Συνεχίζεται η φυγή των νέων εργαζομένων από την Ελλάδα στο εξωτερικό παρά την… ανάπτυξη, ενώ εκείνοι που επιστρέφουν είναι μόνο ένα μέρος των φοιτητών, που σπουδάζουν στο εξωτερικό.
Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου ΕΝΑ, η μεγάλη πληγή για την ελληνική οικονομία είναι η φυγή ανθρώπων της παραγωγικής ηλικίας των 25-44 ετών, που στερεί την οικονομία από εργατικά χέρια όλων των κατηγοριών.
Όπως καταγράφει η μελέτη του ΕΝΑ, από το 2010 μέχρι το 2022, έχουν φύγει από την Ελλάδα 1.079.992 άτομα από τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό εκ των οποίων οι 234.058 ήταν ηλικίας 15-24 ετών, οι 633.680 ηλικίας 25-44 ετών και οι 212.254 ηλικίας 45-64 ετών.
Κατά την περίοδο των μνημονίων, από το 2010 έως και το 2018, έφυγαν από τη χώρα συνολικά 796.191 άτομα, που ανήκουν στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό.
Σύμφωνα με τα αναλυτικά στοιχεία, από αυτούς, οι 162.591 ήταν ηλικίας 15-24 ετών, οι 472.657 ηλικίας 25-44 ετών και οι 160.943 ηλικίας 45-64 ετών, δηλαδή, οι 6 στους 10 που μεταναστεύουν είναι ηλικίας 25-44 ετών.
Τι έγινε μετά τα μνημόνια
Παρά την έξοδο από τα μνημόνια το 2018 η φυγή συνεχίζεται. Την 4ετία 2019-22, εγκατέλειψαν τη χώρα συνολικά 283.801 άνθρωποι που ανήκουν στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό και αναλυτικότερα:
- οι 71.467 ήταν ηλικίας 15-24 ετών,
- οι 161.023 ηλικίας 25-44 ετών (η πλειοψηφία) και
- οι 51.311 ηλικίας 45-64 ετών.
Η ανακοπή των ροών μετανάστευσης είναι μικρή κατά τη μεταμνημονιακή περίοδο. Μεταξύ των δύο περιόδων 2010 έως 2018 και 2019 – 2022 παρατηρούνται τα ακόλουθα:
- Η μέση ετήσια μετανάστευση στην ηλικιακή κατηγορία 15-24 έχει μειωθεί ανεπαίσθητα από 18.066 άτομα στην περίοδο 2010-18 σε 17.867 άτομα στην περίοδο 2019-22.
- Στην ηλικιακή κατηγορία 25-44 η μείωση της μέσης ετήσιας μετανάστευσης είναι μεγαλύτερη, από 52.517 άτομα στην περίοδο 2010-18 σε 40.256 στην περίοδο 2019-22.
- Στην ηλικιακή κατηγορία 45-64 η μέση ετήσια μετανάστευση έχει μειωθεί από 17.883 άτομα στην περίοδο 2010-18 σε 12.828 άτομα στην περίοδο 2019-22.
Το συμπέρασμα είναι πως πολλοί νέοι άνθρωποι συνεχίζουν να εγκαταλείπουν τη χώρα, αν και σε μειωμένο βαθμό. Και πάλι ωστόσο η σύγκριση μεταξύ των περιόδων δεν είναι απόλυτα ακριβής καθώς δεν έχει λάβει υπόψη τις μεταβολές του πληθυσμού. Αν λοιπόν χρησιμοποιήσουμε τα πληθυσμιακά στοιχεία της Eurostat, μπορούμε να υπολογίσουμε το μέσο ετήσιο ποσοστό μετανάστευσης, δηλαδή το ποσοστό του πληθυσμού κάθε ηλικιακής κατηγορίας που μεταναστεύει κάθε χρόνο.
Είναι σαφές ότι το μέσο ποσοστό μετανάστευσης της ηλικιακής κατηγορίας 15-24 ετών έχει αυξηθεί μεταξύ των δύο περιόδων από 1,58% σε 1,64%, της ηλικιακής κατηγορίας 25-44 ετών έχει μειωθεί από 1,71% σε 1,51% και της ηλικιακής κατηγορίας 45-64 ετών έχει μειωθεί από 0,62% σε 0,43%.
Για λόγους συγκρισιμότητας αξίζει να σημειωθεί ότι το μέσο ποσοστό μετανάστευσης πριν τα μνημόνια, δηλαδή στη διετία 2008-9, ήταν 0,72% για την ηλικιακή κατηγορία 15-24, 0,68% για την ηλικιακή κατηγορία 25-44 και 0,2% για την ηλικιακή κατηγορία 45-64.
Συμπερασματικά, το πρόβλημα του brain drain συνεχίζεται στη χώρα μας, ακόμα και μετά την ολοκλήρωση των μνημονίων, την επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης, την αύξηση των μισθών και τη μείωση της ανεργίας.
Το πρόβλημα ίσως να μην είναι τόσο σοβαρό για τη χαμηλότερη ηλικιακή κατηγορία των 15-24 ετών αφού κάποια άτομα αυτής της κατηγορίας μπορεί να φεύγουν από τη χώρα για σπουδές με προοπτική να επιστρέψουν.
Tο σοβαρό πρόβλημα αφορά τη δεύτερη κατηγορία, 25-44 ετών, που είναι στην πιο παραγωγική ηλικία. Αυτοί οι νέοι άνθρωποι συνεχίζουν να εγκαταλείπουν τη χώρα, με κάπως μικρότερο ρυθμό συγκριτικά με την περίοδο των μνημονίων αλλά σαφώς μεγαλύτερο ρυθμό συγκριτικά με την περίοδο πριν τα μνημόνια.
Η αποχώρησή τους δεν στερεί μόνο πολύτιμο ανθρώπινο κεφάλαιο από την ελληνική οικονομία αλλά συνιστά άλλη μια απόδειξη ότι οι απώλειες που υπέστη η ελληνική οικονομία στη διάρκεια των μνημονίων είχαν μακροχρόνιες συνέπειες.