Διεθνή

Συστάσεις OHE για πρόσβαση στο άσυλο και την ασφαλή υποδοχή προσφύγων


Καθώς ο κόσμος κινητοποιείται με σκοπό την καταπολέμηση της εξάπλωσης του COVID-19, πολλές χώρες στην Ευρώπη και αλλού έχουν υιοθετήσει εξαιρετικά μέτρα για τη διαχείριση των συνόρων τους, περιορίζοντας τα αεροπορικά ταξίδια και τις διασυνοριακές μετακινήσεις. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (Υ.Α.) απευθύνει έκκληση στις ευρωπαϊκές χώρες να διαφυλάξουν τις πολλές καλές πρακτικές και να πολλαπλασιάσουν τις προσπάθειές τους για την ενδυνάμωση των συστημάτων ασύλου στην Ευρώπη σε αυτή την πολύ δύσκολη περίοδο.

Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται, είναι ενθαρρυντικό το ότι τα δύο τρίτα σχεδόν των χωρών της Ευρώπης έχουν βρει τρόπους να διαχειρίζονται αποτελεσματικά τα σύνορά τους, επιτρέποντας παράλληλα την πρόσβαση στο έδαφός τους σε ανθρώπους που αναζητούν άσυλο. Ορισμένα από τα μέτρα που έχουν θέσει σε ισχύ οι ευρωπαϊκές χώρες είναι οι ιατρικοί έλεγχοι στα σύνορα, η πιστοποίηση της υγείας ή η προσωρινή επιβολή καραντίνας αμέσως μετά την άφιξη. Πρόκειται για σημαντικά θετικά μέτρα που μπορούν να αποτελέσουν προηγούμενο και για άλλα κράτη στην Ευρώπη και αλλού.

«Καθώς οι πρόσφυγες και οι αιτούντες άσυλο βρίσκονται στο επίκεντρο των προσπαθειών μας, έχουμε ετοιμάσει μια σειρά από πρακτικές συστάσεις με σκοπό τη στήριξη των εθνικών συστημάτων ασύλου, ενώ συνεχίζουμε να παρέχουμε την εμπειρογνωμοσύνη μας στις κυβερνήσεις», δήλωσε η Pascale Moreau, Περιφερειακή Διευθύντρια της Υ.Α. για την Ευρώπη.

Τα μέτρα για τον μετριασμό της εξάπλωσης του COVID-19, μεταξύ των οποίων η αποφυγή συγχρωτισμού και οι περιορισμοί στις μετακινήσεις και τις συναθροίσεις, έχουν επηρεάσει τη λειτουργία των συστημάτων ασύλου στην Ευρώπη, σε τομείς όπως η καταγραφή των νέων αιτημάτων ασύλου και η έκδοση σχετικών εγγράφων, η διαδικασία καθορισμού του καθεστώτος του πρόσφυγα ή ο δικαστικός έλεγχος. Οι συνέπειες μπορεί να είναι σοβαρές για τα άτομα που αφορούν, καθώς και για τα κράτη. Για παράδειγμα, σε χώρες όπου δεν καταγράφονται νέα αιτήματα ασύλου, δε ρυθμίζεται η διαμονή των ανθρώπων αυτών και έτσι δεν έχουν πρόσβαση σε βασική βοήθεια και υπηρεσίες υγείας. Επίσης, στις χώρες όπου οι διαδικασίες ασύλου αναστέλλονται, οι εθνικές αρχές ασύλου θα έχουν να αντιμετωπίσουν σημαντικές προκλήσεις όταν επανέλθουν οι διαδικασίες, ή ακόμα χειρότερα, υπάρχει ο κίνδυνος να χαθούν ή και να αναστραφούν προηγούμενα θετικά αποτελέσματα στα εθνικά συστήματα ασύλου.

Αναγνωρίζοντας τους κινδύνους από το ενδεχόμενο τέτοιων δυσμενών συνεπειών, τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη έχουν, τουλάχιστον εν μέρει, προσαρμόσει τα συστήματα ασύλου τους στην παρούσα κατάσταση. Οι διαδικασίες καταγραφής έχουν απλοποιηθεί και προσαρμοστεί ώστε να επιτρέπουν γραπτές ή ηλεκτρονικές υποβολές ή να συμπίπτουν με τους ιατρικούς ελέγχους, αυτοματοποιώντας παράλληλα την έκδοση των σχετικών εγγράφων. Άλλα κράτη έχουν προσαρμόσει τις φυσικές υποδομές στους χώρους των συνεντεύξεων ή δοκιμάζουν και αναβαθμίζουν τεχνικές συνέντευξης από απόσταση, όπως μέσω τηλεδιασκέψεων, προκειμένου να συνεχίσουν τις διαδικασίες ασύλου.

