Πολιτική

ΣΥΡΙΖΑ: Πολιτική «φούσκα», ή «χρήσιμη Αριστερά»;


Ας μη βιαστούν οι φίλοι και οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ να χαρακτηρίσουν τον τίτλο «προβοκατόρικο». Το ερώτημα προκύπτει αυθόρμητα από την μέχρι τώρα διαδρομή του κόμματος, την ταχύτατη αύξηση της εκλογικής του δύναμης, τις θέσεις που εξέφραζε ως αξιωματική αντιπολίτευση, και την πολιτική  την οποία «αναγκάστηκε» - όπως δήλωσε ο πρόεδρός του - να ακολουθήσει ως κυβέρνηση.

Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΙΩΖΟΥ

Για πολλούς που βρίσκονται στην αντίπερα πολιτική όχθη, η απάντηση είναι προφανής: Θα πουν χωρίς πολλή σκέψη ότι ο κυβερνών ΣΥΡΙΖΑ είναι «προϊόν» της  πολιτικοοικονομικής  και κοινωνικής συγκυρίας που δημιούργησε η βαθιά οικονομική κρίση. Κάποιοι θα προσθέσουν και την κρίση αξιών και την ηθική απαξίωση του πολιτικού συστήματος. 

Μια τέτοια εκτίμηση θα οδηγούσε λογικά στο επόμενο συμπέρασμα: ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πολιτικός σχηματισμός μακράς πνοής και ότι δεν πρόκειται να παραμείνει στο πολιτικό στερέωμα για μεγάλο χρονικό διάστημα – εκτός αν συνεχίσει να μεταλλάσσεται και να προσαρμόζεται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες.

 Όμως οι εύκολες και απλουστευτικές απαντήσεις εμπεριέχουν κατά κανόνα μικρό μέρος αλήθειας. 

 Μια συνολική αποτίμηση της πορείας και των μέχρι τώρα «πεπραγμένων» του ΣΥΡΙΖΑ είναι μάλλον πρόωρη και θα εμπεριέχει αναπόφευκτα μεγάλη δόση υποκειμενικότητας. Το αν είναι «πολιτική φούσκα» ή δημιούργημα των καιρών, θα μπορεί να απαντηθεί με αρκετή σιγουριά σε βάθος χρόνου. 

 Η απάντηση θα εξαρτηθεί βέβαια και από την επιτυχή ή μη αντιμετώπιση των πιεστικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα.

Προς το παρόν, σημασία έχει να δούμε  με αντικειμενικότητα και χωρίς προκαταλήψεις την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς την  εξουσία και  την μετέπειτα πολιτική «συμπεριφορά» του. Είναι μια ιστορία που έχει πολλές ομοιότητες με το παραμύθι της Σταχτοπούτας.

Η κρίση που έφερε την "έκρηξη"

Το κόμμα είχε μιά μακρά πορεία μεταξύ πολιτικής φθοράς και αφθαρσίας, καταγραφόμενο επί σειρά ετών ως «περιθωριακό» πολιτικό σχήμα των παρυφών της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Ανδρώθηκε και ήρθε στο προσκήνιο μέσα από τις κοινωνικοπολιτικές διεργασίες που πυροδότησε η μεγάλη οικονομική κρίση.

Στη φάση  αυτή κατέρρεαν οι βασικοί πολιτικοί πυλώνες του αστικού συστήματος, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, που εναλλάσσονταν στην εξουσία μετά τη δικτατορία, αποτελώντας ουσιαστικά συνέχεια και μετεξέλιξη πολιτικών σχηματισμών που κυβέρνησαν τη χώρα μετά τον πόλεμο.

Το ΠΑΣΟΚ, που επί των ημερών της διακυβέρνησής του έσκασε η «βόμβα» του δημοσίου χρέους και υπεγράφη το πρώτο μνημόνιο, υπέστη εκλογική συντριβή, την οποία ακολούθησε μαζική φυγή στελεχών. Δραματική συρρίκνωση της εκλογικής δύναμης και της επιρροής της υπέστη εν συνεχεία και η ΝΔ, που ηγήθηκε της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, όπου συμμετείχε για ένα διάστημα και η ΔΗΜΑΡ.

