοημοσύνη ή τα αυτοοδηγούμενα αυτοκίνητα.

Η Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση βασίζεται στη Νανοτεχνολογία, στη Βιοτεχνολογία και, πρωτίστως, στη νέα γενιά Τεχνολογιών της Πληροφορίας: Κυβερνο-Φυσικά Συστήματα, Διαδίκτυο των πραγμάτων, Υπολογιστικό νέφος, Μεγάλα δεδομένα και ανάλυση δεδομένων, Ρομποτική - Μάθηση μηχανών, Εκτυπωτική 3D, κ.α.

Ρομπότ σε θέσεις εργασίας

Οι νέες τεχνολογίες δημιουργούν πλούτο, εισοδήματα, νέες θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης με υψηλές απολαβές. Ταυτόχρονα, όμως, απειλούν να οδηγήσουν εκτός αγοράς εργασίας εκατομμύρια εργαζομένους χαμηλών προσόντων και εξειδίκευσης. Η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει ότι το 2022 θα χάσουν τη δουλειά τους 150 εκατομμύρια άνθρωποι, ενώ 300 εκατομμύρια θα πασχίζουν μάταια να εισέλθουν στην αγορά εργασίας.

Πολυσυζητημένη μελέτη για το μέλλον της εργασίας (Frey, Osborne, 2013) καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ακόμη και στις ΗΠΑ η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών θα θέσει σε κίνδυνο το 47% των θέσεων εργασίας. Στην ίδια κατεύθυνση, μελέτη του McKinsey Global Institute σε 46 χώρες συμπεραίνει ότι η μισή εργασιακή δραστηριότητα σε παγκόσμιο επίπεδο δύναται να αυτοματοποιηθεί.
 Ήδη, η επέλαση των ρομπότ εξαλείφει τις περισσότερες θέσεις εργασίας στη βιομηχανία/μεταποίηση: το 75% των εργαζομένων στη χαλυβουργία, για παράδειγμα, έχουν υποκατασταθεί από μηχανές. Το 2030, η επέλαση των ρομπότ στην αγορά εργασίας υπολογίζεται ότι θα εξαλείψει 800 εκατ. θέσεις, που αντιστοιχούν στο 20% του σημερινού παγκόσμιου εργατικού δυναμικού.

 Ερευνα και καινοτομία

Δεν είναι εποικοδομητικό, όμως, να παρασύρεται κανείς από τις δυσοίωνες προβλέψεις για τις ανακατατάξεις στην παγκόσμια εργασίας, που φέρνει η Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση και να περιμένει παθητικά την καταστροφή. 

Ακόμη και μικρές χώρες, όπως το Ισραήλ, έχουν αποδείξει με το παράδειγμά τους, πόσο δυναμικά μπορεί να αξιοποιηθεί η καινοτομία για να φέρει την οικονομική ανάπτυξη. Η γόνιμη συνύπαρξη επιστημονικής έρευνας υψηλού επιπέδου και επιχειρηματικότητας δημιουργεί την καινοτομία και τη μετασχηματίζει σε πλούτο: από το 2000, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ του Ισραήλ έχει διπλασιασθεί!

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: μία από τις κύριες, παγκοσμίως, τεχνολογίες αποφυγής συγκρούσεων και αυτοματοποιημένης οδήγησης, το Mobileye, προήλθε από την έρευνα στα επιστημονικά εργαστήρια του Ισραήλ.  Μετατράπηκε αμέσως σε εφαρμοσμένη καινοτομία από ισραηλινή επιχείρηση start-up, με την ενθάρρυνση σχετικών κυβερνητικών προγραμμάτων. Η εταιρεία αυτή εξαγοράσθηκε, τελικά, από τον τεχνολογικό κολοσσό Intel.

Πρόκειται για ένα άριστο παράδειγμα μετασχηματισμού της επιστημονικής έρευνας σε καινοτομία και σε νέα επιχειρηματική δραστηριότητα, που δημιουργεί πλούτο.