Η δυνατότητα υποδοχής των νέων αφίξεων βρίσκεται υπό πίεση τον τελευταίο καιρό σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες – μια κατάσταση που έχει επιδεινωθεί τώρα λόγω της κρίσης του COVID-19. Οι κίνδυνοι μετάδοσης του ιού είναι ιδιαίτερα υψηλοί σε υπερπλήρεις δομές υποδοχής ή σε περιορισμένους χώρους, όπως στα κέντρα διοικητικής κράτησης μεταναστών. Ορισμένες χώρες άρχισαν να απελευθερώνουν κρατούμενους αιτούντες άσυλο μεταφέροντάς τους σε χώρους με ασφαλέστερες συνθήκες υποδοχής. Κάποια κράτη έλαβαν επίσης μια σειρά από προληπτικά μέτρα για τη βελτίωση των συνθηκών στα κέντρα υποδοχής προκειμένου να μειώσουν τον κίνδυνο μετάδοσης. Άλλα κράτη δημιούργησαν άμεσα επιπλέον χώρους προσωρινής υποδοχής μεταφέροντας πληθυσμό σε εγκαταστάσεις που δεν χρησιμοποιούνται ή σε άδεια ξενοδοχεία προκειμένου να αποσυμφορηθούν οι συνωστισμένες δομές, δίνοντας προτεραιότητα στη μετακίνηση ομάδων υψηλού κινδύνου, όπως είναι οι ηλικιωμένοι.

«Αναγνωρίζοντας τις τεράστιες προκλήσεις που έχει επιφέρει η υγειονομική αυτή κρίση, καλούμε τα κράτη να συνεχίσουν τις σωτήριες προσπάθειές τους για τη διάσωση προσφύγων και μεταναστών που βρίσκονται σε κίνδυνο στη θάλασσα», τόνισε η κα. Moreau.

«Όταν πρόκειται για τη διάσωση της ανθρώπινης ζωής, δεν θα πρέπει να υπάρχει καμία καθυστέρηση ή δισταγμός στις δράσεις μας. Στους ανθρώπους που αναζητούν απεγνωσμένα ασφάλεια στα χερσαία ή θαλάσσια σύνορά μας, δεν πρέπει ποτέ να γυρίζουμε την πλάτη μας ή να τους επιστρέφουμε πίσω στους κινδύνους από τους οποίους διέφυγαν.»

Οι περιορισμοί στην ικανότητα υποδοχής αποτελούν επίσης μια βασική αιτία που δυσχεραίνει την αποβίβαση προσφύγων και των μεταναστών που διασώζονται μετά από ένα τρομακτικό ταξίδι στη Μεσόγειο. Ωστόσο, ενώ η ενίσχυση της ικανότητας υποδοχής στις χώρες της Ευρώπης που υποδέχονται πρόσφυγες και μετανάστες είναι μια πολύ σημαντική αρχή, χρειάζονται περισσότερες προσπάθειες, όπως και ισχυρότερη αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών της Ε.Ε. μέσω της μετεγκατάστασης.

Καθώς η Ευρώπη αρχίζει να προσαρμόζει τα μέτρα που έχει λάβει για την αντιμετώπιση του COVID-19, ενυπάρχουν κίνδυνοι αλλά και ευκαιρίες. Τα μέτρα που λαμβάνονται σε μια περίοδο γεμάτη αντιξοότητες μπορεί να συμβάλουν μελλοντικά στην οικοδόμηση πιο ανθεκτικών συστημάτων ασύλου.

«Θα πρέπει όλοι μαζί να εντοπίσουμε και να ενστερνιστούμε τέτοιες ευκαιρίες, όπως για παράδειγμα τα ηλεκτρονικά μέσα για την καταγραφή αιτημάτων ασύλου, τη χρήση μέσων για τη διεξαγωγή συνεντεύξεων από απόσταση ή τις προσπάθειες για να γίνουν οι διαδικασίες ασύλου ταχύτερες ενώ θα παραμένουν παράλληλα δίκαιες», πρόσθεσε η κα. Moreau. «Η Υ.Α. εξακολουθεί να εκτιμά τις προσπάθειες των κοινοτήτων υποδοχής και των κρατών προκειμένου να προστατεύσουν τον χώρο του ασύλου στην Ευρώπη σε μια περίοδο που οι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία είναι αυξημένοι για όλους».

Το Περιφερειακό Γραφείο Ευρώπης, αξιοποιώντας τις καλές πρακτικές που έχουν εφαρμοστεί σε όλη την Ευρώπη, δημοσιεύει μια συλλογή από καλές πρακτικές και πρακτικές συστάσεις. Αυτές παρέχουν πρακτική στήριξη στα κράτη προκειμένου να διασφαλίσουν την πρόσβαση στο έδαφός τους και το άσυλο, να αντιμετωπίσουν τους περιορισμούς στην μετακίνηση ή να επικοινωνούν πιο αποτελεσματικά με τους αιτούντες άσυλο και τον προσφυγικό πληθυσμό για τους κινδύνους που ενέχει ο COVID-19.