Προσπαθώντας να τονώσουν τις πάσχουσες οικονομίες τους και να στηρίξουν τις επιχειρήσεις που πλήττονται από την πανδημία, όλες οι ευρωπαϊκές χώρες, οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία κλπ αυξάνουν τον δανεισμό τους. Στη δημοσιονομικά ισχυρή Γερμανία το κρατικό χρέος έφθασε σε επίπεδα ρεκόρ. Η Ιταλία βρίσκεται πάλι σε δυσχερή θέση. Ο πληθωρισμός ανεβαίνει και σύντομα οι κεντρικές τράπεζες μπορεί να αναγκασθούν να αλλάξουν τα επιτόκια τους, αυξάνοντας το κόστος δανεισμού για τα κράτη και τις επιχειρήσεις. Καραδοκεί μία νέα χρηματοπιστωτική κρίση;
Την προηγούμενη εβδομάδα η Ομοσπονδιακή Βουλή της Γερμανίας ενέκρινε συμπληρωματικό προϋπολογισμό για το 2021, αναπροσαρμόζοντας το πλαφόν δανεισμού στο ποσό-ρεκόρ των 240 δισεκατομμυρίων ευρώ. Ο υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς είπε ότι είναι ένα "θαρραλέο βήμα" με στόχο να αμβλυνθούν οι οικονομικές συνέπειες της πανδημίας.
Με τα νέα δάνεια το δημόσιο χρέος της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας ανέρχεται πλέον στο πρωτοφανές ποσό των 2,2 τρισεκατομμυρίων ευρώ, ενώ ως ποσοστό επί του ΑΕΠ προσεγγίζει το 80%.
Ασφαλώς η Γερμανία δεν είναι η μόνη χώρα που αντιμετωπίζει τη δαμόκλειο σπάθη του χρέους. Σε όλη την Ευρώπη, από την Ελλάδα μέχρι τη Φινλανδία, το δημόσιο χρέος συνεχώς διογκώνεται. Σύμφωνα με τη Eurostat στην Ευρωζώνη φτάνει πλέον κατά μέσο όρο στο 100% του ΑΕΠ, με ανοδική τάση.
Σε αναστολή το σύμφωνο σταθερότητας
Θεωρητικά ισχύει εδώ και πολλά χρόνια το σύμφωνο σταθερότητας, που υποχρεώνει όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης να περιορίσουν το χρέος σε ποσοστό που δεν ξεπερνά το 60% του ΑΕΠ, αλλά και το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το 3%. Ωστόσο, λόγω της πανδημίας, οι Ευρωπαίοι έχουν αναστείλει την εφαρμογή του συμφώνου σταθερότητας μέχρι τα τέλη του 2021, με προοπτική παράτασης. Αλλά για πόσο ακόμη μπορεί να λειτουργήσει η πολιτική της υπερχρέωσης;
"Για όσο χρειαστεί", εκτιμούν αναλυτές διεθνών οίκων, προβλέποντας ότι οι κανόνες θα παραμείνουν χαλαροί και τον επόμενο χρόνο, επειδή η Ευρωζώνη βρίσκεται σε πολύ ιδιαίτερη δημοσιονομική συγκυρία.
Σε αντίθεση με τα όσα είχαν γίνει στη κρίση χρέους της Ευρωζώνης πριν από δέκα χρόνια, "τα χρέη είναι λιγότερο επώδυνα", λέει ο Γκούντραμ Βολφ του Ινστιτούτου Bruegel, επισημαίνοντας ότι
- το κόστος δανεισμού μέσω κρατικών ομολόγων είναι εξαιρετικά χαμηλό
- κίνδυνος ανόδου των επιτοκίων μάλλον αμελητέος, καθώς οι κεντρικές τράπεζες και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παραμένουν πιστές σε μία επεκτατική νομισματική πολιτική, που τυπώνει φρέσκο χρήμα ενισχύοντας την αγορά.
Ποιος πληρώνει τον λογαριασμό;
Το ζήτημα όμως είναι ποιος θα κληθεί "να πληρώσει τον λογαριασμό"; Κατά την άποψη του Γερμανού οικονομολόγου η απάντηση είναι απλή: "Για τις χώρες με υψηλό χρέος το κλειδί είναι η ανάπτυξη. Όταν ανεβαίνουν οι ρυθμοί ανάπτυξης, το χρέος διευθετείται. Μία πολιτική λιτότητας ελάχιστα μπορεί να βοηθήσει". .
Τελικά οι ίδιοι οι πολίτες της ΕΕ - οι επόμενες γενιές για την ακρίβεια - είναι εκείνοι που θα πληρώσουν τα "κοινά χρέη" της ΕΕ. Γι αυτό άλλωστε, παρατηρούν με σαρκαστική διάθεση κάποιοι Ευρωπαίοι διπλωμάτες, το Ταμείο φέρει τη φιλόδοξη ονομασία "Next Generation EU".
Προς το παρόν όλες οι μεγάλες οικονομίες δανείζονται, οι κεντρικές τράπεζες προσφέρουν φθηνό χρήμα, τα επιτόκια παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα. Ο δανεισμός συνεχίζεται, το δημόσιο χρέος αυξάνεται. Και όταν περάσει η πανδημία, βλέπουμε...