 Η ελληνική εμπειρία

Πώς προετοιμάζεται μια μικρή, ανοικτή οικονομία, πρόσφατα χρεοκοπημένη και με απώλεια του 25% του εθνικού εισοδήματος σε μια πρωτοφανή οικονομική κρίση, για την Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση; Μπορεί η Ελλάδα να ανεβεί στο τρένο υψηλής ταχύτητας, ή απλώς θα περιμένει τη μοιραία πρόσκρουση;

Η κυβέρνηση προσπαθεί να προσαρμοσθεί αμήχανα στις επιταγές του μέλλοντος, αλλά παραμένει προσκολλημένη σε πρότυπα του παρελθόντος. Η «απάντησή» της στις προκλήσεις της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης ήταν η δημιουργία νέων κρατικών δομών (όπως το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής), που απλώς προσθέτουν νέα στρώματα γραφειοκρατίας στο Δημόσιο, χωρίς να συμβάλλουν ουσιαστικά στον ψηφιακό μετασχηματισμό οικονομίας/κοινωνίας. 

Οι δημόσιες δαπάνες για την έρευνα αυξήθηκαν μεν και φθάνουν πλέον στο 1% του ΑΕΠ, ποσοστό αρκετά υψηλό για τα δεδομένα της Ευρώπης. Φαίνεται, όμως, ότι αυτό έγινε περισσότερο με κριτήρια εξυπηρέτησης της πανεπιστημιακής κοινότητας, χωρίς να «ανοίξει» η έρευνα προς την επιχειρηματικότητα, για να παραχθεί καινοτομία και νέος πλούτος. Η έρευνα βρίσκεται σε σχετικά υψηλό επίπεδο, χωρίς όμως να φέρνει αντίστοιχα αποτελέσματα στην οικονομία και την κοινωνία.

Παράλληλα, κυβέρνηση, επαγγελματικές οργανώσεις και media έδειξαν μάλλον εχθρεύονται παρά υποστηρίζουν την προαγωγή της καινοτομίας. Εξαπέλυσαν το γνωστό «κυνήγι μαγισσών» κατά της Beat, μιας από τις ελάχιστες ελληνικές start-up που δημιούργησαν ένα διεθνώς ανταγωνιστικό λογισμικό και προκάλεσαν επενδυτικό ενδιαφέρον από ισχυρό διεθνή όμιλο της αυτοκινητοβιομηχανίας.

Παγιδευμένη στην παραδοσιακή πελατειακή αντίληψη της πολιτικής, η κυβέρνηση συντάχθηκε με συντεχνιακά συμφέροντα και επέδειξε διάθεση καταστροφής ενός καινοτομικού επιχειρηματικού μοντέλου, που αναπτύχθηκε από ελληνικά μυαλά και δημιούργησε νέο πλούτο.

Αδυναμίες και προοπτικές

Με αυτά τα παραδείγματα άσκησης πολιτικής και με την φορολογία να πνίγει την επιχειρηματικότητα, οι συνεχείς όρκοι για την αναχαίτιση του brain drain φαίνονται υποκριτικοί. Εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες έφυγαν από τη χώρα, ή σχεδιάζουν να την εγκαταλείψουν, διαπιστώνοντας ότι οι υψηλές δεξιότητές τους δεν έχουν προοπτική στο ασφυκτικό περιβάλλον της σημερινής Ελλάδας.

Σε έρευνα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ σε 100 χώρες με θέμα την «Ετοιμότητα για το μέλλον της παραγωγής», η Ελλάδα κατατάχθηκε στην 95η θέση, με κριτήριο τη δυνατότητα  προσέλκυσης ταλέντων και στην τελευταία (!), εκατοστή θέση, με βάση το κριτήριο του αν η κυβέρνηση διαθέτει μακροπρόθεσμο όραμα.

Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται μπροστά σε δύο επιλογές, από τις οποίες θα κριθεί η μελλοντική ευημερία της:

  • να σταθεί με δημιουργικότητα και ανοικτό πνεύμα μπροστά στην Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση, να ακολουθήσει τα ρεύματα του ψηφιακού μετασχηματισμού και να αξιοποιήσει ευκαιρίες
  • ή να παραμείνει προσκολλημένη σε μοντέλα του παρελθόντος και να αντιμετωπίσει το μέλλον με διάθεση άμυνας και προάσπισης «κεκτημένων» άλλων εποχών.

Η πρώτη επιλογή θα μας επιτρέψει να παραμείνουμε, ύστερα από 20 χρόνια, στη λίστα των πλέον ανεπτυγμένων οικονομιών. Η δεύτερη, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια την Ελλάδα στην ομάδα των φτωχότερων οικονομιών. 

*Οικονομολόγος, πρώην στέλεχος τραπεζών.

Διαβαστε επισης