Πολιτική

Συναγερμός στις τράπεζες, «πάγωσε» η μείωση του ELA


 

Η αβεβαιότητα που επικρατεί μετά τη διάψευση των προσδοκιών για κλείσιμο της αξιολόγησης στις 5 Δεκεμβρίου θέτει σε συναγερμό τις τράπεζες, που αντιμετωπίζουν νέες πιέσεις ρευστότητας και υποχρεώνονται να «παγώσουν» την προσπάθεια απεξάρτησης από την ακριβή, έκτακτη χρηματοδότηση από την Τράπεζα της Ελλάδος (ELA).

Η Τράπεζα της Ελλάδος ανακοίνωσε ότι το όριο παροχής έκτακτης χρηματοδοτικής ενίσχυσης (ELA) «παγώνει» στα 46,3 δισ. ευρώ μέχρι τις 9 Μαρτίου, ύστερα από πολλούς μήνες συνεχούς μείωσής του, που ήταν αποτέλεσμα κυρίως της αύξησης των καταθέσεων και της γενικότερης βελτίωσης των χρηματοπιστωτικών συνθηκών.

Οι τραπεζίτες παρακολουθούν με έκδηλη ανησυχία ένα σημαντικό δείκτη, από τον οποίο εξάγονται συμπεράσματα για τη συμπεριφορά των καταθετών: τις ροές «νέου χρήματος» προς τις τράπεζες, δηλαδή καταθέσεων που έχουν εισέλθει στο σύστημα μετά τη χαλάρωση των κεφαλαιακών περιορισμών, τις οποίες οι δικαιούχοι έχουν το δικαίωμα να αναλαμβάνουν χωρίς τους περιορισμούς που ισχύουν για τις «παλαιές» καταθέσεις.

Σύμφωνα με πληροφορίες, από τις αρχές Δεκεμβρίου η αβεβαιότητα οδήγησε αρχικά σε «πάγωμα» της εισροής «νέου» χρήματος και, ακολούθως, σε σημαντικές εκροές. Υπολογίζεται ότι περίπου το 1/3 του «νέου» χρήματος, συνολικού ύψους άνω των 4,5 δισ. ευρώ, έχει ήδη «κάνει φτερά» από τις τράπεζες, ενώ η ανησυχία των καταθετών εντείνεται, όσο συνεχίζεται η αντιπαράθεση κυβέρνησης-δανειστών και επανέρχεται στη δημόσια συζήτηση η φιλολογία περί Grexit.

Στην πλευρά του ενεργητικού των τραπεζικών ισολογισμών, ανησυχητική εξέλιξη είναι η αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, σχεδόν κατά 500 εκατ. ευρώ, ύστερα από μια μακρά περίοδο αργής μείωσης των υπολοίπων των NPLs. Ενόψει της αβεβαιότητας, αρκετοί δανειολήπτες φαίνεται ότι προτιμούν να κρατήσουν τη ρευστότητά τους στην άκρη, αντί να τη διαθέσουν για την εξυπηρέτηση δανείων, εκτιμούν τραπεζικά στελέχη.

Τι θα κάνει η ΕΚΤ;

Την ίδια στιγμή, μια πηγή ανησυχίας, θεωρητικής προς το παρόν, αφορά τη στάση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σε περίπτωση παράτασης των άκαρπων συνομιλιών για τη δεύτερη αξιολόγηση. Η αξιολόγηση βρίσκεται ήδη ένα χρόνο μακριά από τον αρχικά προσδιορισμένο χρόνο ολοκλήρωσής της, χωρίς προς το παρόν η ΕΚΤ να έχει θέσει θέμα «εκτροχιασμού» του προγράμματος, που θα οδηγούσε σε απόφαση για διακοπή της κατ’ εξαίρεση αποδοχής ελληνικών τίτλων για αναχρηματοδότηση (waiver), κάτι που θα επανέφερε ολοκληρωτικά τις τράπεζες στη χρηματοδότηση από τον «ακριβό» ELA.

Όμως, τραπεζικά στελέχη υπογραμμίζουν ότι, αν και η διοίκηση της ΕΚΤ είναι φανερό ότι δεν επιθυμεί να προκαλέσει νέες διαταραχές στο ευρωσύστημα, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα παρακολουθήσει απαθής μια πολύμηνη παράταση των διαπραγματεύσεων για την αξιολόγηση.

Σε ένα εντελώς διαφορετικό πολιτικό περιβάλλον, τον Φεβρουάριο του 2015, όταν η ευρωζώνη βρισκόταν σε ανοικτό «πόλεμο» με την τότε κυβέρνηση στην Αθήνα, η ΕΚΤ είχε κινηθεί αιφνιδιαστικά, αίροντας το waiver πριν καν λήξει η παράταση για την ολοκλήρωση της πέμπτης αξιολόγησης του δεύτερου προγράμματος, στα τέλη Φεβρουαρίου.

Στην παρούσα φάση, η ελληνική κυβέρνηση θεωρείται «συνεργάσιμη», γι’ αυτό και αποφεύγονται τέτοιες επιθετικές ενέργειες, αλλά δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο να θέσουν θέμα «εκτροχιασμού» του προγράμματος κάποιοι από τους «σκληρούς» στο συμβούλιο της ΕΚΤ, όπως ο διοικητής της γερμανικής Bundesbank, Γιενς Βάιντμαν.

Ενδεχόμενη άρση του waiver δεν συνεπάγεται μεν κάποια άμεση οικονομική καταστροφή, όμως θα θέσει σε κίνδυνο την εφαρμογή των προγραμμάτων αναδιάρθρωσης που εφαρμόζουν οι τράπεζες, πιέζοντας την κερδοφορία τους, και θα δημιουργήσει ασφυκτικές χρηματοπιστωτικές συνθήκες, που θα επηρεάσουν την οικονομική δραστηριότητα.