Ηταν το τέλος του δικομματισμού, όπως τον γνωρίσαμε μετά τη μεταπολίτευση. Σ’ αυτή τη φάση απαξίωσης του πολιτικού συστήματος και των αστικών κομμάτων, αναδύθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ ως νέα πολιτική δύναμη.

Η πορεία προς την εξουσία

Με οξύ αντιπολιτευτικό λόγο και αριστερή φρασεολογία, κερδίζει ψήφους σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, πείθοντας ότι φέρνει κάτι καινούργιο στην πολιτική και ότι μπορεί να οδηγήσει τη χώρα στο «ξέφωτο» με ασφαλή και ομαλό τρόπο.

Ως αξιωματική αντιπολίτευση αμβλύνει τον οξύ αντιπολιτευτικό του λόγο, δεν αμφισβητεί την συμμετοχή της χώρας στην Ε.Ε. και επ' ουδενί δεν θέτει θέμα εξόδου από το ευρώ. Διαβεβαιώνει τους δανειστές ότι η χώρα έχει συνέχεια και θα σεβαστεί τις διεθνείς υποχρεώσεις της, αλλά και τις συμφωνίες που έχει συνάψει στα πλαίσια του ΝΑΤΟ.

Μέσα σε αυτά τα ασφυκτικά πλαίσια, διατείνεται ότι θα καταργήσει το Μνημόνιο, θα επιβάλει μείωση του χρέους, ή ότι   εν πάση περιπτώσει θα επιτύχει έναν «έντιμο συμβιβασμό»  με τους εταίρους δανειστές.

Η «λείανση» της πολιτικής του και η νέα ρητορική που υιοθετεί η ηγετική ομάδα, προκαλούν ήσσονος σημασίας εσωκομματικές αντιδράσεις, κυρίως από το Αριστερό Ρεύμα. Η εσωκομματική αντιπολίτευση λειτουργεί αντικειμενικά ως αντίβαρο της «ρεαλιστικής» στροφής του ΣΥΡΙΖΑ, ή ως ανάχωμα πιθανών διαρροών προς τα αριστερά.

Μετά την υποβολή «διαπιστευτηρίων» προς την ΕΕ και το ΝΑΤΟ και τις «χλιαρές» εσωκομματικές αντιδράσεις, η ηγετική ομάδα έχει πλέον το πολυπόθητο διαβατήριο για την εξουσία.

Προεκλογικά εξαγγέλλει το περίφημο «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης», με στοιχεία κοινωνικής πολιτικής  που δεν προδίδουν όμως διάθεση ρήξης με το παλιό σύστημα.

 Βαλβίδα εκτόνωσης

Όμως ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αξιωματική αντιπολίτευση, επιτυγχάνει κάτι πολύ σημαντικό. Κάτι που δεν κατάφεραν να πραγματοποιήσουν η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ: Την πλήρη ακινητοποίηση της κοινωνίας.

Η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ περνάει με άνεση το 2ο Μνημόνιο. Ψηφίζονται  περίπου 450(!) εφαρμοστικοί νόμοι που απορρέουν από αυτό, χωρίς να «ανοίξει μύτη».

Η πλειοψηφία του λαού εναποθέτει τις ελπίδες στον ΣΥΡΙΖΑ. Η προοπτική της έλευσης του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος θα αποκαταστήσει τα πράγματα στην προτεραία κατάσταση, μηδενίζει τους κοινωνικούς κραδασμούς. Το κοινοβουλευτικό και το αστικό πολιτικό σύστημα ανακτούν εν μέρει το απολεσθέν κύρος τους.

Οταν υπήρχε ακόμα ελπίδα

Και έρχεται, το πλήρωμα του χρόνου. Ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση. Ιδού, επιτέλους ο Νυμφίος ήρθε. Ο κ. Τσίπρας πρωθυπουργός, συνοδευόμενος από μιά ετερόκλητη «κουστωδία».

