Σε μια συμφωνία – έκπληξη για το ελληνικό χρέος κατέληξαν το πρωί οι τεχνοκράτες του Euro Working Group, με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να την εγκρίνει και να «σφραγίζει» τη βιωσιμότητα του χρέους. Το θρίλερ, όμως, δεν έχει τελειώσει, αφού θα χρειασθεί να δώσει την έγκρισή του και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Όλαφ Σολτς.
Στο προσχέδιο για το ανακοινωθέν του Eurogroup, που προετοίμασαν οι τεχνοκράτες των υπουργείων Οικονομικών και «διέρρευσε» στην «Καθημερινή», προτείνεται ένα σχέδιο ελάφρυνσης του χρέους με κυριότερο στοιχείο μια επιμήκυνση της περιόδου χάριτος των δανείων του EFSF κατά 10 χρόνια, ώστε οι τόκοι των 130 δισ. ευρώ να αρχίσουν να πληρώνονται από την Ελλάδα από το 2033 και μετά και να δημιουργηθεί ένας «καθαρός διάδρομος» για την ανάπτυξη της οικονομίας.
Αυτή η διευκόλυνση κινείται ανάμεσα στα όρια που είχαν θέσει το ΔΝΤ και η Γερμανία: το Ταμείο ζητούσε επιμήκυνση κατά 15 χρόνια, η Γερμανία όχι περισσότερο από πέντε.
Η συμβιβαστική πρόταση για τα 10 χρόνια ικανοποιεί το Ταμείο, όπως φαίνεται από το σχετικό εδάφιο του σχεδίου για το ανακοινωθέν, το οποίο αναφέρει ότι: Η διοίκηση του ΔΝΤ καλωσόρισε την ολοκλήρωση του προγράμματος του ESM και την περαιτέρω συγκεκριμενοποίηση των μέτρων για το χρέος που έγινε σήμερα από τα κράτη-μέλη και συμφωνεί ότι αυτό μπορεί να κάνει το χρέος της Ελλάδας βιώσιμο. Παρότι το πρόγραμμα του Ταμείου δεν θα ενεργοποιηθεί, το ΔΝΤ επιβεβαίωσε τη συμμετοχή του στο μεταμνημονιακό πλαίσιο επιτήρησης μαζί τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Όμως, τόσο η πρόταση για τη 10ετή επιμήκυνση, όσο και η δήλωση του Ταμείου βρίσκονται εντός παρενθέσεως στο κείμενο του EWG. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπήρξε πλήρης συμφωνία για τη 10ετή παράταση και το θέμα παραπέμπεται να λυθεί από τους υπουργούς Οικονομικών, με τον Όλαφ Σολτς να έχει τον τελευταίο λόγο: αν κάνει τη μεγάλη υπέρβαση, εγκρίνοντας τη δεκαετή επιμήκυνση, τότε και το Ταμείο θα δεχθεί να περιληφθεί στο ανακοινωθέν η δική του δήλωση – επικύρωση της βιωσιμότητας του χρέους.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μια καλή συμφωνία για το χρέος, πλην όμως, όπως συνήθως συμβαίνει στο Eurogroup κάθε φορά που η Γερμανία καλείται να βάλει… το χέρι στην τσέπη, η διαπραγμάτευση θα είναι μακρά, δύσκολη και χωρίς εγγυημένο εκ των προτέρων αποτέλεσμα.
Τα μέτρα ελάφρυνσης
Τα άλλα βασικά στοιχεία της συμφωνίας είναι τα ακόλουθα:
- Η Ελλάδα αναλαμβάνει την υποχρέωση να επιτυγχάνει πρωτογενή πλεονάσματα τουλάχιστον 2,2% του ΑΕΠ από το 2023 έως το 2060. Το ΔΝΤ έχει δηλώσει στο παρελθόν τη διαφωνία του με τέτοιους υψηλούς στόχους, θεωρώντας ότι δεν συμβιβάζονται με την οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας.
- Καταργείται η κλιμακωτή (stepup) αύξηση επιτοκίου των δανείων του EFSF (δεύτερο μνημόνιο, 130 δισ. ευρώ).
- Θα χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση του χρέους τα κέρδη του 2014 από τα ομόλογα που έχουν οι κεντρικές τράπεζες και βρίσκονται στο λογαριασμό του ESM, ενώ θα συνεχισθεί η επιστροφής κερδών των κεντρικών τραπεζών από ελληνικά ομόλογα για την περίοδο έως και το 2017. Αυτά θα επιστρέφονται στην Ελλάδα σε δύο ισόποσες δόσεις, τον Ιούνιο και τον Δεκέμβριο, αρχής γενομένης από το 2018 μέχρι τον Ιούνιο του 2022, μέσω του ειδικού λογαριασμού του ESM και θα χρησιμοποιηθούν για να μειώσουν τις χρηματοδοτικές ανάγκες.
- Θα παραταθεί περαιτέρω, όπως προαναφέρθηκε, η περίοδος χάριτος για τα δάνεια του EFSF κατά 10 χρόνια και θα υπάρξει επιμήκυνση της μέσης διάρκειας λήξης τους κατά 10 – 15 χρόνια.
- Στη βάση μιας νέας ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους από τους θεσμούς στο τέλος του 2032, το Eurogroup θα αποφασίσει αν χρειάζονται περαιτέρω μέτρα ελάφρυνσης, ούτως ώστε να διασφαλιστεί ότι επιτυγχάνονται οι στόχοι για τις χρηματοδοτικές ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους. Προϋπόθεση είναι να τηρείται το ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο.
- Αυτόματος μηχανισμός ελάφρυνσης με βάση το ρυθμό ανάπτυξης δεν θα υπάρξει, αλλά θα ενεργοποιείται, αν το επιβάλλουν οι οικονομικές συνθήκες, με απόφαση του Eurogroup, ένας μηχανισμός ελάφρυνσης, που θα περιλαμβάνει μέτρα όπως περαιτέρω αναδιάρθρωση του χρέους με ανώτατο όριο και παρατάσεις των πληρωμών τόκων του δανείου του EFSF, στο βαθμό του είναι αναγκαία για τη βιωσιμότητα του χρέους.
Σημειώνεται, πάντως, ότι οι επιστροφές κερδών που είχαν οι κεντρικές τράπεζες από τα ελληνικά ομόλογα, όπως και η κατάργηση των κλιμακωτών αυξήσεων επιτοκίων, δεν θα γίνονται αυτόματα, αλλά με βάση τις τριμηνιαίες αναφορές των θεσμών, στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας. Αυτές οι αναφορές, σημειώνεται στο σχέδιο για το ανακοινωνθέν, θα είναι η βάση επί της οποίας το EG θα αποφασίζει την επιστροφή των SMPs και ANFAs και την κατάργηση των κλιμακωτών αυξήσεων επιτοκίων.