Επιχειρήσεις

Στουρνάρας - τραπεζίτες: Τι είπαν για την "καθαρή" έξοδο


Οι αποκλίνουσες θέσεις ανάμεσα στην Τράπεζα της Ελλάδος και στις διοικήσεις των μεγάλων εμπορικών τραπεζών για τον τρόπο εξόδου της χώρας από το μνημόνιο ήταν βασικό θέμα συζήτησης στο γεύμα εργασίας που παρέθεσε στον Γιάννη Στουρνάρα το προεδρείο της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών.

Ως γνωστόν, ο κ. Στουρνάρας επιμένει στην ανάγκη να συμφωνηθεί με τους Ευρωπαίους ένα πρόγραμμα για την παροχή προληπτικής χρηματοδοτικής γραμμής από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, ενώ ο Νίκος Καραμούζης έχει εκφρασθεί ανοικτά, με πρόσφατο άρθρο του στην «Καθημερινή», υπέρ της «καθαρής» εξόδου, την οποία επιδιώκει η κυβέρνηση.

Σύμφωνα με πληροφορίες, στη σημερινή συνάντηση ο κ. Στουρνάρας τόνισε την ανάγκη να διατηρηθεί μετά τη λήξη του προγράμματος η κατ’ εξαίρεση αποδοχή των ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ (waiver) για να προστατευθεί η ρευστότητα των τραπεζών.

Όπως τόνισε, άλλωστε, και σε ομιλία του, την Δευτέρα, η χαμηλή πιστοληπτική διαβάθμιση της χώρας, μετά το πέρας του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018, ενδέχεται να έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια της δυνατότητας των ελληνικών ομολόγων να χρησιμοποιούνται ως εξασφαλίσεις στις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (waiver).

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, η εξασφάλιση του waiver μετά τη λήξη του προγράμματος είναι σημαντική τόσο για το κόστος χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών, καθώς ακόμα και οι πράξεις repos επηρεάζονται θετικά από την ύπαρξη του waiver, όσο και για τη συμμετοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, στην κανονική περίοδο και στην περίοδο επανεπένδυσης.

Με άλλα λόγια, η Τράπεζα της Ελλάδος υποδεικνύεις στις εμπορικές τράπεζες τα χρηματοδοτικά οφέλη που θα έχουν με τη διατήρηση του waiver, μέσω μιας προληπτικής πιστωτικής γραμμής, τα οποία θα προέλθουν από το χαμηλότερο κόστος δανεισμού μέσω repos με ιδιωτικές τράπεζες, αλλά και από την αγορά τραπεζικών τίτλων από την ΕΚΤ, στο πλαίσιο του QE, που θα συνεχισθεί για αρκετό καιρό, όσο η ΕΚΤ θα επανεπενδύει τους τόκους από τα ομόλογα που έχει αγοράσει.

Με τον τρόπο αυτό, ο κ. Στουρνάρας θέλησε να απαντήσει στην αντίληψη των τραπεζιτών ότι η απώλεια του waiver θα έχει μικρό κόστος για τις τράπεζες, αφού η χρηματοδότησή τους με ενέχυρο ελληνικά ομόλογα δεν ξεπερνά τα 4-5 δισ. ευρώ.

Οι τραπεζίτες εκτιμούν ότι αυτή η χρηματοδότηση θα μπορούσε εύκολα να υποκατασταθεί με ρευστότητα από άλλη πηγή, όπως θα ήταν η μεταφορά διαθεσίμων του Δημοσίου από λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδος σε λογαριασμούς των εμπορικών τραπεζών. Σύμφωνα με πληροφορίες, όμως, η ΤτΕ, όπως και η Φρανκφούρτη, δεν βλέπουν θετικά αυτή την πρόταση.

Πέραν του θέματος της «καθαρής» εξόδου, συζητήθηκαν τα επικείμενα τεστ αντοχής των τραπεζών και η προσπάθεια αντιμετώπισης των «κόκκινων» δανείων. Η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι τα τεστ δεν θα αποτελέσουν πρόβλημα για τις ελληνικές τράπεζες, ενώ συνιστά στους τραπεζίτες να εντείνουν τις προσπάθειες για τα «κόκκινα» δάνεια, καθώς οι στόχοι είναι αυξημένοι και καλό είναι όχι μόνο να επιτευχθούν, αλλά και να ξεπερασθούν.

Τι ανακοίνωσε η ΕΕΤ

Γεύμα Εργασίας προς τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. Γιάννη Στουρνάρα, παρέθεσαν σήμερα, Τετάρτη, 14 Φεβρουαρίου 2018, ο Πρόεδρος, κ. Νικόλαος Καραμούζης, τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, και οι Διοικήσεις των Τραπεζών στα γραφεία της Ενώσεως.

Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, στην οποία συμμετείχαν επίσης οι Υποδιοικητές, κ.κ. Θεόδωρος Μητράκος και Ιωάννης Μουρμούρας, και Διευθυντικά Στελέχη της Τράπεζας της Ελλάδος, καθώς και οι Διευθύνοντες Σύμβουλοι των ελληνικών τραπεζών, οι Επικεφαλής των βασικών Επιτροπών της ΕΕΤ, και η Γενική Γραμματέας αυτής, συζητήθηκαν θέματα που αφορούν κυρίως στην πορεία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος αλλά και στην ελληνική οικονομία.

Οι Διοικήσεις των τραπεζών είχαν την ευκαιρία ν’ ανταλλάξουν απόψεις σε άριστο κλίμα με τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, τους Υποδιοικητές, και τα Στελέχη της, και να συζητήσουν τις τρέχουσες εξελίξεις και τα σημαντικότερα θέματα που απασχολούν τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Συζητήθηκαν σε τεχνικό επίπεδο η επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς και η συμμόρφωση και προσαρμογή του ελληνικού τραπεζικού συστήματος στις σύγχρονες εποπτικές και ρυθμιστικές οδηγίες και υποχρεώσεις.