Ο «εκκεντρικός» και εκλεκτός των φωτογραφικών και τηλεοπτικών φακών Γιάννης Βαρουφάκης, ο «πραγματιστής» και ιθύνων νους του «ρεαλιστικού» προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννης Δραγασάκης, ο εξ ευωνύμων ερίζων Παναγιώτης Λαφαζάνης. Και βεβαίως, η σύγχρονη έκδοση της Ελληνίδας Ζαν ντ' Άρκ, η Ζωή Κωνσταντοπούλου.

Ο λαός συμμετέχει στη μέθεξη, ενώ ο πρωθυπουργός συμμετέχει σε... Συνόδους Κορυφής της ΕΕ και ο υπουργός Οικονομικών σε συνεδριάσεις του Eurogroup.

Η κοινωνία ζει την αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι. Οι Ευρωπαίοι πιέζουν, απειλούν, εκβιάζουν - έτσι τουλάχιστον μας πληροφορεί η κυβέρνηση. "Οι ημέτερες δυνάμεις ανθίστανται". Την πιο κρίσιμη στιγμή η κυβέρνηση ρίχνει στη μάχη το απόλυτο υπερόπλο: Το δημοψήφισμα.

Στη χώρα η μαζική «Βακχεία» κορυφώνεται. Τα ερωτήματα στα οποία καλούνται να απαντήσουν οι πολίτες είναι  συγκεχυμένα, αλλά το δημοψήφισμα αποκτά χαρακτήρα ντέρμπι. Το  «ναι» και  το «όχι» ερμηνεύονται από τα ΜΜΕ και την αντιπολίτευση ως ψήφοι υπέρ ή κατά της συμμετοχής μας στην Ευρωζώνη. Η κυβερνητική πλευρά βλέπει το «όχι» ως ψήφο-αντίσταση στον εκβιασμό των δανειστών.

Επιβάλλονται  capital controls. Παρά ταύτα, θριαμβεύει το «όχι»,  η κυβέρνηση πηγαίνει στο τελευταίο γύρο διαπραγμάτευσης και εξασφαλίζουμε ως έπαθλο... το 3ο μνημόνιο.

Το εσωτερικό ξεκαθάρισμα

Ρήγμα στον ΣΥΡΙΖΑ. Η εσωτερική αριστερή αντιπολίτευση το καταψηφίζει. Το υπερψηφίζουν όμως αυτοί που έχουν πάρει το «κολάι"» - η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι. Ολοι εν χορώ διαβεβαιώνουν ότι έσωσαν τη χώρα, θυσιάζοντας μάλιστα το κομματικό συμφέρον.

Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας -που η προσωπική του αίγλη υπερβαίνει πλέον την απήχηση του κόμματός του - έχοντας συνείδηση της δύναμής τους και της παραζάλης που επικρατεί ως συνήθως στον «νικητή» λαό, προκαλούν μια «επανάσταση μέσα στην επανάσταση». Προκηρύσσουν εκλογές, ώστε το 3ο μνημόνιο να έχει και λαϊκή νομιμοποίηση – κάτι που δεν θα τολμούσαν ούτε να διανοηθούν το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ. .

Επικρατούν κατά κράτος ο ΣΥΡΙΖΑ και… το 3ο μνημόνιο. Η «Αριστερή» πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ που συγκρότησε νέο κόμμα συντρίβεται, δεν καταφέρνει να εκπροσωπηθεί στο Κοινοβούλιο.

Μοναδική εξ' αριστερών αντιπολίτευση απομένει το ΚΚΕ, που συμφωνεί ότι στα πλαίσια του καπιταλισμό η έξοδος από το ευρώ θα είναι «καταστροφή για το λαό», παραπέμποντας τη σωτηρία της χώρας, στην εξ αποκαλύψεως Λαϊκή Εξουσία.

 Από το αντίθετο άκρο του πολιτικού φάσματος η Χρυσή Αυγή, που θεωρεί τους ξένους, τους ομοφυλόφιλους και τους Εβραίους ως υπεύθυνους για … όλα. Προτάσσει την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, που –κατά την άποψη της– μπορεί να συντελεσθεί στα πλαίσια του ευρώ και της ΕΕ. 

Κυρίαρχος του παιχνιδιού

Ο ΣΥΡΙΖΑ σχηματίζει κυβέρνηση πάλι με τους ΑΝ.ΕΛ, παρ' όλες τις … «ανήθικες» προτάσεις πρόθυμων υποψήφιων εταίρων όπως το Ποτάμι, το ΠΑΣΟΚ, ακόμη της «αντιδραστικής» ΝΔ. Εχει πλέον δυνατότητα επιλογής συμμάχων για κοινοβουλευτικές και κυβερνητικές συμπράξεις. Κι όταν φθάνει η ώρα των κρίσιμων ψηφοφοριών για τα προαπαιτούμενα, καλοβλέπει το κόμμα του Β. Λεβέντη, αναζητώντας πολιτικά υποχείρια.

Καθώς το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται ουσιαστικά πολυδιασπασμένο, το Ποτάμι χωρίς πολιτική ταυτότητα και η ΝΔ αντιμετωπίζει πρόβλημα ηγεσίας και προσανατολισμών μετά την ήττα που υπέστη σε δύο διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται ως απόλυτος κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού. Προβάλλει  ως μοναδικός πυλώνας σταθερότητας. 

Ουδείς αμφέβαλε ότι αν γινόταν αμέσως εκλογές – ακόμα και μετά την ψήφιση του ασφαλιστικού- θα αναδεικνυόταν πρώτο κόμμα και θα συνέχιζε να κυβερνά.

Η συγκυρία αλλάζει

Όλα άλλαξαν βέβαια μετά την  εκλογή νέου προέδρου στη ΝΔ.  Με τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο τιμόνι και την υποστήριξη  συγκροτημάτων media  και ισχυρών επιχειρηματικών συμφερόντων, η ΝΔ φαίνεται να αποκτά δυναμική . Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται ξαφνικά στην άμυνα και σπεύδει ν’ αλλάξει τον εκλογικό νόμο επί το «αναλογικότερον και δημοκρατικότερον», μειώνοντας το bonus εδρών για το πρώτο κόμμα και το όριο εισόδου στη Βουλή.

Οι πρώτες δημοσκοπήσεις εμφανίζουν προηγούμενη τη ΝΔ. Οσο κι αν η βασιμότητα τους αμφισβητείται, αποτελούν μιά ένδειξη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει συμπαγή εκλογική βάση, υφίσταται διαρροές και είναι ευάλωτος στη μεταβολή της συγκυρίας. 

 Η "χρήσιμη Αριστερά"

Εν τω μεταξύ όμως, έχει καλύψει επαρκώς και αποτελεσματικά το κενό που δημιουργήθηκε στο αστικό πολιτικό σύστημα, με την καταρράκωση της αξιοπιστίας του και την προϊούσα φθορά των παλιών κομματικών σχηματισμών.

Πέρασε πολιτικές, μέτρα και συμφωνίες που δεν θα μπορούσαν να επιβάλουν τα παλιά κόμματα εξουσίας. Με τον ΣΥΡΙΖΑ στη διακυβέρνηση, σ’ αυτό πού ο ίδιος αποκαλεί «λαϊκό κίνημα», έχει προκληθεί ανήκεστος βλάβη. Παρά την σφοδρότητα και τον απεχθή κοινωνικό χαρακτήρα  των μέτρων του 3ου Μνημονίου, οι κοινωνικές αντιδράσεις είναι σχεδόν ανύπαρκτες.

Επιβεβαιώθηκε έτσι με τον πιο σαφή τρόπο η άποψη του ιδιοκτήτη της FIAT Τζιάνι Ανιέλι, ότι «υπάρχει και “χρήσιμη Αριστερά”» - αυτή η οποία μπορεί να περάσει μέτρα και πολιτικές που δεν θα μπορούσαν άλλα κόμματα, λόγω λαϊκής αντίδρασης.

Όμως αυτή η «χρήσιμη αριστερά»  είναι κατά κανόνα «μιάς χρήσεως» - ή τουλάχιστον δεν έχει μακρά διάρκεια ζωής.